Μόλις είχε επιστρέψει από τη Βενετία όπου είχε πάει για κατόπτευση του εδάφους, όταν συναντηθήκαμε. Οχι ότι δεν το ήξερε. Τακτική επισκέπτρια της Μπιενάλε από την περίοδο των σπουδών της στη Ρώμη ακόμη, η Διοχάντη γνωρίζει καλά το ελληνικό περίπτερο και τις ιδιαιτερότητες της κορυφαίας εικαστικής διοργάνωσης στον κόσμο. Αλλο είναι όμως να βρίσκεσαι εκεί ως επισκέπτης και άλλο ως συμμετέχων καλλιτέχνης επιλεγμένος να εκπροσωπήσεις τη χώρα σου. Τότε τα δεδομένα αλλάζουν. «Είναι μεγάλη ευθύνη για μένα αυτή η επιλογή» λέει. «Και ο χώρος όμως απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, σκέψη και συγκέντρωση. Επρεπε λοιπόν να τον μετρήσω και να τον μελετήσω. Επειτα έχει την ιστορία του, τον έχουν αντιμετωπίσει ως τώρα μεγάλοι καλλιτέχνες».

Βλέπω μια μικροκαμωμένη γυναίκα με ευγενική φυσιογνωμία. Στο χέρι κρατάει ένα τσιγάρο έτοιμο να το ανάψει σε πρώτη ευκαιρία. Σε αυτή την πρώτη συνέντευξη μετά την αναγγελία της συμμετοχής της στην Μπιενάλε φαίνεται διστακτική καθώς, όπως λέει, όλα είναι ακόμη ρευστά. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να τη φανταστεί κανείς εύκολα να «δαμάζει» γρανίτες, μάρμαρα, τσιμέντο, ξύλα και να δημιουργεί αυτές τις τεράστιες σε έκταση και ύψος εγκαταστάσεις που χαρακτηρίζουν το έργο της. Η πραγματικότητα όμως βρίσκεται αλλού. Εξάλλου δεν είναι η μυϊκή δύναμη που κινεί την τέχνη… Ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, περιβάλλον, όλα συνυπάρχουν στο έργο της Διοχάντης. Η τελευταία της δημιουργία παρουσιάστηκε στην Ελευσίνα το περασμένο φθινόπωρο σε ολόκληρο εργοστάσιο- ένα παλιό ελαιοτριβείο – και πρόσφερε στους επισκέπτες τη μοναδική εμπειρία μιας μύησηςκατάβασης στον κόσμο των Ελευσινίων Μυστηρίων. «Φτιάχνω εγκαταστάσεις που ο ίδιος ο χώρος επιβάλλει» λέει. «Κάθε έργο γίνεται ειδικά για έναν συγκεκριμένο τόπο αλλά και για συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Στην Ελευσίνα γύριζα ημέρες ολόκληρες ώσπου να βρω αυτό το εργοστάσιο. Και τα υλικά που χρειαζόμουν και αυτά εκεί μέσα τα βρήκα. Τελικά χώρος και εγκατάσταση γίνονται ένα».

Από τους πρώτους καλλιτέχνες στην Ελλάδα που δημιούργησαν έργα «in situ» είναι η Διοχάντη. «Εγώ ζωγραφική σπούδασα.Ομως μόνο η πρώτη έκθεσή μου είχε έργα ξεχωριστά μεταξύ τους. Γρήγορα αισθάνθηκα την ανάγκη να χρησιμοποιώ περισσότερα τελάρα,το ένα δί πλα στο άλλο,ώστε να υπάρχει συνέχεια στην αφήγηση».

Αφετηρία ο χώρος

Η Διοχάντη σε στιγμιότυπο από την κατασκευή του τείχους που στήθηκε στον λόφο του Φιλοπάππου το 2004, ως τμήμα του έργου που αναφερόταν στην υποδοχή των ολυμπιονικών κατά την αρχαιότητα στις πόλεις τους,με γκρέμισμα των τειχών

Πράγματι, οι πρώτες εγκαταστάσεις της στον χώρο (Ρώμη 1970, Αθήνα 1971) ήταν ζωγραφικές συνθέσεις σε τελάρα που απλώνονταν σε όλη την αίθουσα της έκθεσης καλύπτοντας τοίχους, δάπεδο και οροφή. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1976, περνώντας οριστικά στη χρήση τρισδιάστατων στοιχείων, θα μεταμορφώσει κυριολεκτικά την αίθουσα τέχνης Δεσμός, όπου πραγματοποιεί έκθεση. Μια σειρά από λευκά χαρτόνια και τρεις ζωγραφικές συνθέσεις ενδιάμεσα καταλαμβάνουν τους τοίχους του ισογείου ενώ στο υπόγειο κατασκευάζεται ένα μαύρο δωμάτιο από ξύλο μέσα στο οποίο τοποθετούνται μαύρα χαρτόνια με μια ζωγραφική σύνθεση. « Από τότε η έρευνά μου στοχεύει στην αναδημιουργία του περιβάλλοντος κάτω από το πρίσμα των σχέσεων του χώρου και του χρόνου» σημειώνει.

Η πρώτη εγκατάσταση στο ύπαιθρο ήρθε το 1983. Στην Πύλη της Αμμοχώστου στη Λευκωσία δημιούργησε ένα ενιαίο εικαστικό περιβάλλον με πέτρες του τόπου για την έκθεση «7 έλληνες καλλιτέχνες, ένα νέο ταξίδι». «Αρχίζω ένα έργο πάντα από την αναγνώριση του τόπου, εντοπίζω τα χαρακτηριστικά του,τις ιδιαιτερότητες και τις ακριβείς διαστάσεις του και ύστερα υπολογίζω τον χρόνο στον οποίο θα εξελιχθεί» εξηγεί η Διοχάντη. Στη συνέχεια γίνονται οι μακέτες και μόνον όταν είναι όλα έτοιμα αρχίζει η εγκατάσταση. Πρόκειται για την ίδια διαδικασία που θα ακολουθήσει η καλλιτέχνις στην Μπιενάλε της Βενετίας στο πνεύμα της εφετινής θεματικής με τίτλο «ΙllUΜΙnazioni- ΙllUΜΙnations», η οποία συνδέει μεταφορικά την έννοια του φωτός και των εθνών.

Εχοντας αποφοιτήσει από την Ακαδημία Καλών Τεχνών της Ρώμης και με μαθήματα αρχιτεκτονικής αργότερα στο Πολυτεχνείο του Λονδίνου, η Διοχάντη είναι βραβευμένη σε διεθνείς διοργανώσεις και μετρά ως σήμερα δώδεκα ατομικές εκθέσεις και περισσότερες από 35 ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Και στα μεσοδιαστήματα τι κάνει ο καλλιτέχνης; «Συνεχίζει τις έρευνές του. Δεν σταματάει η αναζήτηση,παντού και πάντα σε απασχολεί και σε βασανίζει. Ωσπου να πεθάνεις, όσο έχεις το μυαλό σου και τις δυνάμεις σου, μπορείς να δημιουργείς».

Η ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΣ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ

Τμήμα της εικαστικής εγκατάστασης σε ένα εγκαταλειμμένο ελαιοτριβείο στην Ελευσίνα,έργο της Διοχάντης που παρουσιάστηκε το περασμένο φθινόπωρο

Σε δύο Ολυμπιακούς Αγώνες,της Σεούλ το 1987 και της Αθήνας το 2004,κλήθηκε να κατασκευάσει έργο της η Διοχάντη.Με μια διαφορά.Στην πρώτη περίπτωση το έργο υπάρχει ακόμη,στη δεύτερη διαλύθηκε μετά το πέρας της διοργάνωσης.Ο διεθνής τεχνοκριτικός Πιερ Ρεστανί ήταν εκείνος που την κάλεσε,μαζί με άλλους καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο,για τη δημιουργία ενός έργου στο Ολυμπιακό πάρκο της Σεούλ.Εκεί,σε ένα ύψωμα τοποθέτησε όγκους από γρανίτη και πέτρες από λάβα ηφαιστείου ενώ πέντε κολόνες από τσιμέντο ύψους 12 μέτρων συμβολίζουν τους κύκλους των Ολυμπιακών Αγώνων.Στην εκδήλωση «Αθήνα by art» το 2004 επέλεξε η ίδια τον λόφο του Φιλοπάππου προκειμένου να εγκαταστήσει το έργο της, ένα τμήμα τείχους της αρχαίας πόλης γκρεμισμένο στο μέσον του και οκτώ μαρμάρινες στήλες με ονόματα ολυμπιονικών,που πρόβαλλαν από το άνοιγμα.Ηταν μια ευθεία αναφορά,όπως λέει, στην αρχαία παράδοση της υποδοχής των νικητών στην πόλη τους με το γκρέμισμα των τειχών της. «Θα μπορούσε στο πλαίσιο ενός χάπενινγκ να γραφτούν τα ονόματα και των σύγχρονων ολυμπιονικών σε αυτές τις στήλες και ενδεχομένως να ξαναστηθεί το έργο κάπου αλλού.Τελικώς δεν θα γίνει τίποτε από αυτά».