Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος

Ο συλλέκτης δεν δημιουργεί έργα αλλά συνθέτει με τις επιλογές του το δικό του, μοναδικό, βλέμμα επάνω στην τέχνη. Στην τριαντάχρονη πορεία του ως συλλέκτης, ο Παναγιώτης Κουβουτσάκης συνέλεξε 1.500 έργα ζωγραφικής και γλυπτικής σε μια ενότητα που καλύπτει δύο αιώνες ελληνικής τέχνης και συνεχίζει. Ο συλλέκτης δεν σκέφτηκε ποτέ να περιορίσει την απόλαυση της συλλογής του μέσα σε έναν φιλικό κύκλο, αλλά θέλησε να τη μοιραστεί με πολλούς. Ετσι, δημιούργησε με αποκλειστικά δική του χορηγία την Πινακοθήκη Κουβουτσάκη (Λεβίδου 11, Κηφισιά), η οποία τώρα γιορτάζει είκοσι χρόνια απόλυτα αφιλοκερδούς προσφοράς. Η είσοδος στον υπέροχο κόσμο της Πινακοθήκης είναι ελεύθερη για όλους και τα προγράμματα ξεναγήσεων είναι δωρεάν. Οι αγορές έργων τέχνης και οι λειτουργικές δαπάνες της Πινακοθήκης βαραίνουν αποκλειστικά τον συλλέκτη, καθώς δεν έχει ζητήσει ποτέ κρατική, κοινοτική ή άλλη χορηγία. Και το όραμα δεν περιορίζεται μόνο στα όρια της Πινακοθήκης και των εικαστικών τεχνών, αλλά επεκτείνεται σε ποικίλες πολιτισμικές δράσεις που φτάνουν μέχρι τη Σαντορίνη, όπου ολοκληρώνεται το Θέατρο της Οίας, ένας τέλειος χώρος εκδηλώσεων, το καμάρι του συλλέκτη. Για όλα αυτά τα έργα και τις ημέρες της συλλογής, της Πινακοθήκης, του Φόρουμ για την Κηφισιά, του Θεάτρου της Οίας και άλλα πολλά μιλάει ο Παναγιώτης Κουβουτσάκης, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης είκοσι ετών δράσεων για την τέχνη και τον πολιτισμό.


Συνάντηση με την τέχνη. Ποιος ήταν ο καταλύτης αυτής της οπωσδήποτε συναρπαστικής εμπειρίας;
«Η συμβολή της αρχαίας ελληνικής τέχνης στη γένεση και στην εξέλιξη της ευρωπαϊκής υπήρξε ανέκαθεν θέμα άξιο προσεκτικής μελέτης και θαυμασμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Οταν φθάνουμε, όμως, στη νεοελληνική τέχνη, εισπράττουμε ένα διάχυτο αίσθημα αμηχανίας, ίσως και έλλειψη ενδιαφέροντος ακόμη. Αυτό θα πρέπει να το προσπεράσουμε. Για να πλησιάσουμε και να κατανοήσουμε τη νεοελληνική τέχνη πρέπει να επιδιώξουμε στενότερη επαφή με την ιστορική πραγματικότητα και κοινωνική ζωή της χώρας μας, όπως αυτή δημιουργήθηκε τον 19ο και εξελίχθηκε τον 20ό και 21ο αιώνα».
Πάνω σε ποια φιλοσοφία κτίστηκε η Πινακοθήκη; «Ο κοινωφελής μη κερδοσκοπικός οργανισμός Πινακοθήκη Κουβουτσάκη δημιουργήθηκε με σκοπό να αναδείξει τη νέα ελληνική τέχνη. Λειτουργεί σε κτίριο που κτίστηκε σε ιδιόκτητο οικόπεδο με αυτοχρηματοδότηση, ως πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο και Πινακοθήκη στην Κηφισιά. Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη και οι χώροι διατίθενται εντελώς δωρεάν για πολιτιστικές εκδηλώσεις. Επιπλέον, προσφέρονται δωρεάν και εκπαιδευτικές ξεναγήσεις. Οι δαπάνες λειτουργίας της Πινακοθήκης καλύπτονται αποκλειστικά από δωρεές μου και τα έργα που εκτίθενται προέρχονται από την ιδιωτική συλλογή μου. Αποτελούν μια συνεχώς εμπλουτιζόμενη ενότητα έργων καλλιτεχνών, από το 1800 μέχρι σήμερα, οι οποίοι επεδίωξαν την οπτική προσέγγιση της αντικειμενικής πραγματικότητας μέσα από διάφορες μορφές ρεαλιστικής ζωγραφικής».

Πώς από την πολύ προσωπική ματιά του συλλέκτη φτάνει κανείς στα μοιράσματα της τέχνης με τους πολλούς; «Η παρουσίαση της συλλογής μου αποκλειστικά σε στενό κοινωνικό κύκλο δεν θα μπορούσε βέβαια να αποτελέσει τη βασική μου φροντίδα. Αποφάσισα συνεπώς τη δημιουργία ενός φορέα για την προαγωγή των απόψεών μου για τις εικαστικές τέχνες, δηλαδή της συλλογής μου».
Τι αποδεσμεύετε από τον εαυτό σας και το προσφέρετε στο όραμά σας; «Η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη λειτουργεί απολύτως σε μη κερδοσκοπική βάση, παρέχοντας κοινωφελές πολιτιστικό έργο και ως εκ τούτου δεν καταπιάνεται με επιχειρηματικές ή εμπορικές δραστηριότητες. Στη διάρκεια των είκοσι ετών της λειτουργίας της, η Πινακοθήκη πραγματοποίησε σημαντικές λειτουργικές δαπάνες για αμοιβές, μισθούς, ασφαλιστικές εισφορές, φόρους εισοδήματος, φόρους ακινήτων, δαπάνες για την εν γένει καλή λειτουργία της, την απόκτηση νέων παγίων και τον εκσυγχρονισμό των υφισταμένων, την κατασκευή του αμφιθεάτρου· και όλα αυτά δεν συμπεριλαμβάνουν την αρχική επένδυση που πραγματοποιήθηκε κατά τα έτη 1993-1995 για την κατασκευή του κτιρίου ή την αξία του οικοπέδου, όπου στεγάζεται η Πινακοθήκη, ή τα ποσά που δαπανήθηκαν για την αγορά των έργων τέχνης που απαρτίζουν τη συλλογή της. Για αυτές τις δραστηριότητες και δαπάνες η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη δεν έχει λάβει κρατικές, ευρωπαϊκές, δημοτικές επιχορηγήσεις ή άλλες μορφές επιδοτήσεων ή ιδιωτικές χορηγίες και δωρεές».
Τι μέλλον έχουν οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες όπως η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη, ιδιαιτέρως στο σημερινό περιβάλλον κρατικής ένδειας; «Είναι εμφανές ότι στη σημερινή δομή των ευρωπαϊκών χωρών, το επιβαρυμένο κοινωνικό έργο του επίσημου κράτους αναπόφευκτα δημιουργεί κενά στην ανάπτυξη των επιμέρους πολιτιστικών και κοινωνικών αναγκών. Ο ευαισθητοποιημένος ιδιωτικός φορέας καλείται να καλύψει αυτά τα κενά σε μία παράλληλη ανάπτυξη και αρμονική συνύπαρξη κράτους και χορηγού. Ο συλλέκτης-χορηγός, διερευνώντας τα περιθώρια δημιουργίας συμπληρωματικών των ήδη υπαρχόντων συλλογών, που οι ανάγκες του εθνικού πολιτιστικού σχεδιασμού ανάπτυξης θα μπορούσαν να υποδείξουν, θέτει υπό την κρίση του φιλότεχνου κοινού την ενότητα αλλά και τη σκοπιμότητα ύπαρξης της συλλογής του. Ως εκ τούτου, ο ιδιώτης χορηγός οφείλει από ίδιους πόρους να καλύψει το κόστος της πολιτιστικής του πρότασης και να μην επιβαρύνει τα διαθέσιμα κονδύλια που προβλέπονται για τον πολιτισμό από τον κρατικό προϋπολογισμό. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι η κρατική πολιτιστική πολιτική θα πρέπει να είναι επικεντρωμένη στις ανασκαφές και στη συντήρηση των αρχαίων μας μνημείων, στη λειτουργία των αρχαιολογικών μουσείων και στη διατήρηση της βυζαντινής μας κληρονομιάς. Εξάλλου, αυτή είναι η περιουσία μας, που σε συνδυασμό με το υπέροχο κλίμα και το απέραντο γαλάζιο στοιχειοθετούν το συγκριτικό πλεονέκτημά μας».
Αποκλείετε την περίπτωση συνεργασίας με το κράτος; «Η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη δεν φιλοδοξεί να υποκαταστήσει τα κρατικά ιδρύματα ή την Εθνική Πινακοθήκη, όπου πρέπει ασφαλώς να αντιπροσωπεύονται όλες οι τάσεις της ελληνικής τέχνης. Θα επιδιώξει, ωστόσο, να δημιουργήσει ένα καταφύγιο για όσους εμπιστεύονται την ακεραιότητα του βλέμματός τους και θα τους συμπαρασταθεί, ανιχνεύοντας τους προβληματισμούς τους και επιβραβεύοντας τις προσπάθειές τους».
Η προσέγγιση του συλλέκτη



Συλλέκτης από πεποίθηση ή κατά τύχη;
«Aν και δεν είναι εύκολο σήμερα να αλλάξουμε τα χαρακτηριστικά μιας ατομοκεντρικής κοινωνίας, μπορούμε ωστόσο, αναζητώντας μια πιο αντικειμενική τέχνη και μια αυθεντικότερη συγκίνηση, να περιορίσουμε την αυθαιρεσία, τον υποκειμενισμό και την κυριαρχία της διάνοιας σε βάρος του αισθήματος. Χρόνια τώρα, στο όνομα της πρωτοπορίας, έχουν επικρατήσει στον εικαστικό χώρο οι διάφοροι -ισμοί, και μαζί με αυτούς ο φορμαλισμός, που έφεραν αντιλήψεις και πρακτικές οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να οδηγηθούμε είτε στην ακοινωνησία ανάμεσα στον θεατή και στον καλλιτέχνη είτε σε μια διανοητική μεταξύ τους σχέση. Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπ’ όψιν τα ως άνω τεκταινόμενα, αποφάσισα διαφοροποιούμενος από τα επικρατούντα τότε, ίσως και σήμερα, καλλιτεχνικά ρεύματα, να δημιουργήσω συλλογή έργων ζωγραφικής και γλυπτικής παραστατικής και μόνο, από το 1800 μέχρι σήμερα, που θα περιελάμβανε έργα ελλήνων καλλιτεχνών αλλά και έργα όσων ξένων ζωγράφων επηρέασαν τη νεοελληνική καλλιτεχνική εξέλιξη».
Με ποια κριτήρια αποκτάτε τα έργα τέχνης; «Ξεκίνησα, λοιπόν, πριν από περίπου τριάντα χρόνια να συλλέγω έργα παραστατικών δημιουργών. Στην αρχή προχωρούσα ψηλαφητά, μέσα σ’ ένα καινούργιο για εμένα τοπίο. Με τον καιρό, όμως, το ενδιαφέρον μου για τα πράγματα μεγάλωνε, η επαφή με τους ίδιους τους ζωγράφους με γοήτευε ολοένα και περισσότερο, και ταυτόχρονα η γνώση μου για τη σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή τέχνη γινόταν πιο ουσιαστική. Αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής ήταν τα έργα της συλλογής να πληθαίνουν, με ρυθμό αγοράς ένα έργο κάθε έβδομη ημέρα, και η συλλογή σήμερα να αποτελείται από 1.500 ζωγραφικά και γλυπτά έργα. Τα εκτιθέμενα έργα προέρχονται από αυτή την ιδιωτική συλλογή μου και αποτελούν ενότητα που συνεχώς εμπλουτίζεται. Επιμένω σε έργα καλλιτεχνών, από το 1800 μέχρι σήμερα, που επεδίωξαν την οπτική προσέγγιση της αντικειμενικής πραγματικότητας μέσα από διάφορες μορφές ρεαλιστικής ζωγραφικής. Η ιδιαιτερότητα της καλλιτεχνικής αυτής άποψης της συλλογής αλλά και το μέγεθός της την καθιστούν μοναδική στο είδος της στην Ελλάδα. Η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη συγκεντρώνει τελευταίως με μεθοδικότητα έργα ξένων καλλιτεχνών, μαζί με τους οποίους σπούδασαν, έζησαν και δημιούργησαν έλληνες καλλιτέχνες του 19ου και του 20ού αιώνα. Η προσπάθεια αυτή πραγματοποιείται ώστε να γίνουν αντιληπτά τα κοινά χαρακτηριστικά των ζωγράφων αυτών με τους έλληνες συνοδοιπόρους τους, αλλά και οι ιδιαιτερότητες που ανέπτυξαν οι έλληνες ζωγράφοι στη μετέπειτα καλλιτεχνική τους πορεία. Ετσι, η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη λειτουργεί συμπληρωματικά άλλων μουσειακών συλλογών που εκτίθενται στην Ελλάδα, δίνοντας τη δυνατότητα στο φιλότεχνο κοινό να έχει σφαιρική αντίληψη των επιρροών των ξένων καλλιτεχνών στην εξέλιξη της νεότερης ελληνικής τέχνης».

Τι σημασία έχουν η οικονομική επιφάνεια του συλλέκτη και η υψηλή αξία των έργων;
«Η επιλογή των πινάκων της συλλογής μου δεν υπαγορεύτηκε από επενδυτικά κριτήρια. Κάθε άλλο. Το μοναδικό μου κίνητρο υπήρξε μια έντονη επιθυμία να συγκεντρώσω αυτό που εγώ θεωρούσα σημαντικό και να δημιουργήσω μια ενότητα έργων «παραστατικής» ζωγραφικής, με την ευρύτερη ασφαλώς έννοια, όπου θα αντιπροσωπευόταν ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός σημαντικών καλλιτεχνών. Στόχος μου ήταν, ανάμεσα στα άλλα, να συνειδητοποιήσουν κι αυτοί οι ίδιοι οι καλλιτέχνες της επιλογής μου τα όσα κοινά τούς ενώνουν».
Υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης στην τέχνη, νέες αξίες; Πού σας πηγαίνει η επίμονη αναζήτηση του ορατού; «Στην εποχή μας η τέχνη φαίνεται να έχει θυσιάσει το ορατό για χάρη της εντύπωσης, αντικατοπτρίζοντας άλλοτε τα προσωπικά πάθη ή τα συναισθηματικά αδιέξοδα των καλλιτεχνών και άλλοτε επιδεικτικά και επιτηδευμένα το τυχαίο σε παραλλαγές του αόρατου ή του σχεδόν τίποτε. Τα δε αισθητικά πρότυπα έχουν αμβλυνθεί για χάρη της πρωτοπορίας, του χαώδους μεταμοντέρνου και της κερδοσκοπίας μιας πολύ υποσχόμενης αγοράς έργων τέχνης δήθεν μουσειακής αξίας. Στον 20ό αιώνα ανακαλύπτουν τον φορμαλισμό και την εννοιολογία, απόψεις που συνδέονται με τη μανιεριστική αντίληψη της αλήθειας όπου διαστρεβλωμένα πλέον πηγάζουν οι φόρμες και όχι η εικόνα. Η ένδεια του ορατού και η ζωγραφική φτώχεια των φανατικών της αντιτέχνης, η κενή εικονογραφία, η ζωγραφική του τυχαίου και η επαναστατική νομιμότητα των οπαδών της μοντερνικότητας φαίνονται πλέον σαν προσχήματα μιας ανούσιας φιλολογίας και αερολογίας».
Ποιος είναι και πώς θα έπρεπε να υπηρετείται ο αντικειμενικός στόχος της τέχνης; «Σε τελική ανάλυση, διαπιστώνουμε ότι ή η τέχνη έφθασε στο τέλος της ή η ανάγκη επιστροφής στους κανόνες της αρμονικής συμμετρίας είναι πλέον διεξοδική ανάγκη. Παρ’ όλες τις δοκιμασίες, όμως, η αναφορά της δεν έπαψε να υπάρχει, έστω και αν μόνο σε λίγες περιπτώσεις επιτεύχθηκε ή προσεγγίστηκε. Ο αντικειμενικός στόχος της τέχνης παραμένει η διαχρονική αναζήτηση της ομορφιάς μέσω των αρχέτυπων ιδεών της εικόνας. Η επιστροφή, όμως, στην ακεραιότητα του βλέμματος προϋποθέτει μία εκ νέου επεξεργασία των σημερινών δεδομένων, διαφορετικά κινδυνεύει να συνθέσει ένα ακόμη ανούσιο σοβινιστικό ή βερμπαλιστικό ιδεολόγημα σαν τα πολλά που η τέχνη του παρελθόντος έχει να επιδείξει. Ελπίζω ότι από τα απομεινάρια της παλαιάς γνώσης και τα διδάγματα του παρελθόντος θα συνθέσουμε ένα σύγχρονο «όλο» αναπροσανατολισμένο όσον αφορά τις προτεραιότητες και τις αξίες στη ζωή μας. Το ορατό ή το αφηρημένο, το κλασικό ή το μοντέρνο;».

Αυτό είναι το θεμελιώδες ερώτημα…
«Θα μπορούσαμε να δούμε την τέχνη σαν ένα ευρύ φάσμα δημιουργίας με πολυσχιδή έκφραση που θα διαχωρίζεται σε παραστατικό και αφηρημένο μέσο έκφρασης. Η απεικόνιση με παραστάσεις (ανθρώπινες φυσιογνωμίες-φιγούρες, αντικείμενα απεικονισμένα όσο το δυνατόν πιο πιστά στην πραγματικότητα και στη φύση) συνιστά την ευρύτερη κατηγορία της παραστατικής τέχνης. Στη δεύτερη κατηγορία, που αφορά τον τρόπο απεικόνισης του θέματος με άλλα διαφορετικά μέσα έκφρασης, τα οποία δεν έχουν παραστατικό χαρακτήρα, οι φόρμες που παρατηρούμε απεικονίζονται / μεταφέρονται σαν μοτίβα, που ο θεατής τα εξηγεί μεμονωμένα και ανεξάρτητα από την αρχική πηγή έμπνευσης. Εάν πρέπει, λοιπόν, να επιλέξω μεταξύ της αρμονικής συμμετρίας και της συμπτωματικής ασυμμετρίας, είναι μάλλον βέβαιο ότι οι αισθήσεις μου θα κατανοούσαν ευκολότερα το ορατό από το αφηρημένο και το κλασικό από το μοντέρνο».
Δραστηριότητα και δράσεις εικοσι ετών



Η ζωγραφική και η γλυπτική υπάρχουν μόνες τους στην Πινακοθήκη Κουβουτσάκη ή ζουν μέσα σε ένα γενικότερο πολιτισμικό περιβάλλον μαζί και με άλλες τέχνες, όπως η μουσική και η λογοτεχνία; Ποιες είναι οι άλλες δραστηριότητες της Πινακοθήκης κατά τη διάρκεια των εικοσι ετών λειτουργίας της;
«Θα σας αναφέρω ορισμένες από τις δραστηριότητες της Πινακοθήκης: Λειτούργησε εκπαιδευτικό πρόγραμμα που απευθύνεται σε μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου. Εξειδικευμένο προσωπικό ξεναγεί τους επισκέπτες στις αίθουσες του κτιρίου, επεξηγώντας και αναλύοντας την πορεία της νεοελληνικής «παραστατικής» ζωγραφικής από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Ο εκπαιδευτικός και ψυχαγωγικός κύκλος των ξεναγήσεων ολοκληρώνεται με ειδικές προβολές σχετικές με τα εκθέματα της Πινακοθήκης. Στο εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα συμμετείχαν περίπου 4.500 σχολεία από όλη την Ελλάδα και ξεναγήθηκαν 300.000 μαθητές, απολύτως δωρεάν. Πραγματοποιήθηκαν 350 μουσικές εκδηλώσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, εκθέσεις ζωγραφικής μαθητών από σχολεία της Κηφισιάς, σεμινάρια επιμόρφωσης δασκάλων του Δημοσίου, ομιλίες και άλλες δράσεις στις οποίες συμμετείχαν 75.000 άτομα. Συνολικά επισκέφθηκαν τους χώρους της Πινακοθήκης 500.000 άτομα. Στο πλαίσιο προγράμματος αρωγής προς έλληνες καλλιτέχνες για τη διεύρυνση των εικαστικών τους γνώσεων αλλά και προς οικονομική ενίσχυσή τους, δόθηκαν χορηγίες. Πραγματοποιήσαμε επί σειρά ετών διαγωνισμό ζωγραφικής όλων των σχολείων της Κηφισιάς, με απονομή βραβείων και επαίνων στους μαθητές. Απονεμήθηκαν χρηματικά βραβεία, επί δεκαπέντε συναπτά έτη, σε αριστεύσαντες μαθητές σχολείων της Κηφισιάς. Ενισχύσαμε οικονομικά πολλούς συλλόγους, σωματεία και άλλες κοινωνικές ομάδες που δραστηριοποιούνται πολιτιστικά στην Κηφισιά».
Το «Φόρουμ για την Κηφισιά»



Τι ακριβώς αντιπροσωπεύει η πολιτιστική κίνηση «Φόρουμ για την Κηφισιά»;
«Το έτος 2010 δημιουργήθηκε το «Φόρουμ για την Κηφισιά» και αναρτήθηκε στον ιστότοπο www.kouvoutsakis-pinakothiki.gr το μανιφέστο των επιδιώξεών του. Ολες οι δράσεις που επακολούθησαν χρηματοδοτήθηκαν από εμένα, η δε Πινακοθήκη Κουβουτσάκη προσέφερε δωρεάν τους απαραίτητους χώρους για την πραγματοποίησή τους».
Κάποιες αναφορές στο μανιφέστο του Φόρουμ; «Η δημιουργία του «Φόρουμ για την Κηφισιά» είναι μία πρόταση της Πινακοθήκης Κουβουτσάκη προς τους δημότες του Δήμου Κηφισιάς, για τη δυναμική προώθηση κοινωνικών και πολιτιστικών δράσεων, ώστε ο δήμος να καταστεί ο δεύτερος –μετά τον Δήμο της Αθήνας –πόλος έλξης για καλλιτεχνικές και όχι μόνο εκδηλώσεις και να εξελιχθεί σε πρότυπη πόλη πολιτισμού. Η πολιτική μας, λοιπόν, θέση δεν προσδιορίζεται ή τοποθετείται από αριστερά ή από δεξιά, αλλά είναι μία εναλλακτική πρόταση με επίκεντρο τον πολιτισμό και γνώμονα τον άνθρωπο. Είναι μια προσπάθεια για σύνθεση ανησυχιών και προσδοκιών, όπως εκφράζονται από ένα ευρύ φάσμα δημοτών όλων των ηλικιών που ασχολούνται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με τον πολιτισμό και επιδιώκουν μια γέφυρα επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους και ανάμεσα στον δημότη και στη διοίκηση. Θα επιδιώξουμε να ευαισθητοποιήσουμε και να κινητοποιήσουμε τους δημότες της πόλης μας μέσα από πολιτιστικές και ενημερωτικές εκδηλώσεις, σε θέματα που αφορούν εκτός από την καθημερινότητά τους και στον πολιτισμό, με έμφαση στην ενθάρρυνση της τοπικής πολιτιστικής δράσης· με σεβασμό ταυτόχρονα τόσο στις ιστορικές μας μνήμες όσο και στη διαφορετικότητα των σύγχρονων καλλιτεχνικών τάσεων».
Το Θέατρο της Οίας



Για ποια άλλη δράση θα κάνατε ανάλογη επένδυση;
«Βρισκόμαστε στο τελικό στάδιο ολοκλήρωσης των εργασιών για τη λειτουργία, σε μη κερδοσκοπική βάση, δηλαδή χωρίς εισιτήριο, αμφιθεάτρου στη Σαντορίνη με την επωνυμία το «Θέατρο της Οίας». Το αμφιθέατρο ανεγέρθηκε σε ιδιόκτητο χώρο και χρηματοδοτήθηκε εξ ολοκλήρου από ίδιους πόρους».
Πώς θα λειτουργήσει το Θέατρο στην Οία; «Εχει δυνατότητα φιλοξενίας 700 θεατών και κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες που αναφέρονται στο βιβλίο «Περί αρχιτεκτονικής» του ρωμαίου αρχιτέκτονα Βιτρούβιου, σχετικά με τις προδιαγραφές κατασκευής του Αρχαίου Ελληνικού Θεάτρου. Ελπίζουμε να λειτουργήσει πιλοτικά το καλοκαίρι του 2016 και κανονικά το 2017.
Επίσης, εξασφαλίστηκε χώρος για τη διεξαγωγή περιοδικών εκθέσεων στην Οία Σαντορίνης, με επιλογές έργων από τη συλλογή της Πινακοθήκης Κουβουτσάκη κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών του χρόνου, και ο οποίος θα λειτουργεί παράλληλα με το αμφιθέατρο».
Τι σας προκαλεί δυσανεξία; Για ποιο πράγμα διαμαρτύρεστε; «Μου προκαλεί δυσανεξία η συνεχώς διαφοροποιούμενη και πολύπλοκη φορολογική νομοθεσία και διαμαρτύρομαι για την ασαφή κρατική πολιτιστική πολιτική».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 17 Απριλίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ