Τα θύματα δεν μιλούν, οι αριθμοί όμως είναι αποκαλυπτικοί: όπως αναφέρει ο δρ Ορέστης Γιωτάκος, ψυχίατρος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Πρόληψης Σεξουαλικής Κακοποίησης, μελέτες της συγκεκριμένης εταιρείας καταδεικνύουν ότι «τουλάχιστον 10%-20% των ενήλικων γυναικών πέφτουν θύματα σεξουαλικής επίθεσης, ενώ το 8% των νέων ελλήνων ανδρών έχει κάνει σεξ με κάποια κοπέλα χωρίς η ίδια να συμφωνεί. Τα επίπεδα της σεξουαλικής επιθετικότητας που δηλώθηκαν είναι παρόμοια με αυτά που έδειξαν έρευνες σε χώρες της Αμερικής, της Βόρειας Ευρώπης και της Αυστραλίας».

Σε έρευνα που εκπόνησε ο δικηγόρος κ. Αγγελος Τσιγκρής, διδάκτωρ Εγκληματολογίας, φαίνεται ότι κάθε χρόνο διαπράττονται στην Ελλάδα περίπου 4.500 βιασμοί, από τους οποίους μόνο οι 270 (ποσοστό 6%) καταγγέλλονται στην Αστυνομία, μόνο οι 183 καταλήγουν σε σύλληψη κάποιου υπόπτου, μόνο οι 47 υποθέσεις φτάνουν στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο για να εκδικασθούν, μόνο οι 20 καταλήγουν σε καταδικαστική απόφαση και τελικά μόνο σε εννέα βιασμούς η στερητική της ελευθερίας ποινή που επιβάλλεται στον δράστη είναι μεγαλύτερη από 5 χρόνια, ενώ στις υπόλοιπες 11 καταδικαστικές αποφάσεις βιασμού το δικαστήριο προχωρεί σε μεταβολή της κατηγορίας από κακούργημα σε κάποιο πλημμέλημα. Στην ίδια έρευνα μετρείται και το ποσοστό των θυμάτων που αυτοενοχοποιούνται: έξι στα δέκα θύματα βιώνουν συναισθήματα ενοχής για την επίθεση που δέχθηκαν. Το παραπάνω αποτέλεσμα- αν συνδυαστεί με το 35% των θυμάτων που πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να είχαν αποφύγει τον βιασμό τους αν είχαν συμπεριφερθεί διαφορετικά- οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μεγάλη πλειονότητα των θυμάτων θεωρεί την ενοχή δική του υπόθεση.

Στη Βρετανία πολύ πρόσφατη έρευνα σε δείγμα 1.000 πολιτών του Λονδίνου δείχνει ότι το 20% των ερωτηθέντων θεωρεί ένοχες τις γυναίκες αν αυτές πήγαν με τη θέλησή τους στο σπίτι του βιαστή, ενώ οι μισές γυναίκες που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο υποστήριξαν ότι τα θύματα έφεραν κάποια ευθύνη για τον βιασμό τους! «Η άποψη ότι το θύμα ευθύνεται για τον βιασμό του είναι ευρέως διαδεδομένη, τόσο στη συνείδηση του μέσου πολίτηόσο και μεταξύ των επίσημων φορέων κοινωνικού ελέγχου του εγκλήματος. Η άποψη αυτή τείνει να γίνει η κυρίαρχη» επισημαίνει ο κ. Τσιγκρής.