Με τις συναλλαγές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας να κινούνται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων επτά και πλέον ετών (37,6 εκατ. ευρώ), εξαιτίας και της εορταστικής περιόδου, αλλά και της «αποχής» των θεσμικών χαρτοφυλακίων που «έχουν κλείσει τα βιβλία τους» για το 2010 ο γενικός δείκτης έκλεισε απόρροια και των κερδών των τραπεζών σημειώνοντας άνοδο 1,21% κλείνοντας στις 1.428,15 μονάδες.

Παρατηρείται μία στάση αναμονής των επενδυτών ενόψει του νέου έτους και των εξελίξεων που αναμένονται σχετικά με τις αναμενόμενες αυξήσεις κεφαλαίων των τραπεζών, ανέφεραν ορισμένοι αναλυτές, αλλά με τόσο χαμηλό τζίρο η συνεδρίαση δεν μπορεί να θεωρεί ενδεικτική για την συνέχεια.

Ο τραπεζικός δείκτης ενισχύθηκε πάντως 1,22% με την μετοχή της Εθνικής να καταγράφει κέρδη 0,97%, της Alpha Bank 2,05% και της Eurobank 2,91%. Η μετοχή του ΟΤΕ ενισχύθηκε 0,81% μετά τις δηλώσεις στελεχών της Deutsche Telekom, βασικού μετόχου του ομίλου, ότι θα πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό κόστος.

Από επενδυτικής άποψης, το ελληνικό χρηματιστήριο θα εξακολουθήσει να κινείται στον ρυθμό της αγοράς του ελληνικού κρατικού χρέους, εκτιμούν αναλυτές της αγοράς. Με δεδομένο, όπως αναφέρουν διαχειριστές ξένων οίκων, ότι η Ελλάδα είναι η χώρα της ευρωζώνης με το μεγαλύτερο ρίσκο στο χρέος της, η πιθανότητα αναδιάρθρωσής του τα επόμενα χρόνια είναι πολύ μεγάλη. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό, οι ελληνικές μετοχές παραμένουν στην λίστα με την σύσταση «υποαπόδοσης» έναντι των υπολοίπων ευρωπαϊκών μετοχών για τους επόμενους 12 μήνες, για την πλειονότητα των ξένων θεσμικών. Οι τελευταίοι, αν και εκτιμούν πως υπάρχουν θετικές εξελίξεις αναφορικά με το «ελληνικό πρόβλημα», εφόσον διανύουμε μία περίοδο έντονης κρίσης αυτές ξεχνιούνται εύκολα…

Τα δημοσιονομικά προβλήματα στην περιφέρεια της ευρωζώνης δεν έχουν εξάλλου εξαλειφθεί και η αναδιάρθρωση του χρέους εξακολουθεί να είναι πιθανή για ορισμένες χώρες, ενώ όπως εκτιμά και η ING, οι κίνδυνοι δεν έχουν ακόμη πλήρως ενσωματωθεί στα ασφάλιστρα κινδύνου.

Στο πλαίσιο αυτό, ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση της Moody’s, πως «η λιτότητα δεν φτάνει», καθώς δεν θα δώσει τέλος στην κρίση χρέους, προειδοποιώντας μάλιστα πως η αναδιάρθρωση ενδέχεται να αποδειχθεί τελικά αναγκαία. Η έκταση εξάλλου της λιτότητας που απαιτείται για να διορθωθούν οι ανισορροπίες, ενδέχεται όπως ανέφερε, να αποδειχτεί τελικά πολιτικά αδύνατη όσο αποδείχτηκε και στην περίπτωση της Αργεντινής το 2001.

Βάσει των εκτιμήσεων αυτών δεν είναι να απορεί κανείς που οι αγορές, όπως ανέφερε και η γερμανική έκδοση των Financial Times «υπολογίζουν σε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους», δηλαδή «σε μια de facto χρεοκοπία του κακού παιδιού του ευρώ: της Ελλάδας». Καθώς πάντως τα ελληνικά ομόλογα που λήγουν το 2014 πωλούνται ήδη 20% κάτω από την ονομαστική τους αξία, ενώ τα 15ετή ομολόγα διατίθενται στις αγορές με τιμή 45% κατώτερη της ονομαστικής τους αξίας, μία πιθανή αναδιάρθρωση, όπως αναφέρει δεν αποτελεί πλέον σενάριο τρόμου.