Ο ΡΟΚΑΣ

«Τι τραγουδάς εσύ;». Ο Πάνος Τζαβέλλας, χωρίς περιστροφές, ρωτά τον νεαρό που στέκεται μπροστά του το 1978 στην μπουάτ «Λήδρα». «Μπομπ Ντίλαν και τέτοια» θα του απαντήσει εκείνος. Θα καταφέρει τελικά να πάρει τη δουλειά με τον Πάνο Τζαβέλλα και να τον φωνάζει περιπαικτικά «Ντίλαν». Το πραγματικό του όνομα ήταν Λαυρέντης Μαχαιρίτσας.

Ουσιαστικά, η αρχή στη μουσική για τον Μαχαιρίτσα έγινε με το συγκρότημα PLJ Band. Τραγουδώντας ξένο στίχο και με όχημα τη φιλοσοφία του «τα όνειρα κοστίζουν τζάμπα», θα φύγει στη Γαλλία κυνηγώντας μια διεθνή καριέρα, η οποία φυσικά δεν θα έρθει. «Πεθάναμε της πείνας. Τα κουφάρια μας φέραμε πίσω» θα δηλώσει αργότερα. Θα βάλει νερό στο κρασί του, το συγκρότημα θα μετονομαστεί στο ελληνικότερο Τερμίτες – ένας φόρος τιμής στους Beatles (Σκαθάρια) – και θα αρχίσει να απασχολεί σοβαρά το ελληνικό τραγούδι. Τελικά θα διαλυθούν το 1988, επειδή δεν μπορούσαν να συντηρηθούν οικονομικά, αφήνοντας πίσω τους μερικά καλά τραγούδια όπως το «Πόσο σε θέλω».

Η μεγάλη προσωπική καταξίωση για τον Μαχαιρίτσα, που δεν ήρθε με τους Τερμίτες, θα αργούσε μερικά χρόνια ακόμη. Ετσι, μολονότι ο πρώτος του προσωπικός δίσκος «Ο Μαγαπάς και η Σαγαπώ» θα πάει συμπαθητικά, ο ίδιος θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει έντονα οικονομικά προβλήματα. Ενώ τον συντηρεί η γυναίκα του, ζητεί απεγνωσμένα δουλειά από τον Αντώνη Βαρδή και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Το ταλέντο θα αναγνωριστεί τελικά το 1991 με τον δίσκο «Διδυμότειχο blues», όπου το ομώνυμο τραγούδι, χάρη στην καθοριστική συμμετοχή του Γιώργου Νταλάρα, θα κάνει τεράστια επιτυχία. Ο Μαχαιρίτσας, ο οποίος από τη μία ισχυρίζεται ότι δεν συγχωρεί την αχαριστία, το 2010 θα δηλώνει ότι με τον Νταλάρα «δεν ξέρει αν θα μπορούσε να συνυπάρξει ξανά». Ολίγον οξύμωρο αν το σκεφτεί κανείς…

Από εκεί και πέρα, πάντως, θα έχει ανοδική πορεία γνωρίζοντας καλά τη μαγική συνταγή των «έντεχνων» πάντα σουξέ: «Νότος», «Ενας Τούρκος στο Παρίσι», «Και τι ζητάω», «Αννα». Πολλά από τα τραγούδια του, βέβαια, βασίζονται σε ιταλικές μελωδίες. «Στη δουλειά μας δεν υπάρχει παρθενογένεση» έχει σημειώσει εκείνος με νόημα.

Το κοινό δεν τον έχει ξεπεράσει. Η πρόσφατη συναυλία του στο Καλλιμάρμαρο συγκέντρωσε 50.000 κόσμο. Βέβαια, το αποτέλεσμα και το πώς θεώρησε ότι μπορεί να δένει ο Γιώργος Μαργαρίτης με τον Christophe είναι ένα άλλο, μεγάλο, θέμα.

ο ΑΓΕΝΗΣ

Η συναυλία στο River Party το 2009 έχει μόλις τελειώσει και ο Μαχαιρίτσας αποχωρεί με το αυτοκίνητό του. Κάποιος, βλέποντάς τον να οδηγεί μια Jaguar, θα φωνάξει: «Μαχαιρίτσα, άλλα όμως τραγουδάς». Το παραπάνω περιστατικό το αφηγείται ο ίδιος, σε συνέντευξή του, σπεύδοντας να προλάβει τις κακές γλώσσες που τον κατηγορούν για ανακολουθία λόγων και πράξεων με τη φράση: «Αριστερός είμαι. Oχι μαλάκας». Φυσικά και είναι άδικο να κατηγορείς έναν καλλιτέχνη, επειδή διάγει έναν άνετο βίο με τα λεφτά που κερδίζει από τη δουλειά του. Αλλά η εύλογη απορία που γεννάται είναι πώς ένας άνθρωπος που επανειλημμένως έχει στηλιτεύσει το λάιφσταϊλ επιλέγει ένα αυτοκίνητο που εκφράζει τόσο φανερά αυτό ακριβώς το status.

Δεν πρόκειται για έναν εύκολο άνθρωπο, υποστηρίζουν όσοι τον ξέρουν. Αλλωστε, έχει δημιουργήσει πολλές αντιπάθειες στον καλλιτεχνικό χώρο με τις δηλώσεις που κατά καιρούς κάνει. «Καλός μουσικός μεν, αλλά πολύ της μόδας. Τον πατρονάρουν κάποια ραδιόφωνα, τον πατρονάρουν και περιοδικά. Μας τα ζάλισαν τόσα χρόνια» έχει πει για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, ενώ στο ίδιο μοτίβο συμπλήρωσε για τον Γιάννη Αγγελάκα: «Ο ένας δίσκος που έβγαλε με τους Επισκέπτες είναι καταπληκτικός, ο άλλος για πέταμα. Και το άλμπουμ που κυκλοφόρησε με τον Βελιώτη δεν μπορώ να το ακούσω. Ισως είναι πολύ προχωρημένο για εμένα». Η λίστα των πικρόχολων δηλώσεων για συναδέλφους του περιλαμβάνει πολλά ακόμη ονόματα, από τη Μόνικα μέχρι και τον Παύλο Σιδηρόπουλο.

Η ευγένεια ως αρετή δεν είναι κάτι που τον χαρακτηρίζει, με τον ίδιο να γίνεται αγενής ακόμη και με το κοινό του. Από τη μία πλευρά, λοιπόν, φαίνεται να τον ενοχλεί το γεγονός ότι αρκετοί από τους θαμώνες των προγραμμάτων του είναι ίδιοι με αυτούς της Πέγκυς Ζήνα, από την άλλη πλευρά, όμως, έχει γλυκαθεί με αυτό ακριβώς το κοινό που πληρώνει ένα μπουκάλι ουίσκι 200 ευρώ, προκειμένου να τον ακούσει. Τον ακολουθεί η φήμη του φιλοχρήματου, αφού, όπ ως πολλοί υποστηρίζουν, το πρώτο πράγμα που τον ενδιαφέρει σε μια συνεργασία είναι η αμοιβή του. Εξάλλου, είναι αναφαίρετο δικαίωμά του…

Υποστηρίζει φανατικά τον Παναθηναϊκό, κάτι που μάλιστα, όπως ισχυρίζονται πολλοί, τονίζει ιδιαίτερα τις περιόδους πριν από τις προγραμματισμένες συναυλίες του. Αλλωστε, ο καλός του φίλος και κουμπάρος, Διονύσης Τσακνής, με τον οποίο συχνά συνεργάζονται και κάνουν περιοδείες μαζί, είναι δηλωμένος Ολυμπιακός. Μοιρασμένα τα πράγματα…