Σκληρά μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, όπως κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων, κλείσιμο καταστημάτων και φυλακή για τους φοροφυγάδες, υιοθετεί η κυβέρνηση προκειμένου να ελέγξει το φαινόμενο που πήρε τεράστιες διαστάσεις στη χώρα μας.
Το νομοσχέδιο ορίζει ότι τα αδικήματα της φοροδιαφυγής εμπίπτουν στο εξής στις διατάξεις για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος, «προκειμένου αφενός μεν να αποδίδεται η ιδιαίτερη απαξία που αρμόζει στην παραβατική αυτή συμπεριφορά, αφετέρου δε να διασφαλίζεται πληρέστερος έλεγχος ελέγχου και τιμωρίας τους».
Μάλιστα για την καταπολέμηση της διαφθοράς που έχει διαβρώσει ΔΟΥ και Τελωνεία το νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα για «μυστικές» επιχειρήσεις. Οι ελεγκτές θα μπορούν στο εξής να παίζουν τον ρόλο πολιτών που συναλλάσσονται με τις ΔΟΥ και τα Τελωνεία και θα επιχειρούν να δωροδοκήσουν τους υπαλλήλους με στόχο όσοι ενδίδουν να συλλαμβάνονται επ΄ αυτοφώρω! Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι «τα αρμόδια όργανα για τον έλεγχο μπορούν να εμφανίζονται ως συναλλασσόμενα ή συμπράττοντα χωρίς κάτι τέτοιο να συνιστά αδίκημα, προκειμένου να συλλαμβάνεται εφοριακός ή τελωνειακός υπάλληλος που δωροδοκείται ή συναλλασσόμενος που επιδιώκει να φοροδιαφύγει».
Επίσης, ορίζεται αμοιβή για όποιον καταγγείλει και πιστοποιηθεί είτε δωροδοκία τελωνειακού ή εφοριακού υπαλλήλου είτε φορολογική ή τελωνειακή παράβαση συναλλασσόμενου και προσδιορίζεται το ύψος της αμοιβής σε συνάρτηση με το ποσό του προστίμου που θα εισπραχθεί από το Δημόσιο.
Παράλληλα γίνεται πιο αυστηρή η νομοθεσία για την αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων των επιτηδευματιών σε περιπτώσεις φορολογικών παραβάσεων. Με βάση τις νέες διατάξεις η αναστολή λειτουργίας επιβάλλεται πλέον υποχρεωτικά εκ του νόμου για διάστημα μέχρι 30 ημερών σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης των παραβάσεων. Ο υπουργός Οικονομικών καθορίζει με σχετική απόφασή του, ύστερα από πρόταση της Διεύθυνσης Ελέγχου, τον αριθμό και μόνο των ημερών αναστολής.
Η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση των προβλεπόμενων από τον ΚΒΣ στοιχείων κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών συνιστά πλέον ποινικό αδίκημα.
Για όσους χρωστούν στο Δημόσιο το νομοσχέδιο προβλέπει μεταξύ άλλων μέτρων την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων. Αυτό βέβαια ισχύει για όσους έχουν την ικανότητα αποπληρωμής των οφειλών τους (δηλαδή όλους, εκτός πτωχών) και βέβαια έχουν στο όνομά τους καταθέσεις ή περιουσιακά στοιχεία. Το υπουργείο Οικονομικών φιλοδοξεί το μέτρο αυτό να εφαρμοστεί αποτελεσματικά μέσω της σύνδεσης των εκκρεμών χρεών με στοιχεία από την ηλεκτρονική καταγραφή της ακίνητης περιουσίας (διασταυρώσεις).
Επίσης το νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα εφαρμογής του μέτρου «κατάσχεσης εις χείρας τρίτων» όσον αφορά τραπεζικούς λογαριασμούς, δηλαδή καταθέσεις, ακόμη και την καταβολή μισθοδοσίας. Βεβαίως σε αυτή την περίπτωση η παρακράτηση δεν γίνεται σε όλον τον μισθό, αλλά για ποσό πέραν των 1.500 ευρώ τον μήνα. Ακόμη, στο νομοσχέδιο προβλέπεται «λουκέτο» για ένα μήνα στα καταστήματα και ποινή φυλάκισης δύο μηνών για όλους τους επαγγελματίες αν συλληφθούν να μην κόβουν αποδείξεις κατά σύστημα (έως τρεις φορές).
Επιστρέφει το ΣΔΟΕ
Οπως έγραψε «Το Βήμα», με το νομοσχέδιο η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων μετονομάζεται σε Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), όπως ήταν και η αρχική ονομασία της υπηρεσίας. Στο νομοσχέδιο καθορίζεται το οργανόγραμμα και δίνονται αυξημένες ελεγκτικές αρμοδιότητες.