Οσοι έχουν παρακολουθήσει την εξέλιξη των πραγμάτων στην χώρα τα τελευταία χρόνια γνωρίζουν ποιος έφταιξε και πόσο για το σημερινό μας χάλι.

Τον Μάρτιο του 2004 ο Κώστας Καραμανλής παρέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας υποσχόμενος διαφάνεια, κάθαρση και δημοσιονομική εξυγίανση.

Είχε προηγηθεί μακρά προπαγανδιστική προσπάθεια ακύρωσης του Κώστα Σημίτη, τον οποίο πρώτα κατηγορούσαν ως «λογιστάκο» και στη συνέχεια ως «αρχιερέα» της διαπλοκής.

Ούτε το ένα ήταν, ούτε το άλλο.

Ωστόσο με τη βοήθεια της λεγόμενης «Καραμανλικής Αριστεράς» και του «πατριωτικού ΠαΣοΚ»,εκείνες οι κατηγορίες διαδόθηκαν και απορροφήθηκαν από το πλήθος.

Σταδιακά η Νέα Δημοκρατία οικοδόμησε το επιχείρημα της «δημιουργικής λογιστικής» και μαζί της απαλλαγής από την «διαπλεκόμενη» εξουσία του κ.Σημίτη.

Το φθινόπωρο του 2003 είχε φτιαχθεί κλίμα εξόδου του Κώστα Σημίτη και αντικατάστασής του από τον Γιώργο Παπανδρέου. Πράγμα που τελικά έγινε και τον Μάρτιο του 2004 πήγαμε στις νικηφόρες για τον Κώστα Καραμανλή εκλογές.

Ο Κώστας Σημίτης παρέδωσε στη Νέα Δημοκρατία την Ελλάδα να τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 5%, τα ελλείμματα ελεγχόμενα, παρ’ ότι αμφισβητούμενα, το μεγαλύτερο παγκόσμιο αθλητικό γεγονός προετοιμασμένο και τη χώρα στην πιο καλή στιγμή της διεθνώς.

Παραλαμβάνοντας την εξουσία ο κ. Καραμανλής συνέχισε την πολιτική φθοράς του προκατόχου του θεωρώντας ότι έτσι θα ηγεμονεύσει, μην αντιλαμβανόμενος ότι παίζοντας με τους θεσμούς έπαιζε με τη διεθνή θέση και φήμη της χώρας. Επέμεινε από την αρχή στη δημοσιονομική απογραφή και έφθασε στο σημείο να αμφισβητήσει ο ίδιος τους όρους ένταξης της χώρας στην ευρωζώνη. Έφθασε στο σημείο να μεταβάλει τον τρόπο υπολογισμού των αμυντικών δαπανών προκειμένου να επιτύχει την αμφισβήτηση της διακυβέρνησης Σημίτη, παρ’ ότι είχε προειδοποιηθεί για τις συνέπειες των πράξεών του.

Εξέθεσε έτσι τον Σημίτη, αλλά περισσότερο τη χώρα. Και το χειρότερο όμως ήταν ότι αφού υποτίθεται αποκάλυψε τα κρυμμένα ελλείμματα και χρέη, δεν εφάρμοσε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης, παρά μόνο εκήρυξε την ήπια προσαρμογή, η οποία εκ των υστέρων αποδείχθηκε ξεχείλωμα παρά οτιδήποτε άλλο.

Αν ο κ. Καραμανλής το 2005 συμμάζευε κάπως τα πράγματα δεν θα χάνονταν η μπάλα στη συνέχεια, όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης κάμπτονταν και η χρηματοπιστωτική κρίση ερχόταν να θέσει υπό αίρεση και αμφισβήτηση την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Αλλά και το 2007, όταν μας πήγε στις εκλογές προκειμένου να ανανεώσει τη λαική εντολή για να έχει τα χέρια λυμένα στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2008, πάλι ολιγώρησε και άφησε τα πράγματα να κυλήσουν ως είχαν. Οι επιστολές του τότε υφυπουργού Οικονομικών κ. Π. Δούκα που δημοσίευσε το «Βήμα της Κυριακής» απλώς επιβεβαιώνουν τα παραπάνω, φανερώνοντας πως ο κ.Καραμανλής έδρασε ως πολιτευτάκιας της κακιάς ώρας, ως άλλος ανεύθυνος άρχων, που ενώ ήξερε την κατάσταση την άφησε να εξελιχθεί, εφαρμόζοντας το ελληνικό «δεν βαριέσαι έχει κι αύριο μέρα».

Έλα όμως που οι μέρες είχαν σωθεί πολύ νωρίτερα,από το φθινόπωρο του 2009, όταν ο κ. Καραμανλής αποφάσισε να μας αφήσει σύξυλους και να παραδώσει στον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος χρειάσθηκε σχεδόν έξι μήνες για να κατανοήσει το μέγεθος και το βάρος του προβλήματος.

Κάπως έτσι φθάσαμε ως εδώ, να παλεύουμε με νύχια και με δόντια και το κάρο να μην λέει να ξεκολλήσει από τη λάσπη. Απ’ αυτή την άποψη οι επιστολές Δούκα αν μη τι άλλο αποκαθιστούν την αλήθεια και φανερώνουν τις πολλές αδυναμίες του πολιτικού συστήματος. Το κακό είναι ότι ακόμη και τώρα δεν λέει να καταλάβει τι πρέπει να κάνει.

Ο Γιώργος Παπανδρέου έστω καθυστερημένα πήρε μπρος και πλέον μπορεί να πει κανείς ότι στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.

Ο διάδοχος, ωστόσο, του Κώστα Καραμανλή μοιάζει να συμπεριφέρεται σαν να ‘ρχεται απ’ άλλο κόσμο. Λες και δεν έζησε την νεοδημοκρατική κραιπάλη, λες και δεν γνώρισε από τα μέσα το πρόβλημα που περιγράφει στις επιστολές του ο Πέτρος Δούκας.

Δυστυχώς η Νέα Δημοκρατία δεν λέει να μάθει από τα λάθη της. Επιμένει στα ίδια και στα ίδια και γηράσκει μη διδασκόμενη…

akarakousis@dolnet.gr