Παρά την εξαγγελία των νέων μέτρων της κυβέρνησης, οι αγορές φαίνεται να διατηρούν τα spreads των ελληνικών ομολόγων σε υψηλά επίπεδα, γεγονός που αποδίδεται από αναλυτές στις ασφυκτικές κερδοσκοπικές πιέσεις. Οι κερδοσκοπικές αυτές πρακτικές συνίστανται, ως επί το πλείστον, σε αθρόες ανοικτές πωλήσεις τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου ή σε αρνητικές θέσεις σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα επί ελληνικών ομολόγων ή στην αγορά συναλλάγματος, και συνοδεύονται συνήθως με αρνητικά δημοσιεύματα ή αρνητικές αναλύσεις εις βάρος της πορείας της ελληνικής οικονομίας. Μολονότι οι πρακτικές αυτές, οι οποίες οδήγησαν και στη διολίσθηση του ευρώ έναντι του δολαρίου, ετέθησαν στο στόχαστρο δηλώσεων και της ελληνικής αλλά και της κοινοτικής πολιτικής ηγεσίας και οικονομικών παραγόντων της ευρωζώνης, δεν έχει υπάρξει, ως σήμερα, καμία συντονισμένη πρωτοβουλία αντιμετώπισής τους, ενώ γίνεται λόγος για την ανυπαρξία κατάλληλων μηχανισμών αντιμετώπισης.

Ωστόσο με τον νόμο 3340/2005 με τον οποίο ενσωματώθηκε στο ελληνικό Δίκαιο η ευρωπαϊκή οδηγία για την Κατάχρηση Αγοράς, εφόσον οι ως άνω κερδοσκοπικές πρακτικές πληρούν τις προϋποθέσεις για να αποδοθεί σε αυτές ο χαρακτηρισμός της «χειραγώγησης αγοράς» εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, ανεξάρτητα από το αν λαμβάνουν χώρα στο εξωτερικό ή όχι. Η ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για τη διενέργεια των σχετικών ελέγχων ή/ και την επιβολή κυρώσεων. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή Εποπτικών Αρχών άλλων χωρών, ενώ τα ενδεχόμενα πρόστιμα (ύψους ως 6 εκατ. ευρώ) μπορούν να εκτελεστούν οπουδήποτε εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα υπαίτια πρόσωπα διατηρούν περιουσιακά στοιχεία και λογαριασμούς. Ακόμη και η απλή ανακοίνωση διενέργειας ελέγχων επί συγκεκριμένων προσώπων και εταιρειών θα μπορούσε να οδηγήσει σε δέσμευση των λογαριασμών τους με πρωτοβουλία των θεματοφυλάκων τους, καθώς σε περίπτωση που αποδειχθούν οι εν λόγω υπόνοιες βάσιμες καθίστανται οι ίδιοι υπεύθυνοι για την αποδέσμευση των κεφαλαίων, εξουδετερώνοντας έτσι τις όποιες κερδοσκοπικές επιθέσεις.

Μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να δώσει το κατάλληλο μήνυμα στις αγορές, καθώς και το έναυσμα για αντίστοιχες κινήσεις από άλλες Εποπτικές Αρχές άλλων κρατών-μελών. Επιπλέον, με δεδομένο ότι γίνεται λόγος για συντονισμένες ενέργειες σε βάρος της Ελλάδας και του ευρώ, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να προβεί σε καταγγελία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού για ενδεχόμενες εναρμονισμένες πρακτικές ή συμπράξεις στη σχετική αγορά των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Μήπως είναι καιρός από το να περιοριζόμαστε στη διάγνωση και να ελπίζουμε σε έξωθεν βοήθεια να κάνουμε χρήση των μέσων θεραπείας που διαθέτουμε;

Ο κ. Αθ. Στ. Κουλορίδας είναι νομικός σύμβουλος ΕΝΕΙΣΕΤ, ειδικός επιστήμονας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.