Το πλαίσιο

Σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία ισχύει ανέκαθεν ο νόμος της επικράτησης των ισχυροτέρων. Η ανάγκη αποτελεσματικότητας αλλά και συνοχής της κοινωνίας επιβάλλει συντονισμό και διοίκηση, κάποιοι (οι λίγοι) να διοικούν και άλλοι (οι πολλοί) να διοικούνται. Και για να έχει ευστάθεια αυτή η διάκριση θεσπίζονται νόμοι και παραχωρούνται στους διοικούμενους διάφορες εγγυήσεις σε τομείς όπως λ.χ. η ασφάλεια, το επίπεδο διαβίωσης, η δικαιοσύνη, το κοινωνικό κράτος, τα εργασιακά δικαιώματα κλπ.

Όμως, αυτός ο de facto διαχωρισμός, σε συνδυασμό με την ανθρώπινη ματαιοδοξία και απληστεία, επισωρεύει με τον καιρό στρεβλώσεις και αδικίες. Οι πιό δυναμικές ομάδες αποκτούν προνόμια. Ο πλούτος συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια. Τα συμφέροντα της κάθε κοινωνικής τάξης γίνονται ιδεολογία, ως μέσο κοινής έκφρασης αλλά και καθοδήγησης των μελών της. Οι συνθήκες συνεχώς αλλάζουν, μαζί και οι συσχετισμοί δυνάμεων. Επιχειρείται τότε η εκτόνωση των επερχομένων αδιεξόδων και η εκ νέου σταθεροποίηση του συστήματος με παρεμβάσεις , άλλοτε θεσμικές – εξελικτικές (διάλογος και ψήφος) και άλλοτε με ανατροπές (επαναστάσεις, δικτατορίες ή και πολέμους).

Στο οικοσύστημα, ο άνθρωπος είναι ίσως το μόνο ζώο που αυξάνει τον πληθυσμό και τις ανάγκες του σε βάρος της υπόλοιπης φύσης και του περιβάλλοντος, δημιουργώντας διαρκώς νέες ισορροπίες, οι οποίες όμως γίνονται ολοένα και πιό ασταθείς και περίπλοκες. Οι εξελίξεις είναι συνεχείς, γι’ αυτό και η ανάγκη «διορθώσεων» γίνεται όλο και πιό συχνή και τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων πιό αβέβαια. Η προβλεψιμότητα ολοένα και μειώνεται. Τα άτομα δεν προλαβαίνουν να καταλάβουν τι γίνεται γύρω τους και πρέπει συνεχώς να προσαρμόζονται, με συνέπεια να ζούν σε καθεστώς διαρκώς αυξανόμενου άγχους και ανασφάλειας.

Ο διεθνής ανταγωνισμός, ιδίως την εποχή αυτή της παγκοσμιοποίησης, συνεχώς εντείνεται και ο παγκόσμιος πλούτος διαρκώς ανακατανέμεται. Όσες κοινωνίες το διείδαν εγκαίρως το μετέτρεψαν σε πλεονέκτημα έναντι άλλων που το αγνόησαν εγκληματικά, όπως εμείς στην Ελλάδα.

Οι ιδεολογίες σήμερα

Ιδεολογία είναι ένα σύνολο ιδεών που προτείνει μια κοινωνική τάξη για όλη την κοινωνία. Βασικά πρόκειται για όραμα που συχνά μεταλλάσσεται σε δόγμα ή σε ένα είδος «θρησκείας». Οι ιδεολογίες αποκτούν οπαδούς επειδή οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να «ανήκουν» κάπου. Θεωρούν ότι αυτό τους εκφράζει και τους παρέχει προστασία και ελπίδα. Όμως, άλλο οι ιδέες και άλλο η πραγματικότητα, στην οποία δεν χωρούν θεωρίες παρά μόνον έκφραση ταξικών και ατομικών συμφερόντων.

Επικρατεί γενικά η άποψη ότι η κοινωνική θέση του καθενός μας προσδιορίζεται ιεραρχικά με βάση την οικονομική του ισχύ, το είδος του επαγγέλματος και τις πιστοποιημένες γνώσεις του. Χωρίς να αμφισβητώ τη σημασία των παραπάνω κριτηρίων, θεωρώ ότι το πιό καθοριστικό στοιχείο κατάταξης στην κοινωνική ιεραρχία είναι η διάκριση ανάμεσα σε διοικούντες και διοικούμενους. Ο καθένας στον τομέα δράσης του. Και η καθεμιά από τις δύο ομάδες διεκδικεί για τον εαυτό της το μέγιστο δυνατό μερίδιο δικαιωμάτων αλλά και χρημάτων, ανεξάρτητα από το είδος και την πολιτική απόχρωση του πολιτεύματος (δημοκρατικό, δικτατορικό, δεξιό, αριστερό ή άλλο).

Κατά κανόνα, για να περάσεις στην κατηγορία των διοικούντων, πρέπει είτε να είσαι ιδιοφυής, φιλόδοξος και τυχερός μαζί, είτε να κάνεις πραξικόπημα, είτε να πλουτίσεις πολύ κλέβοντας συνήθως ανθρώπους και κράτη, είτε να καταφέρεις να σε διορίσουν ή να σε εκλέξουν ως εκπρόσωπο (κομισάριο, βουλευτή ή συνδικαλιστή) οι διοικούμενοι αλλά παράλληλα να σε αποδεχθεί και η άρχουσα τάξη.

Τις τελευταίες δεκαετίες οι διοικούντες στη Δύση (σήμερα κυρίως Πολιτικοί, Κεφάλαιο και Media), συνεπικουρούμενοι από τις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), προώθησαν μεθοδευμένα την παγκοσμιοποίηση ώστε να διακινούνται ελεύθερα τα κεφάλαια για να μεγιστοποιούνται τα κέρδη και να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η φορολόγησή τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθεί ο πλούτος σε πολύ λιγότερα χέρια και να αυξηθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των χωρών και το στρες μεταξύ των εργαζομένων ώστε να μην έχουν χρόνο και δυνάμεις για διεκδικήσεις. Είχε προηγηθεί η αποφασιστική υποβάθμιση της παιδείας, με την κατάργηση των κλασσικών μαθημάτων προς όφελος των τεχνικών ειδικοτήτων (fach idioten) και με τον έλεγχο των Media. Ακολούθησε (με ενέργειες των πολιτικών) και ένα, χωρίς προηγούμενο, φακέλωμα όλων με τη βοήθεια των ΤΠΕ και με δόλωμα τα κινητά τηλέφωνα και το διαδίκτυο, έτσι ώστε να ελέγχονται όλοι με την πλήρη ανοχή τους.

Παλαιότερα υπήρχαν βασικά δύο τάξεις μή δούλων: Οι ευγενείς και οι παρακατιανοί. Από το Μεσαίωνα και μετά ανεφύη στα αστικά κέντρα της Δύσης και η μεσαία αστική τάξη (όχι ευγενούς καταγωγής, όχι χειρώνακτες αλλά οικονομικά ή και μορφωτικά διακεκριμένη). H τάξη αυτή διεκδίκησε και καθιέρωσε το Δημοκρατικό πολίτευμα. Πρόσφατα όμως , στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, επικράτησε η άποψη ότι πρέπει να περισταλούν κάποια δικαιώματα, αυτή τη φορά κυρίως της μεσαίας τάξης, η οποία έχει αυγατίσει λόγω της διόγκωσης του τομέα των Υπηρεσιών και της υπερπληθώρας των πτυχιούχων. Έτσι, με μοχλό την ανεργία, περικόπτουν τις αμοιβές, τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος εξομοιώνοντας όλους προς τα κάτω. Επιστρέφουμε δηλαδή στο μεσαιωνικό δίπολο των «πάνω» και των «κάτω». Από τους τελευταίους αμείβονται καλύτερα όσοι και για όσο εξυπηρετούν τους σκοπούς και τις ανάγκες των διοικούντων (π.χ. υψηλόβαθμα στελέχη, παρατρεχάμενοι, σύμβουλοι και κάποιοι κρατικοί υπάλληλοι). Στην Ελλάδα τσάκισαν τη μεσαία τάξη ακόμα περισσότερο για φοροεισπρακτικούς λόγους.

Είτε δεξιό, είτε κεντρώο είτε αριστερό είναι ένα καθεστώς, πάντα θα υπάρχει η αντιπαράθεση διοικούντων και διοικουμένων. Εξ άλλου, συνήθως εντάσσονται σε ιδεολογικές παρατάξεις και αήθεις φιλόδοξοι, οι οποίοι καραδοκούν να επικρατήσουν και να θέσουν υπό διωγμό τους γνήσιους ιδεολόγους που εμποδίζουν τα σχέδιά τους . Έτσι, στον καπιταλισμό, τα κέρδη των μεγάλων οικονομικών μονάδων ανήκουν στους κεφαλαιούχους αλλά τις ζημιές τους τις επωμίζεται «σοσιαλιστικότατα» ολόκληρη η κοινωνία! Η θέσπιση αντιλαϊκών μέτρων γίνεται πιό εύκολα αποδεκτή όταν αυτά προωθούνται από σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Στον κομμουνισμό κυριαρχεί ο φασισμός του κόμματος. Στη χώρα μας, κάποιοι αυτόκλητοι «προδευτικοί» κάνουν το παν για να μην αλλάξει τίποτε. Οι ΗΠΑ κήρυξαν την Παγκοσμιοποίηση αλλά βάζουν εμπόδια στις εισαγωγές τους όποτε το συμφέρον τους το επιτάσσει. Όπου λοιπόν και να κοιτάξει κανείς, όλα είναι αντιφατικά και ψευδεπώνυμα. Έτσι όμως οι ιδεολογίες ευτελίζονται και καταντούν απάτη… Δεν θάπρεπε λοιπόν να δούμε και εμείς το συμφέρον μας χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις και σε βάθος χρόνου, τόσο ως άτομα όσο και ως μέλη μιας κοινωνίας;

Άς παραμερίσουμε λοιπόν τις ιδεολογίες και ας γίνουμε πιό ρεαλιστές

Το κακό με εμάς εδώ είναι ότι έχουμε μείνει πολύ πίσω από τις παγκόσμιες εξελίξεις και, προκειμένου να επιβιώσουμε, θα πρέπει να αποδυθούμε σε «Μαραθώνειο ταχύτητος». Άρα, το λιγότερο που θα χρειαστούμε επειγόντως είναι μια εθνική συναίνεση και μια δίκαιη και μη λαϊκίστικη κατανομή των βαρών με αναπτυξιακό χαρακτήρα.

Ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι, ανεξάρτητα από καθεστώτα και ιδεολογίες, όσο πιό ανεβασμένο είναι το μορφωτικό επίπεδο μιας κοινωνίας και ισχυροί οι θεσμοί της τόσο δικαιότερος και πιό ισορροπημένος είναι ο χαρακτήρας της. Τα κλειδιά είναι λοιπόν η παιδεία και η ισχυροποίηση των θεσμών. Δηλαδή η ποιότητα της εκπαίδευσης, της καλλιέργειας, των media και του παραδείγματος που δίνουν οι γονείς και οι κάθε είδους ιθύνοντες. Και ταυτόχρονα η ενδυνάμωση του διαλόγου και της Δημοκρατίας.

Όσοι ανήκουν στους διοικούντες, όσα μέτρα καταστολής και άν διαθέτουν, πρέπει απαραιτήτως να εδραιώσουν την ηγετική τους θέση και στη συνείδηση των διοικουμένων. Ας φροντίσουν λοιπόν να σέβονται τους θεσμούς, να περιορίσουν τα προνόμιά τους παραχωρώντας κάποια εύλογα δικαιώματα και μερίδιο πλούτου στους διοικούμενους, ας ενθαρρύνουν την αξιοκρατία και ας δώσουν το παράδειγμα της φιλοπατρίας και της κοινωνικής ευαισθησίας σε δύσκολους καιρούς. Και οι διοικούμενοι ας απαιτήσουν σωστή εκπαίδευση, διαφάνεια, αξιοκρατία και καλό παράδειγμα. Ας φροντίσουν να προβάλουν οργανωμένα, δυναμικά αλλά και μετά λόγου γνώσεως τα αιτήματά τους. Ας προβληματιστούν και ας αποφασίσουν ρεαλιστικά τί ακριβώς θέλουν και πώς θα το αποκτήσουν, ας απαιτήσουν συνεχή και ουσιαστικό διάλογο με τους διοικούντες και ας ασκούν διαρκώς αυστηρό έλεγχο στους συνδικαλιστές εκπροσώπους τους. Τέλος, ας προσέχουν πολύ ποιούς ψηφίζουν και με ποιά κριτήρια.

Κάποιοι θα πούν: «Καλός ο ρεαλισμός αλλά ΟΡΑΜΑ δεν πρέπει να υπάρχει;» Απαντώ: Το όραμα θα είναι μια αξιοπρεπέστερη, δικαιότερη και πιό ευημερούσα κοινωνία, για μας και για τα παιδιά μας, που κερδίζεται όχι με συνθήματα- παραμύθια, ούτε με ρουσφέτια αλλά μόνο με μακροχρόνια συστηματική δουλειά και ομοψυχία, εκπαίδευση, αξιοκρατία και επαγρύπνηση.

Θα θελήσουν άραγε, λαός και ιθύνοντες, να γίνει κάτι από τα παραπάνω; Και πόσο έγκαιρα;