Το Βήμα – The New York Times
Διακυμάνσεις τιμών τόσο μεγάλες και τόσο γρήγορες όπως αυτές που καταγράφονται στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου από τον Ιούνιο του 2014 έως σήμερα, προκαλούν προβλήματα σε κάποιους και ωφελούν άλλους. Αν και τα προβλήματα είναι αυτά που τραβούν τη μεγαλύτερη προσοχή, τα οφέλη είναι εξίσου σημαντικά – αν όχι πιο σημαντικά. Η μείωση 70% στη τιμή του αργού αντανακλά μία τεράστια μεταφορά ετήσιου εισοδήματος τριών τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τους πετρελαιοπαραγωγούς στους καταναλωτές πετρελαίου. Και ενώ η ελεύθερη πτώση στα χρηματιστήρια και η επιπλέον μείωση της τιμής του πετρελαίου έχουν πυροδοτήσει συζητήσεις για άλλη μία παγκόσμια ύφεση, οι ζοφερές προβλέψεις θα αποδειχθούν μάλλον παραπλανητικές.
Η δραματική πτώση της τιμής του πετρελαίου είναι σίγουρο ότι θα έχει και νικητές και χαμένους. Αλλά οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι θα είναι πολιτικοί όχι οικονομικοί. Η αλλαγή της κατάστασης είναι εμφανής στα αεροπορικά εισιτήρια των αξιωματούχων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αντί να πετάνε προς την Αθήνα, τώρα κατευθύνονται στο Μπακού. Πράγματι, οι πετρελαιοπαραγωγές δικτατορίες της Κεντρικής Ασίας, συμπεριλαμβανομένου του Αζερμπαϊτζάν, είναι μεταξύ των κρατών που χτυπήθηκαν περισσότερο από την πτώση των τιμών – ειδικά αφού ως πρώην σοβιετικά κράτη, το εμπόριό τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία, επίσης πετρελαιοπαραγωγό κράτος.
Αυτοί που θα ωφεληθούν περισσότερο από την πτώση της τιμής είναι οι χρεωμένες χώρες που εισάγουν πετρέλαιο: η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία (η Γερμανία επίσης ενδέχεται να ωφεληθεί). Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία ταυτόχρονα παράγουν αλλά και εισάγουν ενέργεια, επομένως οι επιπτώσεις στην οικονομία τους θα είναι πιο περίπλοκες. Οι οικονομολόγοι θα χρειαστούν μήνες για να καταλάβουν γιατί οι χαμηλές τιμές πετρελαίου αργούν να εμφανιστούν στις στατιστικές για την κατανάλωση. Αλλά στο τέλος θα εμφανιστούν , όπως συμβαίνει κάθε φορά που παρουσιάζεται μία τόσο μεγάλη πτώση. Αλλά το πιο σημαντικό ερώτημα είναι για τους πολιτικούς επιστήμονες: ποιες κυβερνήσεις θα πέσουν αυτό τον χρόνο και ποιες θα είναι οι συνέπειες;
Δεν είναι τυχαίο, ότι η τελευταία κρίση των αναδυόμενων αγορών, το 1997 – 1998, σχετίστηκε και πάλι με τη δραματική πτώση της τιμής του πετρελαίου. Σε εκείνη την περίπτωση τα μεγαλύτερα θύματα ήταν ένας δικτάτορας στην Ινδονησία και ένας εύθραυστος δημοκράτης στη Ρωσία. Τον Μάιο του 1998, εννέα μήνες μετά το ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης στην Ανατολική Ασία, ο ινδονήσιος πρόεδρος Σουχάρτο παραιτήθηκε μετά από 31 χρόνια στο αξίωμα. Λίγους μήνες αργότερα, η Ρωσία χρεοκόπησε και το νόμισμά της κατέρρευσε. Στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ο πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν, παραιτήθηκε αφήνοντας τη χώρα στα χέρια του πρωθυπουργού του, Βλαντίμιρ Πούτιν. Στην προσπάθεια πρόβλεψης σχετικά με το ποιες κυβερνήσεις μπορεί να ακολουθήσουν την ίδια μοίρα, τα κυριότερα κριτήρια – σε συνδυασμό με τις οικονομικές επιπτώσεις της μείωσης της τιμής του πετρελαίου – είναι η ανθεκτικότητα και η προσαρμοστικότητα.
Έχει το καθεστώς οικονομικά αποθέματα ώστε να μειώσει το σοκ και να αγοράσει χρόνο προσαρμογής; Διαθέτει η χώρα ένα εύρωστο τραπεζικό σύστημα; Μπορεί το πολιτικό της σύστημα να περιορίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια; Τα καθεστώτα που εξαρτώνται από το πετρέλαιο αλλά δεν πληρούν αυτά τα κριτήρια, έχουν πρόβλημα. Αυτό το αναλυτικό πλαίσιο κρύβει εκπλήξεις. Όσο και να αρέσει σε ειδικούς να προβλέπουν την πτώση της μοναρχίας της Σαουδικής Αραβίας, μάλλον θα απογοητευθούν για ακόμη μία φορά. Η χώρα έχει το χαμηλότερο κόστος εξόρυξης στον κόσμο και παρότι η πολιτική της δυσκαμψία είναι γνωστή, επιδεικνύει μεγάλη οικονομική προσαρμοστικότητα με περικοπές στον προϋπολογισμό και εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων.
Η Ρωσία από την άλλη, μπορεί να μην είναι τόσο τυχερή. Η πολιτική της ευρωστία δεν συνοδεύεται από χρηματοπιστωτική και οικονομική αντοχή. Ο Πούτιν θα προσπαθήσει να κουκουλώσει τον πόνο, αλλά κάποια στιγμή μπορεί να γίνει καθηλωτικός. Τα πιθανά θύματα είναι πολλά, με ανησυχητικές συνέπειες για την γεωπολιτική σταθερότητα παγκοσμίως. Όσο για το ποιος μπορεί να γίνει ο επόμενος Σουχάρτο, θα έλεγα κάποιον ή κάποιους από τους δικτάτορες της Κεντρικής Ασίας – όπως στο Αζερμπαϊτζάν, στο Καζακστάν και στο Τουρκμενιστάν. Σε κάθε περίπτωση, η φετεινή χρονιά αναμένεται να έχει μεγάλο ενδιαφέρον.