Η περασμένη Τετάρτη ήταν η επέτειος ενός πολύ λιγότερο ευτυχούς ορόσημου: τα 10 χρόνια από την ημέρα που η τεχνολογική αγορά του Νasdaq έσκασε και κάηκε. Η κερδοσκοπική υστερία για τις «καυτές» μετοχές της «Νέας οικονομίας» σε όλο τον κόσμο είχε κορυφωθεί το 1999 οδηγώντας την αμερικανική αγορά του Νasdaq υψηλότερα κατά 86%. Είχε ωστόσο ημερομηνία λήξης τη 10η Μαρτίου του 2000. Μετά την ιστορική εκείνη ημερομηνία όπου ο δείκτης Νasdaq είχε σκαρφαλώσει στα υψηλότερα επίπεδα της ιστορίας του, στις 5.132,52 μονάδες, έσκασε η φούσκα των τεχνολογικών μετοχών και κυρίως των μετοχών των εταιρειών του Ιnternet, με συνέπεια ο Νasdaq να βρίσκεται ακόμη στις 2.365 μονάδες.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 ως τον Μάρτιο του 2000 η ψυχολογία των επενδυτών κυριαρχούνταν από την κερδοσκοπική ευφορία και οι μετοχές ποιότηταςόπου η ποιότητα προσδιορίζεται από τα σταθερά εταιρικά κέρδη, από την ισχυρή οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και από ικανοποιητικά μερίσματα- ήταν εκτός χρηματιστηριακής μόδας.

Σαν τυφλοί ακολουθούσαν οι επενδυτές τις καυτές εκτιμήσεις των στρατηγικών αναλυτών των κορυφαίων τραπεζών επενδύσεων της Γουόλ Στριτ για τις μετοχές της «Νέας οικονομίας». Ο ένας αναλυτής προσπαθούσε να ξεπεράσει τον άλλον και όλοι συναγωνίζονταν για να πείσουν τους επενδυτές ότι το ράλι των μετοχών της «Νέας οικονομίας» επρόκειτο να εξελιχθεί σε μια μακροπρόθεσμα διατηρήσιμη πορεία και ότι ένα έξυπνο χαρτοφυλάκιο έπρεπε να περιλαμβάνει το νέο, το συναρπαστικό, το δυναμικό, χαρακτηριστικά των εταιρειών που περιλαμβάνονταν στην αγορά του Νasdaq.

«Αρκετοί άνθρωποι έχουν βαρεθεί να ακούν υπέρ της νέας οικονομίας και κατά της παλαιάς οικονομίας, αλλά έτσι έχουν τα πράγματα» δήλωνε τότε ο Ραλφ Ακαμπόρα , αναλυτής της Ρrudential Securities που είχε προβλέψει ότι ο δείκτης Νasdaq θα φθάσει στις 6.000 μονάδες μέσα σε 12-18 μήνες.

Ο Ιθαν Χάρις, στρατηγικός αναλυτής της Lehman Βrothers, είχε τότε δηλώσει προς το ΒΒC ότι ο Νasdaq « είναι λίγο υπερτιμημένος, αλλά πρόκειται για την αγορά του μέλλοντος ».