Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και το Εμπορικό και Βιομηχανικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο (ΕΒΕΑ) εκφράζουν την αντίθεση τους με τις περισσότερες κυβερνητικές ρυθμίσεις που αφορούν στην απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ.Β. Κορκίδης τονίζει σε δήλωση του ότι «θα συνεχίσει να δείχνει ανυπακοή στις επιθέσεις εναντίον της μεσαίας τάξης και της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας» και «εξακολουθεί να είναι αντίθετος στην ανεξέλεγκτη και χωρίς πλαφόν μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα». Από την πλευρά του ο κ. Μίχαλος τονίζει πως «μόνο με διατάγματα δεν κυβερνάται μια χώρα. Για να βγούμε από την κρίση, τα όποια μέτρα πρέπει να στοχεύουν προς δύο κατευθύνσεις: Την ανάπτυξη αλλά και την κοινωνική συνοχή. Και το σπουδαιότερο, για να υλοποιηθεί επιτυχώς μια πολιτική απαιτείται αυτοί που καλούνται να την εφαρμόσουν να συμφωνούν μεταξύ τους και να την πιστεύουν. Και δυστυχώς αυτό δε συμβαίνει με τη σημερινή κυβέρνηση».
Ειδικότερα στην ανακοίνωση της η ΕΣΕΕ αναφέρει πως «η αυστηρή περιοριστική πολιτική θα έχει αντίθετα αποτελέσματα και αρνητικές μακροχρόνιες επιπτώσεις στην ζήτηση, στις πωλήσεις των επιχειρήσεων, στα εισοδήματα των εργαζομένων και στη διαδικασία ανάκαμψης της οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι η μείωση των μισθών θα επιφέρει περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής καχεξίας των καταναλωτών και δραματικές συνέπειες στην απασχόληση, η οποία θα επηρεάσει όλους τους δείκτες της ελληνικής οικονομίας».
Και σχολιάζοντας τις ρυθμίσεις της υπουργού Εργασίας κυρίας Λούκας Κατσέλη σημειώνει ότι «το πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων που βρήκε τη στήριξη όλων των κοινωνικών εταίρων εν μέρει κερδήθηκε». Ως επιτυχία θεωρεί την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων και στα μη μέλη, τη διατήρηση της «κόκκινης γραμμής» του κατώτατου ορίου του βασικού μισθού και τη διατήρηση του κοινωνικού διαλόγου ως βασικής διαδικασίας διαβούλευσης και διαπραγμάτευσης. Αναφορικά με το ζήτημα της διαιτησίας και της μεσολάβησης, κρίνεται θετικό το γεγονός ότι η διαιτητική απόφαση σε κάθε περίπτωση, θα ρυθμίζει μόνο το μισθολογικό μέρος της διαπραγμάτευσης όσο και το γεγονός της ενίσχυσης του ρόλου των κοινωνικών εταίρων στον ΟΜΕΔ. Η αξιολόγηση του νέου νόμου από τους κοινωνικούς εταίρους να γίνει μετά 3 χρόνια, αντί της αρχικά προβλεπόμενης 8ετίας. Το σημαντικότερο κέρδος από τη διαπραγμάτευση ήταν η διατήρηση του δικαιώματος αυτορρύθμισης των κοινωνικών εταίρων, η αύξηση των παρεμβάσεών τους και η παγίωση του κεντρικού τους ρόλου.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Μίχαλος από την πλευρά του δήλωσε, μεταξύ των άλλων ότι «οι νέες ρυθμίσεις στα εργασιακά θεωρούμε ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, θα κριθούν στην πράξη από την ωριμότητα που θα δείξουν και οι δύο πλευρές, με δεδομένο ότι περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις σήμερα εμφανίζουν ζημιές και αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας». Και σχετικά με το νέο επενδυτικό νόμο «το ΕΒΕΑ εκτιμά ότι οι ρυθμίσεις του μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Καλό θα ήταν βέβαια να υπάρξει μια γενικευμένη πολιτική χαμηλής φορολογίας για το σύνολο των επιχειρήσεων, καθώς και η εξάλειψη σημαντικών άλλων αντικινήτρων για την επιχειρηματικότητα, όπως η γραφειοκρατία, οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, η αναποτελεσματικότητα και η διαφθορά σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες». Και σχετικά με τις ρυθμίσεις για τις ΔΕΚΟ, το ΕΒΕΑ «διαφωνεί κάθετα με τις οριζόντιες περικοπές μισθών, οι οποίες καταδικάζουν τις επιχειρήσεις αυτές σε ακόμη χαμηλότερη παραγωγικότητα. Η λύση για τις ΔΕΚΟ, εφόσον η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών της, είναι η τοποθέτηση ικανών μάνατζερ, η εφαρμογή σχεδίων αναδιάρθρωσης και η προσαρμογή των θέσεων εργασίας στα πραγματικά δεδομένα της κάθε αγοράς. Αυτό γίνεται σε όλες τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά και στις δημόσιες επιχειρήσεις που λειτουργούν στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ