Η μεγαλύτερη και πιο καταστροφική ληστεία σε ελβετική τράπεζα στην ιστορία δεν έχει να κάνει με κλεμμένα χρήματα, αλλά με κλεμμένα ηλεκτρονικά αρχεία, που περιέχουν περισσότερα από 100.000 ονόματα με ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς στην HSBC, την δεύτερη μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα στον κόσμο.
Τα αρχεία, που έκλεψε ο 37χρονος πρώην ειδικός ασφαλείας υπολογιστών Ερβέ Φαλσιανί, αποκαλύπτουν σε μια τεράστια βάση δεδομένων τους τρόπους με τους οποίους η τράπεζα βοηθούσε τους πλούσιους πελάτες της να φοροδιαφεύγουν.

Στο υλικό, το οποίο παραδόθηκε στις γαλλικές αρχές το 2007, είχε πρόσβαση μέσω της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) η γαλλική Le Monde και άλλες εφημερίδες στην Ευρώπη (Guardian, Sueddeutsche Zeitung, L’Espresso, και ΤΑ ΝΕΑ στην Ελλάδα).

Τα δημοσιεύματα δείχνουν τους τρόπους με τους οποίους η τράπεζα επέτρεπε συστηματικά στους πελάτες της να σηκώνουν πολύ μεγάλες ποσότητες μετρητών (σε νομίσματα που είχαν μικρή χρήση στην ίδια την Ελβετία), διευκόλυνε πρακτικές για παράκαμψη των ευρωπαϊκών φορολογικών αρχών, και συμβούλευε τους ξένους πελάτες της πώς να ξοδεύουν το μαύρο χρήμα, παρακάμπτοντας τους φορολογικούς ελέγχους των χωρών τους.

Η πιο απλή και διαδεδομένη πρακτική; Η τράπεζα τους έδινε ξένες πιστωτικές κάρτες, ώστε να ξοδεύουν το μαύρο χρήμα από το εξωτερικό, χωρίς να πληρώνουν φόρους.
Τα αρχεία δείχνουν ότι η τράπεζα είχε δοσοληψίες με δεκάδες φοροφυγάδες που διώκονταν ποινικώς – ανάμεσά τους εμπόριους όπλων και λαθρεμπόρους ναρκωτικών – περιέχοντας τα ονόματα, τις εθνικότητες, τις πληροφορίες του λογαριασμού, και τα τεράστια ποσά των καταθέσεων.
Αποκαλυπτικές είναι οι λεπτομερείς σημειώσεις που αποκαλύπτουν τις ιδιωτικές συναλλαγές, μεταξύ της HSBC και των πελατών της.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του βρετανού Εμάνουελ Σάλοπ. Είχε καταδικαστεί για την πώληση «ματωμένων» διαμαντιών (σσ τους παράνομους πολύτιμους λίθους που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των συγκρούσεων στην Αφρική).

Τα έγγραφα δείχνουν ότι το 2005 η HSBC γνώριζε ότι ο πελάτης ήταν υπό έρευνα, αλλά τον βοήθησε να κρύψει τα περιουσιακά του στοιχεία. «Του έχουμε ανοίξει έναν λογαριασμό εταιρείας με έδρα στο Ντουμπάι …», γράφει μία καταχώρηση. «Ο πελάτης είναι πολύ προσεκτικός σήμερα, επειδή πιέζεται από τις βελγικές φορολογικές αρχές, που ερευνούν τις δραστηριότητές του με την υποψία της φορολογικής απάτης…»

Στις σημειώσεις φαίνεται ότι η τράπεζα προσέφερε στους πελάτες μια ποικιλία από χρηματοπιστωτικά προϊόντα, με σκοπό την απόκρυψη της περιουσίας τους από την εφορία: εταιρείες-βιτρίνες, καταπιστεύματα, και διάφορους τρόπους για την απόκρυψη της κυριότητας των λογαριασμών.