Είναι η τελευταία τζαζ ντίβα. Αυτοσαρκάζεται, κολακεύεται όταν της λέω ότι το νέο look με το ξυρισμένο κεφάλι τής πηγαίνει, αναστενάζει όταν θυμάται τις καλές εικόνες που έχει από τη χώρα μας και εξοργίζεται όταν συζητεί για θέματα όπως ο ρατσισμός. Η Ντι Ντι Μπριτζγουότερ τα τελευταία χρόνια έχει βαλθεί να εκπλήξει τους πάντες με τη δισκογραφία της, που περιλαμβάνει από αφιερώματα στηνΕλα Φιτζέραλντ και στονΧόρας Σίλβερως τονΚουρτ Βάιλ, το γαλλικό chanson αλλά και τη μουσική από το Μάλι, όπου κατέφυγε όταν αναζήτησε τις ρίζες της. Εχει το ταλέντο να μεταμορφώνει καθετί με το οποίο καταπιάνεται και το ίδιο κάνει στο νέο άλμπουμ της «Εleonora Fagan (1915-1959): Τo Βillie With Love From Dee Dee», όπου η Ελεονόρα Φέιγκαν δεν είναι άλλη από την Μπίλι Χόλιντεϊ.

– Ενα ακόμη καλό άλμπουμ και μία ακόμη συναυλία στην Αθήνα.Τι σας συνδέει πλέον με τη χώρα μας;

«Δεν μπορώ να το προσδιορίσω. Οι δονήσεις, η ιστορία, η χώρα η ίδια, το φαγητό ασυζητητί… Οποτε έρχομαι νιώθω σαν στο σπίτι μου. Ακούω, χωρίς να τη γνωρίζω, τη μουσική σας από το ραδιόφωνο, δοκιμάζω τα φαγητά σας και όλα μοιάζουν εκείνη την ώρα τόσο φυσιολογικά για μένα. Εχω έλθει σε διαφορετικές εποχές στην Ελλάδα, καλοκαίρι, αλλά έχω περάσει και Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Ξέρεις, για εμένα που προέρχομαι από μια τόσο νέα σε Ιστορία χώρα όπως είναι οι ΗΠΑ, είναι εντυ πωσιακό να βρίσκεσαι σε μια χώρα όπου αναγνωρίζεις σε κάθε σημείο της ότι όλα ξεκίνησαν εκεί. Είναι ένα συναίσθημα που δεν περιγράφεται εύκολα. Πιστεύω επίσης ότι οι Ελληνες είναι πολύ όμορφοι!».

– Εχετε κάποια έντονη ανάμνηση; «Θυμάμαι κάποιες διακοπές στη Νεάπολη στην Πελοπόννησο. Ημουν με τη μικρή κόρη μου και με ένα πραγματικά παλιό αυτοκίνητο όταν από δικό μας λάθος καταλήξαμε ένα βράδυ ψηλά στο βουνό και σε ένα χωριό του οποίου το όνομα ούτε καν θυμάμαι. Χωρίς να ξέρουμε την περιοχή και έχοντας μείνει από βενζίνη, ο πρώτος άνθρωπος που βρέθηκε στον δρόμο μας μάς σύστησε τον μοναδικό ξενοδόχο της περιοχής, ο οποίος άνοιξε το ξενοδοχείο μόνο για εμάς. Φρόντισε για το φαγητό μας, τον ανεφοδιασμό μας με βενζίνη και την επόμενη ημέρα μπορέσαμε να συνεχίσουμε τις διακοπές μας».

– Το «Strange Fruit» είναι επίκαιρο σήμερα; (Αναφέρεται στους σκλάβους που κρεμούσαν οι λευκοί του Νότου στα δέντρα και βρήκε πολλές αντιδράσεις το 1939 που ηχογραφήθηκε.)

«Νομίζω ότι είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Πολλοί πιστεύουν ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει πλέον, αλλά ο ρατσισμός δεν είναι κάτι που ανακοινώνεται, αλλά κάτι που ζει κάποιος στην καθημερινότητά του». – Η εκλογή του Ομπάμα δεν αποτελεί κατά κάποιον τρόπο την αρχή του τέλους του ρατσισμού;

«Οι Ρεπουμπλικανοί τον θίγουν σε καθημερινή βάση με ρατσιστικά σχόλια και, το κυριότερο, πιστεύουν και λένε ότι ολόκληρο το πρόγραμμά του έχει να κάνει με το γεγονός ότι είναι Αφροαμερικανός. Και αυτός με τη σειρά του γίνεται απολογητικός και η κατάσταση δεν οδηγεί έτσι πουθενά. Πρέπει να τον σέβονται. Στο κάτω κάτω είναι ο πρόεδρος! Ζω σε μια πολύπλοκη χώρα. Φαντάζομαι ότι τώρα που βιώνετε την ενωμένη Ευρώπη καταλαβαίνετε λίγο την Αμερική: πολλές μικρές διαφορετικές χώρες! Τώρα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αυτό το οικονομικό πρόβλημα, φαντάζομαι, έχετε τη χαοτική αίσθηση που έχουμε και εμείς στη χώρα μας. Προσθέστε το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έπειτα από πολλές δεκαετίες διαπιστώνουν ότι δεν έχουν τον πρώτο λόγο στα πράγματα, και αυτό γίνεται με έναν Αφροαμερικανό στο τιμόνι. Υπάρχουν δυνάμεις που έχουν πάθει παράκρουση μέσα στη χώρα». – Πιστεύετε ότι η τέχνη θα επιβιώσει μέσα σε αυτές τις συνθήκες της οικονομικής κρίσης;

«Υπάρχει η γενικότερη αίσθηση ότι το τελευταίο πράγμα που αποζητεί το κοινό είναι μια συναυλία ή ένα CD, όμως δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει ακόμη, και ίσως περισσότερο από ποτέ, η ανάγκη του κόσμου να δει και να ακούσει πράγματα. Απλώς ο κόσμος επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με τα πάντα. Βεβαίως χρειάζεται να εργαστεί περισσότερο διαπιστώνοντας την ίδια ώρα ότι η “καλή ζωή” τελειώνει. Η μουσική βιομηχανία έχτισε τα πάντα στην πλάτη των καλλιτεχνών και τώρα προσπαθεί να βρει τρόπους ώστε να μη χάσει τα τεράστια ποσά που κέρδιζε τόσα χρόνια. Οι καλλιτέχνες όμως βλέπουν ότι πρέπει να πάρουν τον έλεγχο της ζωής τους στα χέρια τους. Καταλαβαίνουμε ότι ζούσαμε μια ψεύτικη ζωή, πέρα από τα όριά μας. Ολοι ζούσαμε με χρέη ως τον λαιμό από κάρτες και δάνεια μιμούμενοι μια ζωή που δεν ήταν πραγματική. Η ζωή όμως συνεχίζεται, έχω παιδιά, πρέπει να δουλέψω. Μπορεί να κερδίζω λιγότερα και να δουλεύω περισσότερο, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια περίοδος ανασυγκρότησης».

– Πώς βλέπετε την άνοδο λευκών τραγουδιστριών, όπως η Νταϊάνα Κραλ,η Νόρα Τζόουνς,η Μαντλέν Περού,η Μέλοντι Γκαρντό;

«Είναι πολύ ταλαντούχες, αλλά με εξαίρεση την Κραλ οι υπόλοιπες δεν τραγουδούν τζαζ. Πιστεύω ότι στην ανάδειξη αυτών των τραγουδιστριών έχει συμβάλει και το μάρκετινγκ. Τους φαντάζομαι να ψάχνουν απεγνωσμένα να εντοπίσουν τη μεγάλη λευκή τραγουδίστρια και στο πρόσωπο της Νόρα Τζόουνς να βλέπουν εκατομμύρια πωλήσεων, όπως και έγινε».

Η ΜΠΙΛΙ ΚΑΙ ΕΓΩ

– Πρώτα ασχοληθήκατε με την Ελα, τώρα με την Μπίλι…Τι ακολουθεί; «Δεν το ξέρω.Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκοπό να ηχογραφήσω καν αυτό το CD.To σχέδιό μου ήταν να φρεσκάρω την παλιά παράσταση “Lady Sings Τhe Βlues” ειδικά για την Αμερική,έχοντας στο μυαλό μου να αφήσω για λίγο τις περιοδείες και να σταθώ για ένα διάστημα σε ένα μέρος.Μάλιστα το αρχικό σχέδιο περιελάμβανε ένα διπλό CD,με το πρώτο να αφορά τα τέλη της δεκαετίας του ΄50 όπου διαδραματίζεται και η πλοκή του μιούζικαλ,ενώ το δεύτερο θα αφορούσε συνολικά την καριέρα της Μπίλι.Τελικώς ακόμη δεν έχει προχωρήσει και το άλμπουμ κυκλοφόρησε πρώτο».

– Ηταν εύκολο να φτιάξετε ένα άλμπουμαφιέρωμα σε μια τέτοια τραγουδίστρια; «Οχι,γιατί την πλησίασα συνολικά ως γυναίκα.Η Μπίλι ήταν ένα βασανισμένο πλάσμα.Φτωχή γυναίκα που έφτασε την τέχνη της σε δυσθεώρητα ύψη,μέσα όμως από πολλές δυσκολίες.Υπάρχουν πολλές ιστορίες για τις σχέσεις της με τους μουσικούς, τη ζωή της στον δρόμο και τα βρώμικα αστεία που έλεγε.Επρεπε να είναι σκληρή για να επιβιώσει- και ήταν.Είχε δύναμη που την έβλεπες στη μουσική της και δεν συμβιβαζόταν σε τίποτε.Αλλωστε έχουν περάσει και πολλά χρόνια.Οι νεότερες γενιές δεν γνωρίζουν πέρα από το όνομά της πόσο σπουδαία τραγουδίστρια υπήρξε».

– Ρωτώ γιατί ανήκετε σε διαφορετική σχολή τραγουδιού.Η φωνή σας έχει πολύ μεγαλύτερη έκταση και ο αυτοσχεδιασμός είναι το ατού σας.Η φωνή της Μπίλι κάλυπτε μόλις μία οκτάβα.

«Είναι περίεργο αλλά όταν ήμουν νέα όλοι μού έλεγαν ότι της μοιάζω.Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσα να τη μιμηθώ πολύ καλά (σσ.για λίγα λεπτά πιστεύω ότι έχω απέναντί μου την ίδια την Μπίλι Χόλιντεϊ).Αλλά τελικώς αυτό που ακούει ο ακροατής είμαι εγώ: η τέχνη της Μπίλι,χωρίς όμως να χάνεται η Ντι Ντι».

– Την επιλογή πώς την κάνατε; «Τα περισσότερα είναι τραγούδια της παράστασης.Αλλά για να είμαι ειλικρινής ηχογράφησα τα τραγούδια που γνώριζα εγώ πιο καλά (γελώντας).Ηθελα να νιώθω ασφαλής στο στούντιο και να μην έχω το μυαλό μου στην αποστήθιση νέων στίχων».

Η Ντι Ντι Μπριτζγουότερ παρουσιάζει την παράσταση «Τo Βillie With Love» στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών στις 22 Απριλίου.

Η προπώληση ξεκινά αύριο Δευτέρα στα ταμεία του Μεγάρου Μουσικής.

Πληροφορίες στο τηλ. 210 7282.333.