Η ΠΡΟ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ διατάξεως συζήτηση την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή μεταξύ των πολιτικών αρχηγών δεν δονήθηκε από τις αναμενόμενες
ρητορικές «εκρήξεις», δεν έλαβε χαρακτηριστικά μεγάλης σύγκρουσης.Ηταν,παρά την κρίση και τις αντιθέσεις που αναδεικνύει, μια, κατά γενική ομολογία, ηπίων τόνων συζήτηση. Και γι΄ αυτό πολλούς έβαλε σε σκέψεις.
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι οι ηγέτες των κομμάτων απέφυγαν τις εντάσεις,επειδή τα σήματα και τα μηνύματα που λαμβάνουν, παραπέμπουν σε ημέρες δύσκολες και σε συνθήκες ιδιαιτέρως δυσμενείς για τη χώρα και τους πολίτες της.

Oπρωθυπουργός κ.

Κ. Καραμανλής είχε ενημερωθεί τις προηγούμενες ημέρες από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ.

Γ. Προβόπουλογια την επικινδυνότητα των οικονομικών συνθηκών και ιδιαιτέρως για τις νέες απειλές που εγκυμονεί η χρηματοδότηση του υπερμεγέθους δημοσίου χρέους. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ.

Γ.Παπανδρέουεπίσης είχε την ευκαιρία να ακούσει από την κυρίαΛούκα Κατσέλητα μηνύματα τουΧοακίν Αλμούνια, με τον οποίο συναντήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες. Αλλά και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ.

Αλ. Αλαβάνος, ο οποίος διατηρεί στενές επαφές με το ευρωπαϊκό σύστημα εκ της μακράς θητείας του στο Ευρωκοινοβούλιο, είναι σε θέση να γνωρίζει την κρισιμότητα της περιόδου. Και όντως τα πράγματα, από όποια σκοπιά και αν κανείς τα βλέπει, δεν πάνε κατ΄ ευχήν.

Δεν απέδωσαν οι μειώσεις επιτοκίων
Παρά τον πακτωλό της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες και τα δημοσιονομικά πακέτα από τις κυβερνήσεις των προηγμένων χωρών του κόσμου, η κρίση δείχνει να μην τιθασεύεται. Επιπροσθέτως οι μεγάλες μειώσεις ευρωεπιτοκίων δεν απέδωσαν τα προσδοκώμενα, ούτε καν στο πεδίο των προσδοκιών. Η ευρωπαϊκή οικονομία έχει εισέλθει ήδη στην ύφεση, η αμερικανική βιώνει ολοένα και πιο οδυνηρά το πρόβλημα της ανεργίας, η Ιαπωνία και αυτή βυθίζεται, σε σημείο που επέβαλε στη Ηonda να αποσύρει την ομάδα της από το πρωτάθλημα της «Formula 1».

Οπως μεταδίδουν αξιόπιστες πηγές από τα βασικά οικονομικά κέντρα της Ευρώπης, το κλίμα διατηρείται βαρύ και για την ώρα κανένα φως δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Οσοι συνομιλούν τις τελευταίες ημέρες με την Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μεταφέρουν κύματα απαισιοδοξίας. Και αυτό γιατί οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες δεν εξομαλύνονται, όπως πολλοί ανέμεναν.

Οι οικονομίες υποχρηματοδοτούνται, η κρίση μεταφέρεται στις επιχειρήσεις και από αυτές στις κοινωνίες. Τα περισσότερα προγράμματα εγγυήσεων και κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών δεν έχουν ακόμη εφαρμοσθεί, είτε επειδή οι ευρωπαϊκές αρχές ανταγωνισμού τα αμφισβητούσαν είτε επειδή οι τράπεζες ήταν απρόθυμες να ενταχθούν σε αυτά.

Ολες αυτές όμως οι περιπλοκές και αναστολές φαίνεται πως επιδείνωσαν ακόμη περισσότερο τις πιστωτικές συνθήκες στην Ευρώπη.

Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι τις τελευταίες ημέρες οι διαφορές μεταξύ των ευρωεπιτοκίων και των αντιστοίχων που αναλογούν σε εταιρικούς τίτλους, αντί να μειώνονται διευρύνονται. Ετσι εξηγείται και το παράδοξο να μειώνει ο κ. Τρισέ τα επιτόκια και το κόστος του χρήμα τος να αυξάνεται και η ροή του προς τις επιχειρήσεις να μην αποκαθίσταται, όπως διαπιστώνεται και στη χώρα μας.

Την περασμένη εβδομάδα η Τράπεζα της Ελλάδος δέχθηκε πολλά παράπονα από μεγάλες επιχειρήσεις, ότι«οι τράπεζες γυρνούν την πλάτη στα χρηματοδοτικά αιτήματά τους»και πως εξαιτίας αυτής της στάσης έχουν μεγάλες ανάγκες ρευστότητας. Φαίνεται ότι οι τράπεζες εξαντλούν σιγά σιγά τις δυνατότητες απευθείας άντλησης ρευστότητας από το ευρωσύστημα, καθώς ξεμένουν από εξασφαλίσεις, μεταφέροντας τη δική τους πίεση στην επιχειρηματική αγορά. Γεγονός που δηλοί ότι αναγκαστικά πλέον θα ενταχθούν στο πρόγραμμα των 28 δισ. ευρώ. Κατά τα φαινόμενα θα ενταχθούν όλες, ακόμη και εκείνες που εμφανίζονταν ισχυρές και αντιδρώσες.

Παρατεινόμενες όμως οι συνθήκες υποχρηματοδότησης πιέζουν ολοένα και ασφυκτικότερα την οικονομία. Οι επιχειρήσεις κατευθύνονται σιγά σιγά προς την περικοπή των θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα η αλυσίδα της κρίσης να μεγαλώνει ακόμη περισσότερο.

Ωστόσο το πιο ανησυχητικό σήμα που λαμβάνει η πολιτική ηγεσία είναι αυτό του δημοσίου χρέους. Ηδη υπό το βάρος ακριβώς των δυσμενών πιστωτικών συνθηκών, νέα προβλήματα σαν και αυτό της Ουγγαρίας αντιμετωπίζουν τώρα η Λετονία και οι λοιπές χώρες της Βαλτικής. Γεγονός που φέρνει με ένταση στο προσκήνιο και την περίπτωση της χώρας μας. Το ελληνικό πρόβλημα ευχερούς χρηματοδότησης του δημοσίου χρέους συζητείται ολοένα και συχνότερα στις Βρυξέλλες, το τελευταίο διάστημα. Θα αναδειχθεί στις αρχές του νέου χρόνου και πιθανώς να απειλήσει σοβαρά όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά και την ίδια τη χώρα.

Το χρέος καιοι κίνδυνοι
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και πιθανώς το προσεχές διάστημα η πολιτική ηγεσία της χώρας να δεχθεί ειδικές ενημερώσεις από επίσημες πηγές των Βρυξελλών και της Φραγκφούρτης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Οικονομίας κ.

Γ. Αλογοσκούφης θα αποφύγει να διεκδικήσει μεγάλο δανεισμό από τις διεθνείς αγορές τους πρώτους μήνες του 2009 και θα κατανείμει το δανειακό πρόγραμμα σε όλο το έτος, με την ελπίδα να βρει καλύτερες συνθήκες στα μέσα του νέου έτους. Οπως και να έχει το πρόβλημα απασχολεί εντόνως και ίσως να είναι αυτό που τελικώς επέβαλε τους ήπιους τόνους στην προχθεσινή συζήτηση της Βουλής. Δεν είναι απίθανο, στον βαθμό που οι διεθνείς πιστωτικές συνθήκες επιδεινωθούν προσεχώς, να επηρεασθούν καθοριστικά οι πολιτικές συνθήκες στη χώρα. Ποιος ξέρει, ίσως να είναι μοιραίο τελικά το δημόσιο χρέος να φέρει πιο κοντά τις πολιτικές δυνάμεις.