ΕΔΙΜΒΟΥΡΓΟ Ξόδεψε το πρώτο χαρτζιλίκι του όταν ήταν πέντε χρόνων για να μάθει να διαβάζει, έπρεπε όμως να περάσουν 70 χρόνια για να συνειδητοποιήσει την αξία αυτού του γεγονότος. Στα 13 του παράτησε το σχολείο για να μοιράζει γάλα στις γειτονιές του Εδιμβούργου και για να πληρώσει ένα εισιτήριο για τον κινηματογράφο μάζευε μπουκάλια. Αυτά και άλλα πολλά θυμάται ο Σον Κόνερι στη νέα αυτοβιογραφία του με τίτλο- τι άλλο;- «Το να είσαι Σκωτσέζος» («Βeing a Scot»). Ο πρώτος και κατά πολλούς ο καλύτερος «Τζέιμς Μποντ» παρουσίασε το βιβλίο του στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Εδιμβούργου χθες, ημέρα των 78ων γενεθλίων του.

Ισως οι θαυμαστές του δημοφιλέστερου κινηματογραφικού πράκτορα να απογοητευθούν από το βιβλίο. Ο Κόνερι δεν περιγράφει σε αυτό τις περιπέτειές του ως Μποντ. Αντίθετα, σε μεγάλο μέρος του επιχειρεί να αναιρέσει όσες ανακρίβειες έχουν γραφεί για το πρόσωπό του. Και φυσικά μιλάει για την αγαπημένη του πατρίδα και για την κουλτούρα της: από τον ποιητή Ρόμπερτ Μπαρνς ως τον συγγραφέα σερ Γουόλτερ Σκοτ και τη Μαίρη Στιούαρτ της Σκωτίας. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο Κόνερι είναι οπαδός του Εθνικιστικού Κόμματος της Σκωτίας, που υποστηρίζει την ανεξαρτησία της.

Ο εθνικισμός άλλωστε είναι διάχυτος στο κείμενό του. Κατά τον Κόνερι, στη Σκωτία οφείλουν οι Αμερικανοί την πρώτη κινηματογραφική ταινία τους. «Η Σκωτία έδωσε στις ΗΠΑ το θέμα για την πρώτη κανονική ταινία τους, την “Εκτέλεση της Μαίρης Στιούαρτ”, όπου τον βασικό ρόλο υποδυόταν ένας άντρας, τουλάχιστον ως το τελικό μοντάζ» γράφει. «Ο πιο διακεκριμένος σκηνοθέτης της Σκωτίας ήταν ο Φρανκ Λόιντ» συνεχίζει λίγο παρακάτω. «Γεννημένος το 1886 σε μια οικογένεια που ασχολιόταν με το μιούζικ χολ στο Κάμπουσλανγκ της Γλασκώβης και ηθοποιός και ο ίδιος ως τα 15 του, το 1913 έπαιζε ήδη στο Χόλιγουντ, όπου σύντομα άρχισε να γράφει και να σκηνοθετεί βουβές ταινίες. (…) Ηταν ένας από τους ιδρυτές της Ακαδημίας Κινηματογράφου και Επιστημών το 1927». Και λίγο πιο κάτω συμπεραίνει ότι «από τις απαρχές του κινηματογράφου τα ιστορικά θέματα της Σκωτίας έτρεφαν την όρεξη του Χόλιγουντ», για να αναλύσει στη συνέχεια αυτές τις ταινίες και τους σκηνοθέτες τους. Στο βιβλίο δίνει ιδιαίτερη έμφαση, με τη βοήθεια του Μάρεϊ Γκρίγκορ, ο οποίος είναι και αρχιτέκτονας, στη γοτθική αρχιτεκτονική της χώρας. Ο Κόνερι έχει σαφώς κάποιες πάγιες και περίεργες συχνά αντιλήψεις για τα πράγματα. Ο αγγλικός Τύπος συχνά του επιτίθεται «κατηγορώντας» τον για τις πολιτικές του θέσεις και φέρνοντας ως επιχείρημα το γεγονός ότι κρίνει ζώντας το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στις Μπαχάμες. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι θα επαναπατριστεί όταν η Σκωτία κερδίσει την ανεξαρτησία της. Απεχθάνεται τον Τόνι Μπλερ και τους Εργατικούς, και όμως έχει τον τίτλο του «σερ». «Η πολιτική στη Βρετανία συχνά έχει περισσότερη ίντριγκα από ό,τι μια ταινία Τζέιμς Μποντ» διατείνεται στην επίσημη ιστοσελίδα του. Επιπλέον, είναι συντηρητικός και δύσπιστος. Ο αντιφατικός κατά πολλούς σερ Σον Κόνερι διεκδικεί αναμφισβήτητα τον ρόλο του σταρ. Εχει κερδίσει ένα Οσκαρ β΄ αντρικού ρόλου για τους «Αδιάφθορους», ταινία για την οποία το περιοδικό «Εmpire» τον ψήφισε ως τον ηθοποιό με τη χειρότερη προφορά. Ο ίδιος επιμένει να διατηρεί τη σκωτσέζικη προφορά του σε όλες τις ταινίες, ακόμη και όταν είναι… στην υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητος. Είναι άλλωστε ο κινηματογραφικός σερ που στο μπράτσο του έχει ένα τατουάζ που γράφει «Σκωτία για πάντα».