Πολυσυλλεκτικό κοινωνικό «πείραμα» αραδιασμένο σε δύο ηπείρους και καμιά δεκαριά χρονικές ζώνες, θεμελιωμένο σε ετερόκλητους πληθυσμούς και αντιφατικές επιρροές, η Σοβιετική Ενωση πέρασε στην Ιστορία πριν από περίπου 22 χρόνια, αφήνοντας τη θέση της σε έναν κατακερματισμένο γίγαντα, έτοιμο να πέσει στις αγκάλες του καπιταλιστικού ονείρου. Κάτι το ανήκουστο όταν οι στρόφιγγες στις οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές ανταλλαγές με τον έξω κόσμο και τους δυτικούς «σατανάδες» έμεναν επί σειρά ετών ερμητικά σφραγισμένες.

Αυτή η παρατεταμένη λειψυδρία αλληλεπίδρασης και η διατεταγμένη απομόνωση από τα διεθνή τεκταινόμενα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής ήταν μοιραίο να επηρεάσουν και την αρχιτεκτονική δημιουργία της ψυχροπολεμικής υπερδύναμης, κεντρίζοντας τη φαντασία και εξαλείφοντας τον παράγοντα όσμωση από τα αρχιτεκτονικά σκαριφήματα της εποχής.

Εκ του αποτελέσματος, αυτό επέδρασε ευεργετικά σε μια μερίδα αρχιτεκτόνων, οι οποίοι έκαναν κάτι περισσότερο από το να βάλουν την υπογραφή τους σε φαιάς απόχρωσης κουτιά από μπετόν αρμέ.
Ορμώμενοι από την απελευθερωτική δύναμη του «tabula rasa» και υποβοηθούμενοι από τα «χαλαρωμένα» λουριά της μετασταλινικής κεντρικής εξουσίας, άρχισαν να λειτουργούν τελείως αυθόρμητα και αντισυμβατικά, επιστρέφοντας στις ένδοξες ρίζες και απασφαλίζοντας την περόνη της φαντασίας.

Χαοτικά, αυστηρά γεωμετρικά ή ανέλπιστα ρευστά, τα παραγόμενα προϊόντα σε μερικές περιπτώσεις φλέρταραν με την αβανγκάρντ, τον εξπρεσιονισμό και τον κονστρουκτιβισμό, ενώ σε άλλες αντηχούσαν το αντισυμβατικό πνεύμα πρωτοπόρων της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα όπως ο Ισπανός Γκαουντί και ο Βραζιλιάνος Νιμάγερ. Και είτε αρέσει είτε όχι, σίγουρα πάντως παρεκκλίνουν από το μεταπολεμικό σοσιαλιστικό στερεότυπο. Ευτυχώς για τον ιστορικό του μέλλοντος, κάποιος τα εντόπισε και τα φωτογράφισε.
{{{ moto }}}
«Κοσμικές κομμουνιστικές κατασκευές φωτογραφημένες» τιτλοφορείται το φωτογενές πόνημα του Φρεντερίκ Σομπέν, επικεφαλής επί σειρά ετών της γαλλικής έκδοσης μόδας και λάιφσταϊλ «Citizen K».

Γνήσιος και φιλοπερίεργος πολίτης του κόσμου, ο Σομπέν γεννήθηκε στην Πνομ Πενχ της Καμπότζης το 1959 από γάλλο πατέρα και ισπανίδα μητέρα και αναφέρει την αρχιτεκτονική και τα ταξίδια στα μεγάλα πάθη του.

Μέσα από τον συνδυασμό των δύο και από την όψιμη ενασχόληση με το φωτορεπορτάζ, προέκυψε το παράδοξο λεύκωμα από τις εκδόσεις Taschen, που κλείνει το μάτι στην ανατολική υπερδύναμη. O αγγλικός τίτλος της έκδοσης («Cosmic Communist Constructions Photographed») σχηματίζει εξάλλου το αρκτικόλεξο CCCP, λογοπαίγνιο με τη ρωσική ονομασία της ΕΣΣΔ.

Αυτές τις ημέρες, λίγο πριν από την επίσημη κυκλοφορία του ομώνυμου 312 σελίδων λευκώματος που προγραμματίζεται για τον Μάρτιο, τα ακριβοθώρητα ενσταντανέ του Σομπέν ταξιδεύουν στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στην Καρλσρούη της Γερμανίας (η έκθεση ολοκληρώνεται στις 27/3).

Το μακροχρόνιο φωτογραφικό οδοιπορικό του πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα ξεκίνησε το 2003 και συνεχίστηκε ως τις ημέρες μας. Κατά τη διάρκεια της ιδιότυπης αυτής επταετίας ο κοσμοπολίτης Γάλλος όργωσε 14 πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, από τη Ρωσία, την Αρμενία, την Εσθονία και τη Γεωργία ως τη Λιθουανία, τη Λευκορωσία και την Ουκρανία και απαθανάτισε περί τα 90 αρχιτεκτονικά «ευρήματα» της τέταρτης και τελευταίας, σύμφωνα με τον ίδιο, περιόδου της σοσιαλιστικής αρχιτεκτονικής, της εποχής του επαναπροσδιορισμού της ταυτότητας και του σταδιακού περάσματος από το ισοπεδωτικό εμείς στο πληθωρικό εγώ. Αρχικά επρόκειτο για κτίρια που ανακάλυπτε τυχαία, στο πλαίσιο ταξιδιών.

Στη συνέχεια το κτίριο ήταν κάθε φορά εκείνο που υπαγόρευε τον περιπετειώδη προορισμό στα βάθη της πάλαι ποτέ σοβιετικής ενδοχώρας. Σύμφωνα με τον Σομπέν τα περισσότερα από τα εν λόγω κτίρια βλέπουν συνολικά για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. Αλλωστε τα περισσότερα από αυτά τα κτίσματα δεν φιγουράρουν στους ιλουστρασιόν ταξιδιωτικούς οδηγούς.

Απολιθώματα του κύκνειου άσματος του υπαρκτού σοσιαλισμού, άλλα μαραζώνουν και άλλα έχουν αφανιστεί από τον χάρτη στα χρόνια που μεσολάβησαν. Αρχιτεκτονικά πειστήρια μιας κρίσιμης μεταβατικής περιόδου στην παγκόσμια ιστορία, τα σοβιετικά σουβενίρ διαχέουν ένα συνονθύλευμα νοσταλγίας και μελαγχολίας και αναδίνουν μια αίσθηση παρακμής ταυτόχρονα.

Ούτε ακριβώς ρετρό ούτε ακριβώς φουτουριστικά και ταυτόχρονα σχεδόν ουτοπικά, τα «ορφανά» οικοδομήματα που ξετρύπωσε ο φακός του γάλλου δημοσιογράφου μοιάζουν με κάδρα από ταινία επιστημονικής φαντασίας που παρεμβάλλονται στον μουντό επίλογο της σοβιετικής εποποιίας, αποκαλύπτοντας το άλλο, ξεχασμένο πρόσωπο του ανατολικού μπλοκ.

Οσο για τα δημιουργικά μυαλά που κρύβονται πίσω από αυτά τα μνημειώδη οικοδομικά εγχειρήματα των «μουδιασμένων» δεκαετιών του 1970 και του 1980, αρκετοί έμειναν στην απόλυτη αφάνεια και μερικοί έτυχαν περιορισμένης εμβέλειας αναγνώρισης, ενώ άλλοι προκάλεσαν, άθελά τους, ρίγη ανησυχίας στους δυτικούς στρατιωτικούς κύκλους – για ένα διάστημα το «Ξενοδοχείον της φιλίας», για παράδειγμα, ένας κυλινδρικός ογκόλιθος δίπλα στο κύμα, στη στρατηγικής σημασίας χερσόνησο της Γιάλτας, θορύβησε τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες που θεωρούσαν ότι επρόκειτο για ένα «έργο-βιτρίνα» πίσω από το οποίο κρυβόταν το υποχθόνιο σχέδιο κατασκευής μιας βάσης εκτόξευσης πυραύλων. Και ύστερα ήρθε ο Γκορμπατσόφ…

* Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜagazino στις 6 Φεβρουαρίου 2011.