Την διαβεβαίωση ότι η Ελλάδα «θα εργαστεί ώστε να τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της», αλλά ταυτόχρονα «θα εργαστεί ώστε να τηρηθούν όλες οι ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις προς την Ελλάδα και τον Ελληνικό λαό», έδωσε ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας μιλώντας στην Βουλή επί της πρότασης για την ανασύσταση και αναβάθμιση της Επιτροπής για την Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Μάλιστα θέλοντας να εκπέμψει ένα «μήνυμα» με αποδέκτες εκτός συνόρων είπε ότι «εμείς δεν επιλέγουμε ούτε τη θέση του μαθητή που σκύβει το κεφάλι και χαμηλώνει τα μάτια απέναντι στην αφ’ υψηλού ηθική διδασκαλία, αλλά ούτε διεκδικούμε τη θέση του ηθικοδιδάσκαλου που κουνά επιτιμητικά το δάχτυλο, απέναντι στον υποτιθέμενο αμαρτωλό, ζητώντας του να πληρώσει για τις αμαρτίες του». Ενώ διευκρίνισε: «Αντίθετα επιλέγουμε το δρόμο της διαπραγμάτευσης και του διαλόγου, της αλληλοκατανόησης και της δικαιοσύνης».

Εξηγώντας μάλιστα τις προθέσεις της κυβέρνησης όσον αφορά το θέμα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών, είπε ότι «δεν κάνουμε εδώ θεοδικία, αλλά την ίδια στιγμή δεν παραιτούμαστε και από τις απαράγραπτες αξιώσεις μας». «Δεν κάνουμε μαθήματα ηθικής αλλά δεν δεχόμαστε και μαθήματα ηθικής», τόνισε.

Επικαλούμενος δε τις δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων είπε: «Πολλές φορές το τελευταίο διάστημα στο άκουσμα πολλών προκλητικών δηλώσεων από το εξωτερικό, μου έρχεται στο μυαλό το περίφημο απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Ιησού: Βλέπουν την ακίδα στο μάτι του αδελφού τους, αλλά όχι το δοκάρι στο δικό τους».

Ισότιμος διάλογος

Αναφερθείς στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση, ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι (η κυβέρνηση) «θα εργαστεί άοκνα, ώστε με ισότιμους όρους, μέσα από το διάλογο στο πλαίσιο μιας έντιμης διαπραγμάτευσης, να συνδράμει ώστε να βρεθεί λύση στα πολύπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη». «Θα εργαστεί ώστε να τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της. Αλλά ταυτόχρονα θα εργαστεί ώστε να τηρηθούν όλες οι ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις προς την Ελλάδα και τον Ελληνικό λαό», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι «όπως εμείς δεσμευόμαστε να τηρήσουμε τις υποχρεώσεις μας έτσι οφείλουν να πράξουν και όλες οι πλευρές».

«Γιατί η ηθική δεν μπορεί να είναι αλα καρτ. Δε μπορεί να είναι κατά περίσταση», όπως είπε χαρακτηριστικά, διαβεβαιώνοντας ότι «η νέα ελληνική κυβέρνηση θα στηρίξει πραγματικά και με όλες της τις δυνάμεις, την πρωτοβουλία για την ανασύσταση, ανασυγκρότηση και αναβάθμιση της Επιτροπής για την Διεκδίκηση των Γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα».

«Θα την στηρίξουμε αληθινά και ουσιαστικά και όχι για επικοινωνιακούς λόγους. Είμαστε έτοιμοι να προσφέρουμε κάθε πολιτική και νομική συνδρομή, ώστε οι προσπάθειες της Επιτροπής αυτής να αποδώσουν», υπογράμμισε.

Νωπές μνήμες

Ο πρωθυπουργός επισήμανε σχετικά με το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων ότι «είναι ακόμη νωπά στη μνήμη του λαού μας τα εγκλήματα και οι καταστροφές που προκάλεσαν τα στρατεύματα του Γ΄ Ράιχ σε όλο το μήκος και το πλάτος της ελληνικής επικράτειας αλλά και της Ευρώπης ολόκληρης».

«Και οι μνήμες αυτές οφείλουν να διατηρηθούν στις νεότερες γενιές. Έχουμε χρέος, ιστορικό, πολιτικό και ηθικό να τις διατηρήσουμε», είπε, «όχι για να διατηρήσουμε την καχυποψία και το μίσος μεταξύ των λαών αλλά για να θυμόμαστε πάντα τι σημαίνει ναζισμός, τι σημαίνει φασισμός».

«Όταν τη θέση του σεβασμού παίρνει η μισαλλοδοξία, φυλετική ή κοινωνική, τότε αυτό που κυριαρχεί είναι ο πόλεμος και το σκοτάδι. Και η Ευρώπη το γνώρισε αυτό το σκοτάδι. Το έζησε και το μίσησε. Ήταν αυτός ένας από τους λόγους που οι Ευρωπαϊκοί λαοί συναποφάσισαν να εκκινήσουν τις διαδικασίες το 1957 ώστε να μην ηχήσουν ποτέ ξανά οι σειρήνες του πολέμου. Και δε πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Γερμανικός λαός υπέφερε εξίσου από τη ναζιστική θηριωδία. Και ότι στη Γερμανία ο ναζισμός επικράτησε επειδή πρωτύτερα ταπεινώθηκε ο Γερμανικός λαός», ανέφερε ο κ. Τσίπρας, ο οποίος σημείωσε ότι η συζήτηση αυτή δεν γίνεται μόνο για λόγους συμβολικούς αλλά και για λόγους ουσιαστικούς, ώστε να αποτίσουμε φόρο τιμής στα θύματα του πολέμου και τους αγωνιστές όλου του κόσμου που έδωσαν τη ζωή τους να νικηθεί ο ναζισμός, αλλά και τους αγωνιστές της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης που θυσιάστηκαν για να απαλλαγεί η χώρα από την ναζιστική θηριωδία.

Όσον αφορά τα νομικά επιχειρήματα της γερμανικής πλευράς είπε πως όταν η Γερμανία αποδέχεται έστω να τοποθετηθεί για το ζήτημα των οφειλών της προς την Ελλάδα από το Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, επικαλείται την Διμερή μας Συμφωνία του 1960, τότε που με δική της πρωτοβουλία κατέβαλε 115 εκατομμύρια μάρκα, ως αποζημιώσεις και το τότε Βασίλειο της Ελλάδας αναγνώρισε ότι δεν έχει περαιτέρω σχετικές αξιώσεις. «Η συμφωνία όμως αυτή δεν αφορούσε αποζημιώσεις για τις καταστροφές που υπέστη η χώρα αλλά αποζημιώσεις για τα θύματα του ναζισμού στην Ελλάδα. Και φυσικά, σε καμία περίπτωση, δεν αφορούσε ούτε το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο αλλά ούτε και αξιώσεις για αποζημίωση εξαιτίας εγκλημάτων πολέμου, εξαιτίας της σχεδόν ολικής καταστροφής των υποδομών της χώρας αλλά και της διάλυσης της οικονομίας της κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής», διευκρίνισε.

Κριτική Γεωργιάδη

Πριν ξεκινήσει η διαδικασία συζήτησης, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Άδ. Γεωργιάδης κατηγόρησε την Πρόεδρο της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου ότι για ένα θέμα επί του οποίου υπάρχει ομοφωνία από όλα τα κόμματα, δρομολόγησε την διαδικασία χωρίς προηγουμένως να έχει ρωτήσει το Σώμα αν συμφωνεί ή διαφωνεί. «Το θέμα έχει να κάνει με την ουσία και δεν προσφέρεται για φτηνούς πολιτικούς εντυπωσιασμούς», είπε στηλιτεύοντας ότι «χωρίς να συνεννοηθεί, μόνη της, εγγράφει στην ημερήσια διάταξη, την πρότασή της». «Όχι ως Πρόεδρος της Βουλής αλλά ως τύραννος, σε ένα θέμα που πρέπει να μας ενώνει, αποφάσισε μόνη της», τόνισε. Η κυρία Κωνσταντοπούλου απέφυγε την όξυνση και απάντησε ότι είχαν ενημερωθεί οι κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων οι οποίες είχαν προτείνει και τους ομιλητές τους.