Ο ΠΡΩΗΝ αμερικανός πρεσβευτής στην Αγκυρα Μαρκ Πάρις τον απεκάλεσε σχετικά πρόσφατα «Χένρι Κίσινγκερ της Τουρκίας». Αν και η παρομοίωση με τον «μάγο» της αμερικανικής διπλωματίας θα εθεωρείτο από πολλούς ιεροσυλία, η επιρροή του Αχμέτ Νταβούτογλου στην εξωτερική πολιτική της Αγκυρας είναι τέτοια που μπορεί να παραλληλιστεί με εκείνη που ασκούσε ο… δαιμόνιος
Χένρι στην Ουάσιγκτον. Ο αρχιτέκτονας της «ρυθμικής διπλωματίας» της Τουρκίας που κρύβεται πίσω από όλες τις κινήσεις της γειτονικής χώρας, η οποία είναι εσχάτως πανταχού παρούσα σε όλη τη Μέση Ανατολή και την Ασία, με καταιγισμό πρωτοβουλιών. Αυτές αφορούν μεταξύ άλλων τη διαμεσολάβηση μεταξύ Ισραήλ και Συρίας (στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Νταβούτογλου δεν δίστασε να προτείνει και την πρόσκληση του εξόριστου στη Δαμασκό
ηγέτη της Χαμάς Χαλέντ Μεσάαλ στην Αγκυρα το 2006), την προσέγγιση με την Αρμενία και το ιρακινό Κουρδιστάν, την ανάληψη ενεργού ρόλου στον Καύκασο μετά τον πόλεμο Ρωσίας- Γεωργίας ή την προθυμοποίηση μεσολάβησης μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης. Απώτερος στόχος του διοπτροφόρου κ. Νταβούτογλου είναι η εμπέδωση της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης και- γιατί όχι;- η αναβάθμισή της σε παγκόσμια δύναμη.

O κορυφαίος σύμβουλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι τόσο ισχυρός ώστε ο ισλαμιστής πρωθυπουργός αλλά και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Αμπντουλάχ Γκιουλ τον σέβονται απεριόριστα. Τον αποκαλούν μάλιστα «δάσκαλο». Οι δύο άνδρες πρόσεξαν τον 49χρονο κ. Νταβούτογλου κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 εξαιτίας ορισμένων δοκιμίων που είχε γράψει για τις σχέσεις Ισλάμ και Δύσης. Οσο για τον υπουργό Εξωτερικών Αλί Μπαμπατζάν, αυτός δεν πάει σε καμία κρίσιμη επίσκεψη χωρίς τον κ. Νταβούτογλου. Ωστόσο, ο πρωθυπουργικός σύμβουλος δεν ήταν παρών στην τελευταία επίσκεψη του κ. Μπαμπατζάν στην Αθήνα- με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Γεννηθείς σε οικογένεια εμπόρων στο συντηρητικό Ικόνιο ο κ. Νταβούτογλου αποτελεί κλασική έκφραση ευσεβούς μουσουλμάνου. Μαθήτευσε σε ένα από τα καλύτερα λύκεια της Κωνσταντινούπολης όπου σπούδασε στα γερμανικά. Στη συνέχεια εστράφη προς τις πολιτικές επιστήμες. Ελαβε διδακτορικό δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και στη συνέχεια δίδαξε τόσο στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Μαλαισίας όσο και στο τουρκικό Πανεπιστήμιο Μπαχτσέ Σεχίρ. Το 2002, όταν το ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) ανήλθε στην εξουσία, έλαβε τον τίτλο του πρέσβη.

Ανθρωποι που είναι σε θέση να γνωρίζουν στοιχεία του χαρακτήρα του τον χαρακτηρίζουν «ήρεμο και χαμηλού προφίλ». Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και σήμερα επιμένει στη διατήρηση της ακαδημαϊκής του ιδιότητας, αρνούμενος να αποδεχθεί οποιοδήποτε πολιτικό- υπουργικό αξίωμα. Οι εμφανίσεις του στα μέσα ενημέρωσης είναι επιλεγμένες, όπως και η συμμετοχή του σε συνέδρια του εξωτερικού. Ενδεικτικό όμως της δύναμής του είναι ότι συνομιλεί απευθείας με ηγέτες όπως ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο κ. Νταβούτογλου έχει γράψει πέντε βιβλία. Αυτό όμως που τον καθιέρωσε και το οποίο κατέληξε σήμερα να θεωρείται η «βίβλος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής» που ακολουθεί πιστά το κυβερνών κόμμα του κ. Ερντογάν το έγραψε το 2001, με τίτλο Στρατηγικό βάθος- Η διεθνής θέση της Τουρκίας. Πρόκειται ουσιαστικά για πραγματεία περίπου 500 σελίδων (χωρίς βιβλιογραφία), χαρακτηριστικό της οποίας είναι ότι προς το παρόν δεν έχει μεταφραστεί σε οποιαδήποτε γλώσσα. Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές όμως «πρόκειται για το πιο συστηματικό,ουσιαστικό και αναλυτικό όραμα σχετικά με τη στρατηγική θέση της Τουρκίας το οποίο έχει γραφτεί ποτέ».

Τι υποστηρίζει λοιπόν ο «Κίσινγκερ της Τουρκίας»; Ο κ. Νταβούτογλου προσπαθεί να θέσει επί νέας βάσεως το δόγμα του «νεο-οθωμανισμού» που πρώτος είχε διατυπώσει, μάλλον πρόχειρα, ο πρώην πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ. Το βασικό του επιχείρημα είναι ότι η εξωτερική πολιτική της Αγκυρας έδινε επί πολλά χρόνια υπερβολική έμφαση στις σχέσεις με τη Δυτική Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, αγνοώντας τα τουρκικά συμφέροντα σε άλλες περιοχές, κυρίως στη Μέση Ανατολή, καθώς και όσον αφορά τη Ρωσία.

Η Τουρκία λοιπόν πρέπει να συνδυάσει τον φιλοδυτικό της ρόλο με τη μουσουλμανική κληρονομιά της, ώστε «να επαναρρυθμίσει» τη διπλωματία της και να αποκτήσει το αναγκαίο «στρατηγικό βάθος» που περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο Νταβούτογλου δεν αφιερώνει στο βιβλίο περισσότερες από δύο σελίδες στις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο. Και τούτο διότι εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να βρει ευκαιρίες συνεργασίας, όχι να ασχοληθεί με συγκρούσεις. Αυτές τις χειρίζεται η γραφειοκρατία του υπουργείου Εξωτερικών, όχι οι κκ. Ερντογάν, Γκιουλ και Μπαμπατζάν.

Σύμφωνα με τον πολιτικό αναλυτή και αρθρογράφο της τουρκικής εφημερίδας Ζaman Ομερ Τασπινάρ το όραμα του Νταβούτογλου στηρίζεται σε τρεις πυλώνες. Σύμφωνα με τον πρώτο, η Τουρκία πρέπει να συμβιβαστεί με το μουσουλμανικό και οθωμανικό παρελθόν της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Αυτό οδηγεί στον δεύτερο πυλώνα: η Τουρκία πρέπει να ασκεί εξωτερική πολιτική με αυτοπεποίθηση και αίσθηση μεγαλείου. Κατά τον Νταβούτογλου, η Τουρκία είναι περιφερειακή υπερδύναμη και πρέπει να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην περιφέρειά της, άποψη στην οποία αντιδρά έντονα το κεμαλικό κατεστημένο. Ο τρίτος πυλώνας είναι ο συνδυασμός των καλών σχέσεων με τη Δύση αλλά και τον μουσουλμανικό κόσμο. Κατά τον Νταβούτογλου, η Αγκυρα πρέπει να επιμείνει στην προοπτική ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), διότι μόνο έτσι θα μετατραπεί σε ισχυρό, σύγχρονο κράτος που θα εμπνέει σεβασμό.