Οι Ρώσοι επιστήμονες που κατάφεραν να τρυπήσουν τους πάγους πάνω από μια υπόγεια λίμνη της Ανταρκτικής για να φτάσουν σε αυτή και να τη μελετήσουν ανακοίνωσαν ότι εντόπισαν κάποιες νέες μορφές ζωής. Πρόκειται για άγνωστα, όπως τα χαρακτηρίζουν, βακτήρια.

Δείτε σχετικά: Τα πρώτα δείγματα από τα νερά της Βοστόκ

Η λίμνη

H λίμνη Βοστόκ στην Ανταρκτική είναι ένας μεγάλος όγκος γλυκού νερού που εδώ και τουλάχιστον 14 εκατομμύρια χρόνια παραμένει θαμμένος κάτω από σχεδόν τέσσερα χιλιόμετρα πάγου. Από τις περίπου 370 λίμνες γλυκού νερού που έχουν εντοπιστεί τα τελευταία χρόνια κάτω από το κάλυμμα πάγου της Ανταρκτικής, η λίμνη Βοστόκ είναι μακράν η μεγαλύτερη, με έκταση 15.690 χιλιομέτρων.

Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξή της ήρθαν από βρετανικά ραντάρ τη δεκαετία του 1970. Έπειτα από μια δεκαετία προσπαθειών, η ρωσική αποστολή στην Ανταρκτική κατάφερε να διεισδύσει στη λίμνη και να πάρει δείγματα από αυτή.

Οι ερευνητές τρύπησαν ένα στρώμα πάγου τεσσάρων χλμ για να φτάσουν στη λίμνη και να λάβουν δείγματα

Τα γήινα…alien

Στα δείγματα εντοπίστηκαν βακτήρια, τα οποία, σύμφωνα με τους ερευνητές, αποτελούν μορφές ζωής που δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα στη Γη.

«Αφού αποκλείσαμε όλους τους πιθανούς εξωτερικούς παράγοντες που μπορεί να είχαν μολύνει τα βακτήρια, ελέγξαμε το DNA τους και είδαμε ότι δεν είναι συμβατό με κανένα άλλο γνωστό είδος. Η ομοιότητα του γενετικού υλικού με εκείνο γνωστών ειδώνήταν μικρότερη από 86%, ποσοστό ουσιαστικά μηδενικό όταν μιλάμε για έρευνα DNA. Οταν το επίπεδο της ομοιότητας είναι μικρότερο από 90% πρακτικά μιλάμε για άγνωστο είδος» αναφέρει ο Σεργκέι Μπουλάτ, του Ινστιτούτου Πυρηνικής Φυσικής του Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. «Αν αυτά τα βακτήρια τα είχαμε εντοπίσει στον Αρη τότε χωρίς καμιά αμφιβολία θα μιλούσαμε για αρειανή ζωή. Ομως πρόκειται για γήινο DNA. Αυτές τις μορφές ζωής θα τις χαρακτηρίσουμε είτε μη εντοπισμένες είτε μη ταξινομημένες» συνεχίζει ο ερευνητής.

Τα δείγματα νερού στα οποία εντοπίστηκαν αυτά τα βακτήρια είναι πιθανότατα δείγματα στα οποία υπάρχουν παράγοντες που είχαν υπεισέλθει σε αυτά από τη γεώτρηση ή από την έκθεση μετά από εκατομμύρια έτη σε μη στεγανοποιημένο περιβάλλον. Για αυτό και οι ερευνητές έσπευσαν να τονίσουν ότι για να επιβεβαιωθεί η ανακάλυψη θα πρέπει να μελετήσουν και δείγματα «καθαρού» νερού της υπόγειας λίμνης ώστε να δουν αν θα βρουν τους ίδιους ή πιθανώς άλλους άγνωστους μικροοργανισμούς.