Δεν ήταν ευχάριστο το καλοκαίρι του 2012 για τον ελληνικό αθλητισμό. Ας δεχθούμε ότι η οπισθοχώρηση του Πεκίνου ήταν το χανγκόβερ έπειτα από το μεγάλο πάρτι των έξι χρυσών, των έξι αργυρών και των τεσσάρων χάλκινων της Αθήνας. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, όμως, μετά τον καιρό των Μνημονίων, των διαδηλώσεων, των δακρυγόνων και της παταγώδους κατάρρευσης του κομματικού συστήματος της Μεταπολίτευσης στις διπλές εκλογές που είχαν μόλις προηγηθεί, ήταν σαν να έβλεπε κανείς ανεξίτηλη τη σμίκρυνση της χώρας σε ζωντανή μετάδοση. Η χρυσή εποχή είχε παρέλθει, τα χρήματα για φιλόδοξα προγράμματα είχαν στερέψει, οι σκιές των αναβολικών είχαν περισσέψει, το μεράκι και το ταλέντο των αθλητών δεν έφταναν από μόνα τους. Ο απολογισμός των δύο χάλκινων μεταλλίων θύμιζε 1988 –τα χρόνια που η απουσία εκσυγχρονισμένων υποδομών απαιτούσε ηρωικές προσπάθειες για διακρίσεις και η απλή προσέγγιση της νίκης δεν αποτελούσε προσωπική δικαίωση, άγγιζε τις διαστάσεις εθνικού γεγονότος. Το Λονδίνο έφερε μια γεύση σκουριάς. Και ίσως για αυτόν τον λόγο τα συναισθήματα που εκφράστηκαν στη φετινή Ολυμπιάδα να ήταν πιο πηγαία. Η Αννα Κορακάκη και ο Λευτέρης Πετρούνιας είναι φρέσκα πρόσωπα, στην αρχή της καριέρας τους, αποπνέουν σεμνότητα και η έκδηλη απόλαυσή τους για αυτό που κάνουν είναι σχεδόν μεταδοτική. Ο Σπύρος Γιαννιώτης, από την πλευρά του, κρατά το καλύτερο για το τέλος μιας μακράς διαδρομής στις πισίνες και στην ανοιχτή θάλασσα. Οσο για τους Παναγιώτη Μάντη και Παύλο Καγιαλή το μετάλλιό τους επισφραγίζει μια πενταετή πορεία επιτυχιών σε ευρωπαϊκά και παγκόσμια πρωταθλήματα. Παρακολουθώντας τους κανείς στο Ρίο έχει την αίσθηση ότι βλέπει την απολύτρωση του ελληνικού αθλητισμού από τα φαντάσματα του παρελθόντος.
Στα ιστία του «470»



Ο 35χρονος Παναγιώτης Μάντης και ο 32χρονος Παύλος Καγιαλής, πλήρωμα του σκάφους τους στην κατηγορία «470» από το 2008, είναι οι σημερινοί συνεχιστές μιας μακράς παράδοσης: σε διάφορες κατηγορίες και με διάφορους εκπροσώπους, άνδρες και γυναίκες, η Ελλάδα μετρά επτά μετάλλια (τρία χρυσά, δύο αργυρά, δύο χάλκινα) σε έξι διοργανώσεις (1960, 1972, 1980, 1996, 2004, 2008). Στην πρώτη τους συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ο Παναγιώτης και ο Παύλος έδωσαν το μετάλλιο-κερασάκι: εκείνο που συμπληρώνει αναπάντεχα τα αναμενόμενα για το ευρύ κοινό και που τη σκληρή του δουλειά θα γνωρίζουν πάντα μόνο αυτοί που το κέρδισαν.
Αννα Κορακάκη
«Νιώθω δέος και μόνο με τη συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες»
ΒΗΜΑgazino, τ. 810, 24 Απριλίου 2016

Κι όμως, κατά μία έννοια και για τα δικά μας ταπεινά μέτρα, η Αννα Κορακάκη είναι το αντίστοιχο του Μάικλ Φελπς –η μοναδική μας multi-medalist εδώ και εκατό χρόνια. Μετά τον θρυλικό άλτη Κωνσταντίνο Τσικλητήρα (δύο ασημένια στο Λονδίνο το 1908, ένα χρυσό κι ένα χάλκινο στη Στοκχόλμη το 1912), κανείς Ελληνας δεν είχε καταφέρει να ανέβει περισσότερες από μία φορές στο βάθρο στην ίδια διοργάνωση. Εντάξει, πραγματική σύγκριση με τον αμερικανό υπερκολυμβητή δεν υφίσταται φυσικά, αλλά η 20χρονη από τη Δράμα κερδίζοντας το χρυσό στο πιστόλι 25 μ. και το χάλκινο στο αεροβόλο πιστόλι 10 μ. απέδειξε ότι έχει όλα τα εχέγγυα και τις ικανότητες για να μείνει τόσα χρόνια στο άθλημά της ώστε να χαράξει τη δική της πορεία και να συγκεντρώσει πλείστες όσες ολυμπιακές διακρίσεις. «Μου έχουν μεταφέρει συναθλητές ότι η στιγμή που βρίσκεσαι στο στάδιο για την παρέλαση των χωρών είναι τόσο έντονη που μπορεί να καλύψει ακόμη και το αγωνιστικό σκέλος» έλεγε στο ΒΗΜΑgazino και τον Γιώργο Ευφραιμίδη τον περασμένο Απρίλιο, στο πλαίσιο πολυσέλιδου αφιερώματος για το Ρίο 2016, στο οποίο μίλησαν και φωτογραφήθηκαν, μεταξύ άλλων, και οι Πετρούνιας, Γιαννιώτης. Μια νέα αθλήτρια έφυγε για τους Ολυμπιακούς πρωτόπειρη και επέστρεψε ως πρότυπο.

Λευτέρης Πετρούνιας
«Σχεδόν κάθε βράδυ, για να με πάρει ο ύπνος, σκέφτομαι τη στιγμή του αγώνα»
ΒΗΜΑgazino, τ. 810, 24 Απριλίου 2016


Τέσσερα σερί χρυσά μετάλλια (Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Μονπελιέ, Ευρωπαϊκοί Αγώνες του Μπακού, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Γλασκώβης, Παγκόσμιο Κύπελλο της Ντόχα) μέσα σε έναν χρόνο, από τον Απρίλιο του 2015 έως τον Μάιο του 2016, είχαν σιωπηρά ή όχι και τόσο σιωπηρά αναγάγει τον 26χρονο Λευτέρη Πετρούνια σε φαβορί για την πρώτη θέση στους κρίκους, παρά το ότι στο Ρίο θα τον περίμενε ο βραζιλιάνος χρυσός ολυμπιονίκης του Λονδίνου, Αρθούρ Ζανέτι. Ο ίδιος γνώριζε τόσο την πρόκληση όσο και τα εμπόδια και τα είχε τακτοποιήσει μέσα του εξίσου καλά με την πίεση του πρωταθλητισμού –διαφορετικά δεν θα έβγαζε την ώρα του αγώνα την αβίαστη τελειότητα σε ένα πρόγραμμα υψηλότατου βαθμού δυσκολίας που του χάρισε 16.000 πόντους και τη νίκη. «Αν έρθει ένα μετάλλιο, θα ήθελα να το αφιερώσω, εκτός από τον πατέρα μου που τον έχασα πρόσφατα, στην Ελλάδα της κρίσης» είχε δηλώσει στο αφιέρωμα του ΒΗΜΑgazino –και πράγματι το έκανε live έπειτα από την πιο πηγαία ίσως έκφραση χαράς εδώ και δεκαετίες («Ναι, ρε φίλε, ναι ρε Ελλάδα»). Ο Λευτέρης Πετρούνιας που έβλεπε στα εννιά του χρόνια τον Δημοσθένη Ταμπάκο να κερδίζει το χρυσό στο Σίδνεϊ στο ίδιο άθλημα είναι πλέον ο «άρχοντας των δαχτυλιδιών» κατά το NBC (όπου «rings» οι κρίκοι, στα αγγλικά).

Σπύρος Γιαννιώτης
«Ανυπομονώ να κολυμπήσω για τελευταία φορά στην αθλητική μου καριέρα και στόχος μου είναι να το διασκεδάσω»
ΒΗΜΑgazino, τ. 821, 10 ιουλιου 2016

Βούτηξε στις πισίνες σε ηλικία 5 ετών και βγήκε από το υγρό στοιχείο ύστερα από 31 χρόνια. Οχι απλώς για να αποσυρθεί, αλλά έχοντας μόλις κάνει την κορυφαία του ίσως κούρσα, εκείνη που του χάρισε στο Ρίο το αργυρό μετάλλιο στα 10 χλμ. ανοιχτής θάλασσας, τον μαραθώνιο της ολυμπιακής κολύμβησης. Ανθρωποι που βρίσκονται κοντά του και γνωρίζουν τη στρατηγική του επισημαίνουν ότι «στόχος ήταν να πάει όσο το δυνατόν πιο αργά και οικονομικά, χωρίς «ξύλο», αλλά και χωρίς να χάσει την επαφή του με τους πρώτους, ώστε να έχει δυνάμεις για να κάνει την κίνησή του στα τελευταία 2 χλμ. Ωστόσο, καθώς την ίδια κίνηση έκαναν και άλλοι, βρέθηκε σε έναν αγώνα 200 μέτρων ελεύθερο όπου οι πέντε αντίπαλοί του ήταν νεότεροι και δυνατότεροι από αυτόν, όλοι στην ίδια ευθεία, με καθαρό δρόμο μπροστά, σαν να κολυμπάνε σε πισίνα». Την εξήγησή του γιατί τελικά στους πέμπτους του Ολυμπιακούς ο 36χρονος Σπύρος Γιαννιώτης ξεπέρασε τα όρια, τις δυνάμεις και τον εαυτό του την είχε δώσει και σε μια συνέντευξη στις 10 Ιουλίου στο BHΜΑgazino και τον Κώστα Λακαφώση: «Στις μεγαλύτερες αποστάσεις σημασία έχει να έχεις την οικονομία ενέργειας ενός μαραθωνοδρόμου, αλλά να έχεις και «ψυχή», ώστε να σπρώχνεις το σώμα σου να «πονέσει» όταν χρειάζεται, ξεπερνώντας αυτό που τη δεδομένη στιγμή το μυαλό σου μπορεί (εσφαλμένα) να θεωρεί «μέγιστο»».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Κυριακή 21 Αυγούστου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ