Σωστά έχει επισημανθεί από πολλούς αναλυτές ότι η οικονομική κρίση μαζί με συνθήκες γενικευμένης ανεργίας και ανασφάλειας προσφέρει το υπόβαθρο για δομικές αλλαγές στις σύγχρονες οικονομίες και κυρίως στις σχέσεις του κράτους με τις αγορές. Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας κ. Θαπατέρο , συναντώντας πριν από λίγες ημέρες τον πρωθυπουργό της Μ. Βρετανίας κ. Μπράουν , προέβη σε δηλώσεις που με σαφήνεια έθεταν τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Με εμφατικό τρόπο, ο ισπανός πρωθυπουργός παρατήρησε ότι οι μεγάλες χρηματοπιστωτικές εταιρείες, λειτουργώντας ασύδοτα σε μια απόλυτα απορρυθμισμένη χρηματοπιστωτική παγκόσμια αγορά, δημιούργησαν την πιο βαθιά κρίση του οικονομικού συστήματος των τελευταίων 80 ετών. Οι χρηματοπιστωτικοί κολοσσοί πριν από λίγο καιρό κατέρρεαν. Οι κυβερνήσεις από την Ιαπωνία ως την Ισπανία και από τη Γερμανία ως τις ΗΠΑ έσπευσαν άμεσα, χρησιμοποιώντας το υστέρημα των φορολογούμενων πολιτών τους, και διέσωσαν τις καταρρέουσες αυτές ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Οι μόλις διασωθείσες από τις κυβερνήσεις λοιπόν χρηματοπιστωτικές πολυεθνικές, εκφράζοντας τις «δυνάμεις της αγοράς», εν μέσω βαθιάς κρίσης στην πραγματική οικονομία, εγείρουν τους τελευταίους μήνες την απαίτηση από τις κυβερνήσεις να τιθασεύσουν τα δημόσια ελλείμματά τους. Αυτή την αντιφατικότητα και παραδοξότητα της συμπεριφοράς των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων καυτηρίασε με δικαιολογημένη οργή ο πρωθυπουργός της Ισπανίας.

Παράλληλα ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της κυριαρχίας των αυτοματισμών του συστήματος της ελεύθερης αγοράς, ο αμερικανός καθηγητής Φράνσις Φουκουγιάμα, φαίνεται να βάζει νερό στο «ιδεολογικό κρασί» του. Αναγνωρίζει τις αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού τομέα, αποστασιοποιείται από την παραδοχή ότι το σύστημα αυτορρυθμίζεται και αναζητεί ως λύση τη σύμπραξη του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα.

Τα πρώτα μηνύματα από τις ΗΠΑ του προέδρου Ομπάμα που δραστηριοποιείται προς αυτή την κατεύθυνση είναι μάλλον απογοητευτικά. Ενώ η Ενωμένη Ευρώπη βρίσκεται σε πολιτική παράλυση. Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ευρωζώνης χρήζει βαθιάς προσαρμογής. Η ελληνική περίπτωση έχει αποδείξει την έλλειψη μηχανισμού αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της ευρωζώνης και υπεράσπισης του κοινού νομίσματος από κερδοσκοπικές επιθέσεις. Ο ευρωπαίος πολίτης ακούει τον κ. Τρισέ, τον πρόεδρο της ΕΚΤ, να νουθετεί τις χώρες τις ευρωζώνης ότι πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη συρρίκνωση των ελλειμμάτων. Ενώ την ίδια στιγμή οι Θαπατέρο και Μπράουν διακηρύττουν ότι προέχει η αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας και έπεται η ανάταξη των δημοσίων οικονομικών τους. Είναι ευθύνη των πολιτικών να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία, σε πολιτική πλατφόρμα που θα επιφέρει μεταρρυθμιστικές τομές και ευελιξία στο θεσμικό πλαίσιο της ευρωζώνης. Αλλιώς η πολυδιαφημισμένη «Ευρώπη των πολιτών» θα αποτελεί σε λίγο ευθεία προσβολή της νοημοσύνης των ευρωπαίων πολιτών.

Ο κ. Δημήτριος Μ. Μιχαήλ είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.