Για την Ελλάδα το μέτρο της αύξησης του συντελεστή φορολόγησης φυσικών προσώπων για εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ θα αποδειχθεί μάλλον εισπρακτικώς ανεπαρκές και ατελέσφορο αφού δεν αφορά παρά λίγες δεκάδες χιλιάδες φορολογουμένους. Ακόμη πιο «διακοσμητικό» μοιάζει να είναι ανάλογο μέτρο που εξήγγειλε την περασμένη Δευτέρα η κυβέρνηση της Πορτογαλίας που αφορά εισοδήματα άνω των… 150.000 ευρώ. Στη Βρετανία, όμως, η αύξηση του συντελεστή φορολόγησης- αύξηση γενναία, μάλιστα, από το 40% στο 50%- των εισοδημάτων που ξεπερνούν τις 150.000 στερλίνες (165.000 ευρώ) δεν είναι αστεία υπόθεση. Οχι επειδή αφορά πολύ περισσότερο κόσμο- η Βρετανία έχει εξαπλάσιο πληθυσμό και κυρίως είναι πολύ πιο πλούσια χώρα από την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι τα μέτρα της κυβέρνησης Μπράουν τείνουν να μετατρέψουν το περίφημο Σίτι του Λονδίνου σε ένα από τα πλέον αφιλόξενα χρηματοοικονομικά κέντρα του πλανήτη.
Το Σίτι αποτελεί, ως γνωστόν, το μεγαλύτερο τραπεζικό και εν γένει χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών ΚΡΜG, η αύξηση των συντελεστών φορολόγησης σε συνδυασμό με την κατάργηση φοροαπαλλαγών για εισοδήματα άνω των 100.000 στερλινών και την επιπλέον φορολόγηση των μπόνους που ξεπερνούν τις 25.000 στερλίνες, που από τον περασμένο Δεκέμβριο έχει επίσης προϋπολογίσει η κυβέρνηση Μπράουν, καταδικάζουν σε μιαν άνευ προηγουμένου φορολογική μιζέρια τους περίπου 25.000 τραπεζίτες και εν γένει διαχειριστές κεφαλαίων του Σίτι- τόσοι υπολογίζεται ότι επιβίωσαν της κρίσης. Ετσι το Λονδίνο, από την πλέον φιλόξενη από φορολογικής απόψεως πρωτεύουσα για τους (πολύ) υψηλόμισθους εργαζομένους, μετατρέπεται σε μία από τις πλέον απωθητικές. Τα τέσσερα σενάρια
Τέσσερα σενάρια φορολογουμένων επεξεργάστηκε η ΚΡΜG: ανύπανδρος Βρετανός με μισθό 100.000 στερλίνες και μπόνους 150.000 στερλίνες, νυμφευμένος Βρετανός με δύο παιδιά, μισθό 150.000 στερλίνες και μπόνους 350.000 στερλίνες, Αμερικανός ανύπανδρος διαχειριστής hedge fund με μισθό 250.000
στερλίνες και μπόνους 750.000 στερλίνες και, τέλος, γάλλος τραπεζίτης στο Σίτι (ναι, συμβαίνει πλέον τόσο συχνά που μπαίνει και στα παραδείγματα!) νυμφευμένος, με δύο παιδιά, με μισθό επίσης 250.000 στερλίνες και μπόνους 750.000 στερλίνες. Με το σημερινό φορολογικό καθεστώς το Λονδίνο (μαζί με τη Ζυρίχη, το Ντουμπάι και το Χονγκ Κονγκ) συγκαταλέγεται και στα τέσσερα παραδείγματα μεταξύ των πλέον ευνοϊκών φορολογικώς χρηματοοικονομικών κέντρων. Με το νέο καθεστώς στα τρία από τα τέσσερα παραδείγματα το Λονδίνο έρχεται στην προτελευταία θέση μεταξύ οκτώ μεγάλων χρηματοοικονομικών κέντρων της υφηλίου που ερευνά η ΚΡΜG (τα τέσσερα προαναφερθέντα και επίσης η Νέα Υόρκη, η Φραγκφούρτη, το Παρίσι και η Γενεύη). Στην τελευταία βρίσκεται βεβαίως η οικονομική πρωτεύουσα της ευρωζώνης, η Φραγκφούρτη.
Η Φραγκφούρτη, βεβαίως, είναι η πρωτεύουσα της κεϊνσιανής, παρεμβατικής και κρατικιστικής ηπειρωτικής Ευρώπης. Η κρίση όμως δημιούργησε υπαρξιακά προβλήματα στους οπαδούς της απολύτως ελεύθερης αγοράς που συνιστούσαν επί τρεις δεκαετίες την αδιαμφισβήτητη παγκόσμια (και παγκοσμιοποιημένη) οικονομική ορθοδοξία. Οχι σε όλους.
Πλήγμα για το Σίτι
Ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπορίς Τζόνσον, π.χ., ήταν από τους πρώτους που όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στα μέτρα Μπράουν διακηρύσσοντας με στεντόρεια φωνή ότι θα πλήξουν το Σίτι ως διεθνές χρηματοοικονομικό κέντρο. Η έρευνα της ΚΡΜG τον δικαίωσε. «Είναι προφανές ότι θα χάσουμε ταλέντα.Θα χάσουμε καλά μυαλά.Οποιος ισχυρίζεται το αντίθετο είναι αφελής.Ισως να μην ασχοληθεί εκτενώς ο Τύπος με την επερχόμενη αφαίμαξη του Σίτιαφού όσοι τα μαζέψουν και φύγουν θα φύγουν με μεγάλη διακριτικότητα» δήλωσε στη γαλλική εφημερίδα «Les Εchos» ο πρόεδρος του δημοτικού διαμερίσματος του Σίτι Στιούαρτ Φρέιζερ.
Οι φορολογικές ρυθμίσεις της κυβέρνησης Μπράουν πρόκειται να εφαρμοστούν από τις 6 Απριλίου. Και θα ισχύσουν μάλλον ως το τέλος του τρέχοντος οικονομικού έτους, ακόμη και αν στις επικείμενες εκλογές κερδίσουν Συντηρητικοί- εκδοχή που παραμένει πιθανότερη, παρά το εντυπωσιακό κλείσιμο της ψαλίδας από τους Εργατικούς του Μπράουν στις δημοσκοπήσεις. Οχι επειδή οι Συντηρητικοί έπαψαν αίφνης να διάκεινται φιλικώς προς τους οικονομικώς ευρώστους. Ούτε επειδή η ρύθμιση θα προβλέπεται στο νέο προϋπολογισμό των Εργατικών, που θα κληρονομήσουν. Οι Συντηρητικοί θα διατηρήσουν το μέτρο επειδή από ταμειακής απόψεως θα τους «βολέψει» στους σημερινούς δύσκολους καιρούς. Οσο για τους τραπεζίτες που ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για άλλους, λιγότερο μίζερους φορολογικά τόπους, μάλλον δεν είναι για λύπηση. Ευτυχείς θα είναι αν οι εξελίξεις τούς επιτρέψουν να διατηρήσουν ζωντανή την ελπίδα της επιστροφής.