Υπέρ του αυστηρότερου ελέγχου της μετανάστευσης τάχθηκε ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον στην πρώτη σημαντική ομιλία του επί του θέματος αφότου ανέλαβε την εξουσία.

Σε ομιλία του την Πέμπτη στο Σαουθάμπτον, ο Κάμερον τόνισε ότι επιθυμεί «την καλή μετανάστευση, όχι τη μαζική μετανάστευση», αναφέροντας ότι οι πολιτικές του παρελθόντος απέτυχαν, δημιούργησαν γκέτο και επέτρεψαν σε εξτρεμιστικά κόμματα να αποκτήσουν μεγάλη επιρροή.

Ο Ντέιβιντ Κάμερον πρόσθεσε ότι η ανεξέλεγκτη μετανάστευση οδήγησε σε «δυσφορία και καταστροφή της συνοχής» σε ορισμένες γειτονιές της χώρας και επεσήμανε ότι τα προβλήματα σε πολλές κοινότητες απορρέουν από το γεγονός ότι ορισμένοι μετανάστες δεν προθυμοποιούνται να μάθουν αγγλικά και να ενσωματωθούν.

Η εξέλιξη αυτή δημιούργησε γκέτο σε ορισμένες πόλεις και επέτρεψε σε ξενοφοβικά κόμματα, όπως το ακροδεξιό Βρετανικό Εθνικό Κόμμα (BNP) και άλλες ακραίες οργανώσεις να αποκτήσουν επιρροή.

Ο βρετανός πρωθυπουργός υπερασπίστηκε την πολιτική του κυβερνητικού συνασπισμού να επιτρέπει την εισδοχή ενός περιορισμένου αριθμού ειδικευμένων μεταναστών στη Βρετανία από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ επεσήμανε ότι η μαζική μετανάστευση ασκεί πιέσεις στην αγορά ακινήτων και τις υπηρεσίες.

Ο Κάμερον επέκρινε τους χειρισμούς των προηγούμενων κυβερνήσεων των Εργατικών, λέγοντας ότι επέτρεψαν την μεγαλύτερη εισροή μεταναστών στη βρετανική ιστορία. Μεταξύ 1997 και 2009 στη Βρετανία μετανάστευσαν 2,2 εκατ. περισσότεροι άνθρωποι από όσους έφυγαν, ανέφερε ο Κάμερον.

Διαφορετική άποψη εξέφρασε ωστόσο ο υπουργός Επιχειρηματικότητας Βινς Κέιμπλ, ο οποιος προέρχεται από τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, που μετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό. «Οι λέξεις που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός ήταν άστοχες», τόνισε, γιατί, «οι αναφορές στη μαζική μετανάστευση υποδαυλίζουν τον εξτρεμισμό στον οποίο τόσο εκείνος όσο και εγώ είμαστε αντίθετοι».