Δεν σταματάνε τα πλήγματα για τη δυτική φιλελεύθερη δημοκρατία. Πόσο γρήγορα και πόσο βαθιά έχουν αλλάξει τα πράγματα! Ούτε μία δεκαετία πριν, η συνεχής πρόοδος φαινόταν αναπόφευκτη. Δεν ήταν μόνο αμερικανοί πολιτικοί επιστήμονες που προέβλεπαν το τέλος της Ιστορίας. Για τους κατοίκους της Δύσης που δεν είχαν ζήσει τους μεγάλους πολέμους, και ειδικά αυτούς που δεν έζησαν ως ενήλικοι τη Σοβιετική Ενωση, η κυριαρχία του δυτικού φιλελεύθερου μοντέλου με το συνεχές άνοιγμα συνόρων και τη διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων φαινόταν αυτονόητη, αδιαμφισβήτητη και αδιάκοπη. Θέμα χρόνου ήταν, νομίζαμε, να νικηθούν παγκοσμίως ο εθνικισμός και η ξενοφοβία, ο πλανήτης να μικρύνει, η φιλελεύθερη ουτοπία να αφιχθεί.
Οι αναπάντεχοι αλλά συνεχόμενοι θρίαμβοι του λαϊκισμού στους ισχυρότερους φάρους της δυτικής δημοκρατίας κλονίζουν θανάσιμα τη θεωρία της αέναης προόδου. Είναι ξεκάθαρο ότι τόσο ο Τραμπ όσο και οι δυνάμεις του Brexit αποστρέφονται το δίπτυχο ανοιχτές αγορές-ανοιχτά μυαλά. Για πρώτη φορά στη ζωή ενός 35χρονου, η ελευθερία να κινούμαστε και να εργαζόμαστε σε όλη τη Δύση αρχίζει να μειώνεται. Πώς φτάσαμε εδώ;
Ασυνήθιστα για μια χώρα που έχει συνηθίσει τον χαρακτηρισμό ουραγός, η Ελλάδα υπήρξε πρωτοπόρος των πολιτικών εξελίξεων: η άνοδος του αντιμνημονιακού λαϊκισμού στη χώρα μας και η καθίζηση μεγάλων αστικών κομμάτων συνέβησαν πολύ πριν πάρει κανείς στα σοβαρά την «επανάσταση» του Τραμπ ενάντια στο κατεστημένο των ΗΠΑ, των Ρεπουμπλικανών συμπεριλαμβανομένων.
Μέχρι πρότινος στενοχωριόμασταν που η Ελλάδα δείχνει μια έντονη αρνητική μοναδικότητα. Σήμερα μαθαίνουμε πως δεν φταίνε τα γονίδια ή το κακό ριζικό μας (και χρωστάμε μια συγνώμη όσοι είχαμε τέτοιες σκέψεις) –υπάρχουν βαθύτερες αιτίες για την άνοδο του ολιγοφρενούς λαϊκισμού σε όλη τη Δύση.
Ευρεία στρώματα της κοινωνίας νιώθουν ότι αυτό το σύστημα δεν τους εκφράζει. Η παραδοσιακή φιλελεύθερη δημοκρατία με τις συγκεκριμένες δομές της αλλά και η παγκόσμια σμίκρυνση φέρνουν μειονεκτήματα που ο κάτοικος της «επαρχιακής» Δύσης απλώς δεν μπορεί να χωνέψει (π.χ. περιορισμούς στη λαϊκή κυριαρχία από υπερεθνικές ή ανεξάρτητες αρχές).
Αναλύοντας τη νίκη Τραμπ, η Αμερική φαίνεται να είναι αυξανόμενα διχοτομημένη, ανάμεσα σε εξοργισμένους κατοίκους της επαρχίας και της υπαίθρου που διατίθενται να καταλύσουν κάθε κατεστημένη αρχή, και ανθρώπους υψηλής μόρφωσης των μεγάλων πόλεων που πραγματικά δεν καταλαβαίνουν γιατί γίνεται η όλη φασαρία. Εντονότερο ίσως το φαινόμενο στη Βρετανία, όπου άνω του 75% των Λονδρέζων ψήφισαν υπέρ της ΕΕ, αλλά νικήθηκαν από τα εξίσου συντριπτικά ποσοστά της αγγλικής περιφέρειας κατά της ΕΕ. Ακόμα και εντός πόλεων έχουμε σχίσμα: στην Αθήνα, 85% των κατοίκων Εκάλης ψήφισαν φιλοευρωπαϊκά «Ναι», έναντι 25% σε περιοχές όπως το Πέραμα.
Μήπως τόσοι άνθρωποι, από τις κωμοπόλεις του Λάνκασιρ και του Οχάιο μέχρι την Ελλάδα, έχουν αρχίσει να ξεχνάνε τις δοκιμασίες που περάσαμε για να φτάσουμε εδώ; Τους αιώνες συγκρούσεων που μας δίδαξαν ότι η δημοκρατία, όπως έχει, είναι το καλύτερο ανάμεσα σε ατελή συστήματα;
Οταν η δημοκρατία μας χάνει τόσο σε κοινωνική αποδοχή, τα κράτη μας μπαίνουν σε επικίνδυνες δοκιμές.
Πάλι πρωτοπόρος η ελληνική κυβέρνηση, με τις επιθέσεις της σε βασικούς θεσμούς της δυτικής δημοκρατίας (ελευθερία των ΜΜΕ, ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης). Δεν είμαστε μόνοι, ο Τραμπ φαίνεται να έχει παρόμοια δυσανεξία στην αμερικανική δημοκρατία με τα λεγόμενα checks and balances. Αλλά και στην κοιτίδα του κοινοβουλευτισμού έχουμε πρόσφατα:
  • Συντονισμένη επίθεση στην Τράπεζα της Αγγλίας, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ σε ανεξάρτητες αρχές ΤτΕ και ΕΣΡ.
  • Κλασική λαϊκιστική ρητορική της Τερέζα Μέι ενάντια στην ελίτ και στη διαφθορά των «άπληστων».
  • Προσπάθεια των κυβερνήσεων να παρουσιάσουν εαυτές ως μόνους εκφραστές του λαού, ακόμα και όταν οι αποφάσεις τους προσκρούουν στο δικαστικό σύστημα (εμμονή στη «σκληρή» έξοδο από την ΕΕ χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση, εμμονή στον ραδιοτηλεοπτικό νόμο ο ΣΥΡΙΖΑ).
  • Περιφρόνηση της επιστήμης. Αντιμέτωπος με τη σχεδόν ομόφωνη γνώμη των οικονομολόγων εναντίον της εξόδου από την ΕΕ, ο τότε υπουργός των Συντηρητικών Μάικλ Γκοβ δήλωσε «ο κόσμος βαρέθηκε να ακούει τους ειδικούς».
Αυτές οι συμπεριφορές που πολλοί αναλυτές έβλεπαν (υπεροπτικά;) να προσιδιάζουν μόνο σε ανώριμες δημοκρατίες και αναπτυσσόμενες οικονομίες (Βαλκάνια, Ρωσία) προκαλούν έκπληξη εμφανιζόμενες στη Βρετανία.
Γράφει ο Σ. Καλύβας σχετικά με την άνοδο του ανορθολογισμού στην Ελλάδα: Ενας σημαντικός λόγος που υποβαθμίστηκαν οι ορθές ερμηνείες της κρίσης είναι πως κεντρικός φορέας τους ήταν το ίδιο πολιτικό προσωπικό που όχι μόνο ευθυνόταν για την κρίση αλλά δεν είχε καν προετοιμάσει την κοινωνία για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η απόρριψη των φορέων της ερμηνείας προηγείται από την απόρριψη της ερμηνείας και την εξηγεί σε μεγάλο βαθμό.
Απόρριψη των παλιών θεσμών, μαζί με τις ιδέες που πρέσβευαν. Φαίνεται να καταλύεται έτσι το τόσο βασικό αλλά τελικά άρρητο «συμβόλαιο της προόδου» που κυριάρχησε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: οι ελίτ κάνουν τα δικά τους χωρίς να πολυεξηγούν το πώς και το γιατί, παραδοσιακά κόμματα καλομορφωμένων αστών διαδέχονται το ένα το άλλο –οι υπόλοιποι, μάλλον αποκλεισμένοι από το πολιτικό παιχνίδι, ανταμείβονται όμως με συνεχή πρόοδο και άνοδο βιοτικού επιπέδου.
Τα τελευταία χρόνια ένας τέλειος κυκλώνας διαφορετικών οικονομικών φαινομένων έχει φέρει στασιμότητα ή και πτώση εισοδήματος των εργαζομένων που δεν έχουν ιδιαίτερα προσόντα, της μεσαίας και χαμηλότερης τάξης δηλαδή.
Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007 ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Από την αρχή του αιώνα, η άνοδος της Κίνας (ονειρική αγορά για τις Apple ης Δύσης, εφιαλτικός ανταγωνιστής για την παραδοσιακή παραγωγή), σε συνδυασμό με την τεχνολογική επανάσταση της πληροφορικής, δίνει δύναμη στους καλά μορφωμένους και ευέλικτους νέους, αλλά αφαιρεί από τους παραδοσιακούς εργαζομένους που δεν προσαρμόζονται.
Σήμερα βλέπουμε την εκδίκηση των παραμελημένων αυτών ανθρώπων, που βρίσκονταν στην περιφέρεια, οικονομικά, πολιτικά και γεωγραφικά. Που ίσως εύλογα διαμαρτύρονται, αλλά αυτοκαταστρέφονται ακολουθώντας δημαγωγούς.
Το μόνο παρήγορο είναι ότι οι φοβικές δυνάμεις της συντήρησης ζουν τώρα τη μάχη των Αρδεννών τους, το κύκνειο άσμα. Γιατί όσους ΣΥΡΙΖΑ ή Τραμπ και να εκλέξουμε, η πραγματικότητα δεν αλλάζει: σε όλη τη Δύση, θα προσαρμοστούμε και θα ευημερήσουμε ή θα μείνουμε στο παρελθόν και θα εξαφανιστούμε.
Ο κ. Σωτήρης Γεωργανάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών στο City University του Λονδίνου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ