TO BHMA – THE NEW YORK TIMES

Το φαινόμενο Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί ένα εξαιρετικό δώρο για τους ειδικούς καθώς μπορεί να αναλυθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Αλλά δύο δεδομένα φαίνονται ιδιαίτερα χρήσιμα. Πρώτον, ο Τραμπ ουσιαστικά χρησιμοποιεί τις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών για να διεξάγει μία προεκλογική εκστρατεία ενός τρίτου και όχι μία δεξιόστροφη ανταρσία. Δεύτερον, ο Τραμπ εμφανίζεται παραδόξως ελκυστικός κατά το πρότυπο του Φραγκλίνου Ρούσβελτ, με την έννοια ότι είναι ένα πλούσιο και καλά δικτυωμένο άτομο – ένας πλούσιος Νεοϋορκέζος –το οποίο εκστρατεύει ως προδότης της τάξης του.
Τα δύο αυτά στοιχεία είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Στην αμερικανική πολιτική, το δικομματικό σύστημα, όπως και η Γερουσία ή το Ανώτατο Δικαστήριο, λειτουργεί εδώ και καιρό σαν μια μορφή ελέγχου επί της καθαρής δημοκρατίας, σαν ένα μέσο ελέγχου των ελίτ. Από τη στιγμή που υπάρχουν μόνο δύο ανταγωνιστικά κόμματα, η πολιτική ποικιλομορφία της χώρας θα διοχετεύεται μέσω των δικών τους πυλών και οι άνθρωποι –κατά κύριο λόγο μέλη της ανώτερης τάξης με υψηλή μόρφωση και ενσυνείδητοι οπαδοί της παγκοσμιοποίησης –που διοικούν τα κόμματα αυτά θα ασκούν δυσανάλογο έλεγχο όσον αφορά τις ιδέες που θα εκφραστούν.
Αυτό σημαίνει ότι συγκεκριμένες ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες περιθωριοποιούνται στον εθνικό πολιτικό διάλογο. Ο φιλελεύθερος που επιθυμεί τον περιορισμό των στρατιωτικών δαπανών, ο ψηφοφόρος που τάσσεται κατά της έκτρωσης και επιθυμεί ένα μεγαλύτερο κράτος πρόνοιας, ο σκεπτικιστής, όσον αφορά τη μετανάστευση, ο οποίος θέλει τη διατήρηση των δομών κοινωνικής ασφάλισης όπως ακριβώς είναι σήμερα… όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι και πολλοί άλλοι επιλέγουν το μικρότερο από τα δύο κακά, καθώς κανενός κόμματος η ηγεσία δεν έχει συμφέρον να παρουσιάσει ολόκληρη την κοσμοθεωρία τους.
Κατά κάποιο τρόπο αυτός ο περιορισμός μπορεί να είναι καλός για τη δημοκρατία. Οι ελίτ ενδέχεται να έχουν τη σοφία που δεν διαθέτουν οι λαϊκιστές, συγκεκριμένες ιδέες πρέπει να καταστέλλονται και τα πολυκομματικά συστήματα είναι πιθανότερο να εκχωρήσουν την εξουσία σε εξτρεμιστές ή ανόητους.
Και όταν ένα δικομματικό σύστημα λειτουργεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, οι ηγέτες των κομμάτων μπορούν να ασπαστούν πειστικές ιδέες τρίτων, ή ακόμη και να προσανατολίσουν εκ νέου και πλήρως ένα κόμμα ούτως ώστε να αντιδράσουν ενώπιον ενός δυσαρεστημένου με τις επιλογές του κοινού.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών η χώρα υπέστη μια σειρά καταστροφών οι οποίες είχαν πάνω τους τα δακτυλικά αποτυπώματα του δικομματισμού. Ωστόσο, διάφορα κινήματα που σχηματίστηκαν ως αντίδραση σ’ αυτές τις αποτυχίες –η αντιπολεμική αριστερά, το δεξιό Tea Party, το κίνημα Occupy Wall Street –δεν έχουν καταφέρει ούτε καν να ανατρέψουν κάποιον εν ενεργεία πρόεδρο, πόσω μάλλον να αλλάξουν τις βασικές γραμμές κατά μήκος των οποίων τα δύο κόμματα αντιπαρατίθενται.
Και είναι αυτό το σημείο όπου ο Τραμπ εισέρχεται στη σκηνή. Τη μία στιγμή μπορεί να αγορεύει στους δεξιούς για τη μετανάστευση και την άλλη να υπόσχεται την επιβολή φόρων στους διαχειριστές αντισταθμιστικών κεφαλαίων. Θα επιτεθεί κατά της πολιτικής ορθότητας και στη συνέχεια θα δεσμευτεί να προστατέψει τα κρατικά επιδόματα. Κατακρίνει την αποτυχία του Ιράκ, όσα εκτυλίχτηκαν τόσο κατά την εποχή των Μπους όσο και κατά την εποχή του Ομπάμα, με τρόπο που ούτε οι κύριοι υποψήφιοι των Ρεπουμπλικανών ούτε η Χίλαρι Κλίντον μπορούν να διαχειριστούν.
Και εισέρχεται σε όλα αυτά τα ζητήματα από την πλεονεκτική θέση ενός προνομιούχου –γεγονός που οι επικριτές του συνεχίζουν να τονίζουν, πιστεύοντας ότι έτσι δυσφημείται, ενώ στην πραγματικότητα προσφέρει περισσότερη αξιοπιστία στον λαϊκισμό του. Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο δισεκατομμυριούχος ο οποίος υπόσχεται να αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις των ελίτ, ο καπιταλιστής που μπορεί να πει πόσο διεφθαρμένη είναι στην πραγματικότητα η Ουάσινγκτον, ο χρηματιστής που δηλώνει ότι οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μπορούν να αντέξουν υψηλότερους φόρους. Ακριβώς επειδή δεν είναι ένας παρείσακτος μπορεί να εμφανίζεται ως πειστικός παράγοντας αλλαγής: επειδή γνωρίζει την Wall Street και δεν χρειάζεται τα χρήματά της για την προεκλογική εκστρατεία του, φαίνεται πως θα μπορούσε να πολεμήσει τα μέλη της τάξης του και να κερδίσει.
Δεν πρόκειται, φυσικά, να κερδίσει αλλά έχει ιδιαίτερη σημασία ο τρόπος με τον οποίο θα χάσει. Σε ένα υγιές δικομματικό σύστημα, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα εκλάμβανε την επιτυχία του Τραμπ ως απόδειξη τού ότι ο βασικός προσανατολισμός του κόμματος να χρειάζεται ενδεχομένως να αλλάξει, ούτως ώστε να μοιάζει λιγότερο με εργαλείο εξυπηρέτησης οικονομικών συμφερόντων και περισσότερο με μέσο έκφρασης της δυσφορίας του μέσου Αμερικανού.
Σε ένα νοσηρό σύστημα, του είδους στο οποίο υποψιάζομαι πως κατοικούμε, οι Ρεπουμπλικανοί θα βρουν έναν τρόπο να συνθλίψουν τον Τραμπ δίχως να προσαρμοστούν στο μήνυμά του. Σε αυτήν την περίπτωση, η πίεση που εκμεταλλεύτηκε ο Τραμπ θα συνεχίσει να αυξάνεται και όταν σημειωθεί η έκρηξη, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, όπως το γνωρίζουμε, ενδέχεται να διαλυθεί.