Από τις πλέον δυναμικές αφίξεις της χρονιάς που διανύουμε είναι ο Μπλε Παπαγάλος, στην πλατεία Αυδή στο Μεταξουργείο (Λεωνίδου 31). Ο λόγος, όπως μας είπαν, δεν είναι μόνο ότι στο πάνελ των ιδιοκτητών του φιγουράρει το όνομα της Νατάσσας Μποφίλιου – ουσιαστικά το άνοιξαν ο Πέτρος Ζήσου και η αδελφή της, Νέλλη, με τη φιλική συμμετοχή της γνωστής τραγουδίστριας –, αλλά και ότι πρόκειται για ένα στέκι πραγματικά ιδιαίτερο. Δεν μπορούσαμε, λοιπόν, να μην κάνουμε μια επίσκεψη.

Το ρετρό all-day café bar χωρίζεται σε τρία τμήματα: η πλατεία με τα τραπεζάκια, ένα αίθριο για outdoor-indoor αίσθηση όλες τις εποχές του χρόνου και ο εσωτερικός χώρος. Καθότι ήταν μια δροσερή βραδιά του φθινοπώρου, εμείς προτιμήσαμε το αίθριο και εγκατασταθήκαμε σε ένα φερφορζέ σαλονάκι. Απέπνεε μια αρχοντιά που η φανταστική μεν, διάσημη δε Μαντάμ Σουσού θα ενέκρινε απολύτως, όπως άλλωστε και τη γενικότερη μεταμόρφωση των πέριξ του αλλοτινού Μπύθουλα. Ο εσωτερικός χώρος του μπαρ είναι επιπλωμένος με τραπέζια και καρέκλες από φορμάικα, πολυθρόνες και καναπέδες 50s-60s και άλλες αυθεντικές αντίκες υπό τη σκιά ενός ποδηλάτου που πέφτει επάνω από την μπάρα.

Ανοίγοντας τον κατάλογο, δεν μπορέσαμε να μη σταθούμε στις περιπλανήσεις του μυστηριώδους Κουβανού Τζο Μπλάνκετ. Το φάντασμά του – λέει – με την γκρι φεντόρα εξακολουθεί να αναζητεί στη γειτονιά έναν σπάνιο μπλε παπαγάλο… Οπως μάθαμε, η ιστορία, που μας θύμισε πολλά, είναι φανταστική, πλεγμένη από μυθιστορηματικά στιγμιότυπα και αφηγήσεις γιαγιάδων και θείων. Ας περάσουμε, όμως, στην πραγματική ζωή. Πέραν των πληθωρικών περιπετειών του Τζο, ο κατάλογος ήταν παραπάνω από λιτός και περιεκτικός. Μικρή, αλλά ενδιαφέρουσα λίστα με κοκτέιλ (€8), από τα οποία η Τζιν επέλεξε το Cinnamon and Αlmond, με μήλο, κανέλα και amaretto (γλυκό και ευχάριστο) και η Τόνικ το «γήινων γεύσεων» Cucumber, με τζιν, δυόσμο και τζίντζερ (δροσερό και σπιρτόζικο). Η παρέα μας επέλεξε μπίρα (€3 η draft, από €4 οι υπόλοιπες), κρασί (υπήρχαν δύο λευκά και δύο κόκκινα, €3,5 και €4) και κλασικά ποτά (€6 τα απλά, €7 τα σπέσιαλ). Για όποιον θέλει να συνοδεύσει το ποτό ή τον καφέ του, υπάρχουν finger food, αλμυρές πίτες, μπέργκερ και κεσαντίγιας.

Μόνη παραφωνία η μουσική. Αν και έχουμε ακούσει για επιτυχημένες swing nights, η δική μας βραδιά δεν ήταν ιδιαίτερα τυχερή. Δεν ακούσαμε κανένα κακό κομμάτι, όμως η εναλλαγή των διαφόρων στυλ και τραγουδιών δεν ήταν ιδιαίτερα δεμένη, δίνοντας την εντύπωση ενός τυχαίου αχταρμά. Παρ’ όλα αυτά, η γοητευτική ατμόσφαιρα διατήρησε την ευχάριστη διάθεσή μας.
Συμπέρασμα: θα ξαναπάμε στον Μπλε Παπαγάλο. Εκτός του ότι θα μας άρεσε να απολαύσουμε ξανά την αίσθηση του παλιού αστικού κήπου στα φερφορζέ του αιθρίου, θα θέλαμε επίσης να δοκιμάσουμε τον μέσα χώρο του τις κρύες νύχτες του χειμώνα – ίσως και υπό τους ήχους swing ακουσμάτων.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014.