Οι περιορισμοί που επιβάλλει το τουρκικό κράτος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο απειλούν την ίδια την ύπαρξή του, διότι ο μειούμενος πληθυσμός της Ελληνικής Ορθόδοξης κοινότητας, αποτελούμενης από 2.500 άτομα, δεν μπορεί να διατηρήσει τον θεσμό, επισημαίνεται στο κεφάλαιο περί θρησκευτικών ελευθεριών της φετινής έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σημειώνεται και πάλι ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την οικουμενικότητα του Ελληνορθόδοξου Πατριάρχη, αλλά μόνο την ιδιότητά του ως επικεφαλής της Ελληνορθόδοξης κοινότητας, καθώς και το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν δήλωσε πως η χρήση του όρου «Οικουμενικός» από τον Πατριάρχη δεν θα έπρεπε να αποτελεί θέμα ρυθμιζόμενο από το κράτος.
Επαναλαμβάνεται ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιδιώκει το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και επισημαίνεται πως το Δεκέμβριο του 2008 το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών επέτρεψε θεωρήσεις βίζας διάρκειας ενός έτους για ξένους κληρικούς που υπηρετούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ακόμη,γίνεται λόγος για την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα που απαγορεύει την προσαγωγή σε δίκη πολιτών σε στρατιωτικά δικαστήρια, ενώ ως «θετική εξέλιξη» χαρακτηρίζονται τα μέτρα για τη χρήση της κουρδικής γλώσσας καθώς και μη-τουρκικών γλωσσών.
Σημειώνεται επίσης η «σημαντική μείωση» των περιπτώσεων εκδίκασης υποθέσεων και καταδικών βασισμένων στο άρθρο 301 του ΠΚ, που απαγορεύει την προσβολή του «τουρκικού κράτους», οι τηλεοπτικές εκπομπές στα κουρδικά και αρμενικά από την κρατική τηλεόραση καθώς και η άδεια εκπομπών από ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς για εκπομπές σε μη τουρκικές γλώσσες. Επετράπη επίσης σε πανεπιστημιακό Τμήμα να διδάσκει την κουρδική γλώσσα ως «ζωντανή» γλώσσα.