Μάνος Λοΐζος: Ανήσυχος, εμπνευσμένος δημιουργός. Μαχητικός, πεισματάρης, ερωτικός, τρυφερός, ευαίσθητος, ονειροπόλος, με την ψυχή του δεμένη στο ταξίδι. Συνειδητοποιημένος πολίτης, που με το τραγούδι του και τη ζωή του έπαιρνε θέση στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής του, απέναντι στη δικτατορία, στην καταπίεση, στην αδικία, στον κοινωνικό ρατσισμό. Τραγούδια του, όπως τα «Αχ, χελιδόνι μου», «Σ’ ακολουθώ», «Εχω έναν καφενέ», «Ο 3ος Παγκόσμιος», «Ο Λιόντας», «Κι αν είμαι ροκ», «Ηλιε μου σε παρακαλώ», έχουν σηματοδοτήσει γενιές και γενιές.
Με αφορμή τα 80 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου Λοΐζου πραγματοποιείται μεγάλη συναυλία-αφιέρωμαστον αξέχαστο δημιουργό, την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη. Τραγουδούν οι Γιώργος Νταλάρας, Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Μίλτος Πασχαλίδης. Συμμετέχει η Ασπασία Στρατηγού, ενώ τις ενορχηστρώσεις έχει επιμεληθεί ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης.
Ο Γιώργος Νταλάρας και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, στενοί φίλοι και συνεργάτες του Μάνου Λοΐζου, θα μας θυμίσουν σταθμούς της καλλιτεχνικής δημιουργίας του. Μαζί τους ο Μίλτος Πασχαλίδης, από τους πιο σημαντικούς τραγουδοποιούς της γενιάς του, ερμηνεύει τραγούδια από το πλούσιο έργο του Μάνου, ενώ η λαϊκή τραγουδίστρια Ασπασία Στρατηγού ερμηνεύει προς τιμήν του μεγάλου δημιουργού μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του.
Η πορεία στη ζωή
Ο Μάνος Λοΐζος πέθανε στις 17 Σεπτεμβρίου 1982. Είχε γεννηθεί στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια. Είχε κυπριακή καταγωγή, ο πατέρας του, Ανδρέας Λοΐζος, καταγόταν και ήταν κάτοικος των Αγιών Βαβατσινιάς –χωριό της Λάρνακας Κύπρου –και η μητέρα του, Δέσποινα Μανάκη, καταγόταν από τη Ρόδο. Από μικρή ηλικία ασχολείται με τη μουσική: στα επτά του χρόνια μελετά βιολί, αρχικά ερασιτεχνικά και έπειτα στο Εθνικό Ωδείο της Αλεξάνδρειας. Αφού αποφοίτησε από το Αβερώφειο Γυμνάσιο το 1955 ήλθε στην Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει.
Αρχικά γράφτηκε στη Φαρμακευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά στις αρχές του 1956 την εγκαταλείπει με σκοπό να πάει στην Ανωτάτη Εμπορική. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα φοιτά στη Σχολή Βακαλό θέλοντας να ασχοληθεί με τη ζωγραφική.
Το 1960 εγκαταλείπει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο και εργάζεται περιστασιακά προκειμένου να επιβιώσει, άλλοτε ως σερβιτόρος, άλλοτε ως γραφίστας σε διαφημιστικές εταιρείες, άλλοτε ως μουσικός σε μπουάτ.
Στα τέλη του 1961, αρχές του 1962 συμμετέχει σε μια πρωτοβουλία συγκρότησης του Συλλόγου Φίλων της Ελληνικής Μουσικής.Την άνοιξη του 1962 επιστρατεύεται από τον Μίκη Θεοδωράκη ως διευθυντής της χορωδίας του Συλλόγου Φίλων της Ελληνικής Μουσικής στις παραστάσεις της «Ομορφης πόλης».
Ο Μάνος Λοΐζος φιλοξενείται στο σπίτι της πρώην συζύγου του καθηγητή των γαλλικών που είχε στην Αλεξάνδρεια, της Διδούς Πετροπούλου, η οποία εργαζόταν στο Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας. Αυτή θα συστήσει τον νεαρό μουσικό στον Μίμη Πλέσσα, ο οποίος μεσολαβεί στη δισκογραφική εταιρεία Fidelity. Το 1962 ηχογραφεί το πρώτο του σαρανταπεντάρι, «Το τραγούδι του δρόμου», σε στίχους Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και ερμηνεία από τον Γιώργο Μούτσιο
Οταν επιβλήθηκε η χούντα, έφυγε για την Αγγλία τον Σεπτέμβριο του 1967, για να επιστρέψει πάλι στην Ελλάδα στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Το 1972 θα αποτελέσει ιδρυτικό μέλος της Ενωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος (ΕΜΣΕ), η οποία συστήνεται για την καταπολέμηση της κασετοπειρατείας και της λογοκρισίας.
Το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1973 θα συλληφθεί στο σπίτι του στον Χολαργό και θα κρατηθεί για δέκα ημέρες. Το 1978 θα γίνει πρόεδρος της Ενωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος. Τον Οκτώβριο του 1981 μπήκε στο Γενικό Κρατικό Νοσοσκομείο με περικαρδίτιδα και νεφρική ανεπάρκεια και στο τέλος του χρόνου ταξίδεψε στη Μόσχα για ιατρικές εξετάσεις. Στις 7 Σεπτεμβρίου υφίσταται δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο. Πεθαίνει δέκα ημέρες αργότερα, στις 17 Σεπτεμβρίου του 1982.
Συνεργάστηκε με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Φώντα Λάδη, τον Γιάννη Νεγρεπόντη και τον Δημήτρη Χριστοδούλου στους στίχους και με τους ερμηνευτές Στέλιο Καζαντζίδη, Μαρία Φαραντούρη, Χάρι Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Γιάννη Καλατζή, Δήμητρα Γαλάνη κ.ά.
Τελευταίος δίσκος του ήταν τα «Γράμματα στην αγαπημένη» σε στίχους του τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ με απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου.
Καταλυτική ήταν η συνεργασία του με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Ας θυμηθούμε πώς την εξιστορεί ο ποιητής σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» (10.6.2007):
Σημαντική συνεργασία
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 ο Μάνος Λοΐζος αποφασίζει να συστηθεί κάποιο βράδυ σε μια μπουάτ της Πλάκας στον Λ. Παπαδόπουλο για να του ζητήσει κάποιο τραγούδι. Ο στιχουργός και δημοσιογράφος τού ζητεί να περάσει την επομένη από το γραφείο του στα «Νέα» και του δίνει τους στίχους του τραγουδιού «Αυτό το αγόρι». Ο Μάνος Λοΐζος επιστρέφει στο σπίτι του, το μελοποιεί και παίρνει τον Λευτέρη Παπαδόπουλο στο τηλέφωνο, όπου του το παίζει στο πιάνο. Ενα απλό «οκέι» από τη μεριά του στιχουργού ήταν αρκετό ώστε να αρχίσει όχι μόνο μια σημαντική συνεργασία αλλά και μια προσωπική σχέση ζωής που είχε πολύ τάβλι, κουμπαριές (ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έχει βαφτίσει την κόρη του Μάνου και τον έχει παντρέψει με τη δεύτερη γυναίκα του), αγάπη και αλληλοεκτίμηση.
Ο Λ. Παπαδόπουλος ήταν άλλωστε εκείνος που τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στη δισκογραφική εταιρεία Odeon. Μαζί έκαναν τον πρώτο μεγάλο δίσκο του Μάνου Λοΐζου, τον «Σταθμό», άλμπουμ που συνέπεσε μάλιστα με τη μετονομασία της παραπάνω εταιρείας σε Minos.
«Με τον Μάνο» σημειώνει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος «γίναμε στενοί φίλοι. Ηταν καλός άνθρωπος, με χιούμορ, ερωτικός, αν και λίγο τεμπελάκος. Θα μπορούσε να είχε γράψει περισσότερα πράγματα. Προτιμούσε όμως να είναι με μια παρέα, να πιει ένα κρασί, να πάει μια εκδρομή παρά να πάει να γράψει. Σιγά-σιγά όμως μπήκε μέσα στη δουλειά και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν και άρχισε να κινείται πιο δραστήρια. Γενικώς δεν ήταν πολύ παραγωγικός. Ηταν μάλιστα πολύ ψείρας». Από τις πρώτες κιόλας στιγμές που γνωρίστηκαν έγιναν αχώριστοι. «Για να γράφει μαζί μου, έκανε δύο μετακομίσεις. Οπου πήγαινα εγώ, ερχόταν και αυτός. Παλιά έμενε στον Αγιο Μελέτιο, στα Σεπόλια. Εφυγε και μετακόμισε στην οδό Ροστοβίου. Δέκα λεπτά από το δικό μου σπίτι. Στη συνέχεια ήρθε ακόμα πιο κοντά. Εκατό μέτρα μάς χώριζαν. Κάθε πρωί ερχόταν σπίτι μου, μιλούσαμε, γελούσαμε και γράφαμε και κανένα τραγούδι. Μέσα από τη φιλία έγιναν όλα όσα έγιναν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ