Φτάνει στο θέατρο Ανεσις λίγες ώρες πριν από την παράσταση «Το φιόρο του Λεβάντε».Φοράει κράνος και στολή μοτοσικλετιστή που αφαιρεί μόλις μπει στο καμαρίνι, κάθεται μπροστά στον καθρέφτη και στρίβει ένα
τσιγάρο.Εχει περάσει λίγος χρόνος από την περίοδο που τα δημοσιεύματα και οι εκπομπές ασχολήθηκαν με την αμοιβή και το κόστος της εκπομπής «Στην υγειά σας» και ο Σπύρος Παπαδόπουλος δηλώνει
έτοιμος να απαντήσει σε όλα: για την επιμονή του να ανεβάζει το ίδιο έργο στο θέατρο,για τις επιθέσεις του Τύπου, αλλά και για τον λόγο που, όπως αποκαλύπτει,δεν υπογράφει ποτέ συμβόλαια.

– Γιατί επιμένετε τρεις σεζόν με την ίδια παράσταση; Δεν κουραστήκατε; Δεν επιθυμήσατε κάτι καινούργιο;

«Εγινε για δύο λόγους. Ο ένας ήταν πρακτικός. Αν πήγαινε για τρίτη χρονιά, θα έκανα πολύ μεγάλες καλοκαιρινές διακοπές που τις είχα πολλή ανάγκη. Ο άλλος λόγος, ο θεωρητικός ας πούμε, είναι ότι εφόσον έδειξε ότι μπορεί να “πάει” το έργο και επειδή ερμηνεύω έναν από τους πλέον αγαπημένους μου ρόλους, δύσκολα θα μπορούσα να τα αποχωριστώ. Είναι μια καλή παράσταση αουτσάιντερ. Κανείς δεν περίμενε το “Φιόρο του Λεβάντε” να πάει καλά. Οι φίλοι μου με λυπόντουσαν. Μου έλεγαν: “Πού πας, βρε καημένε, με αυτό το έργο;”. Είναι σαν να πήρε την εκδίκησή του αυτό το θέατρο, το παλιό, όπως λέγεται. Ολα αυτά λοιπόν με οδήγησαν στο να επιμείνω για τρεις σεζόν».

– Δεδομένης της οικονομικής στενότητας,δεν ήταν και μια απόφαση εκ του ασφαλούς το να επιλέξετε μια επιτυχημένη επανάληψη από το να ρισκάρετε κάτι καινούργιο;

«Αν το σκεφτόμουν, θα ήταν λάθος, γιατί είναι καλή παράσταση. Σε αυτό που ονομάζουμε κρίση καλό για τον καθένα θα ήταν να μαζευτεί και να ανεβάσει ένα έργο με τρία άτομα. Πολλοί το έκαναν και σοφά έπραξαν. Εμείς είμαστε μια παράσταση με πολλά άτομα. Ευτυχώς πήγαν όλα καλά».

– Να υποθέσω ότι του χρόνου θα αλλάξετε ρεπερτόριο.Θα μείνετε ενεργός θεατρικά;

«Μα αυτό το θέατρο το πήρα επίτηδες για δώδεκα χρόνια, ακριβώς για να με δεσμεύει».

– Αλλιώς,ξεφεύγετε; «Δεν θέλω να ξεφεύγω, αλλά είχα ξεφύγει κανα-δυο φορές. Σε παίρνει ένας καλός φίλος και σου λέει “έλα να κάνουμε μια ταινία”. Του λες “όχι” αλλά αρχίζει το στενό μαρκάρισμα μετά. Οταν λες “έχω θέατρο”, τελειώνει η ιστορία».

– Αν μπορούσατε να επιλέξετε να κάνετε ένα πράγμα στη δουλειά σας, ποιο θα ήταν αυτό;

«Το θέατρο». – Πότε κατασταλάξατε,πότε είπατε “εδώ είμαστε”;

«Πάντα. Από τη δραματική σχολή έτσι σε μπολιάζανε. Η δουλειά του ηθοποιού είναι το θέατρο. Πολλά παιδιά δεν θέλαμε να ακούσουμε για τηλεόραση. Δεν είχαμε να φάμε και μας έπαιρναν τηλέφωνο για να κάνουμε τηλεόραση και λέγαμε “όχι”. Περάσαμε βέβαια στην άλλη άκρη. Το θέατρο είναι το βασικό, τα υπόλοιπα είναι παράπλευρες ασχολίες. Αλλοτε περισσότερο καλλιτεχνικές, άλλοτε λιγότερο. Είναι άλλο να πεις ότι θα κάνω τηλεόραση επειδή έχω εγωισμό, πολύ καλά, σαν να την αγαπάω πολύ, και άλλο να την αγαπάς. Αν δεν είχα οικονομικό θέμα, αν δεν έπρεπε να κάνω τηλεόραση για να ζήσω, δεν θα έκανα».

– Δηλαδή,όσες φορές συμμετείχατε σε τηλεοπτικές δουλειές ήταν καθαρά για οικονομικούς λόγους;

«Το δέλεαρ είναι οικονομικό. Από το θέατρο δεν μπορείς να ζήσεις. Μόνο στο όριο της φτώχειας. Ειδικά αν πεις “δεν δουλεύω το καλοκαίρι” χάθηκες. Το οικονομικό είναι και ήταν το κίνητρο. Βέβαια όταν παίζεις, δεν το σκέφτεσαι. Είναι σαν τον ποδοσφαιριστή, που όταν παίζει στο γήπεδο δεν σκέφτεται πόσα παίρνει. Ετσι και ο ηθοποιός στην τηλεόραση. Παίζεις το παιχνίδι όσο καλά μπορείς. Τα περισσότερα “ναι”, αφού έχουμε προσέξει την ποιότητα της δουλειάς που μας προτείνεται, τα λέμε για τα χρήματα».

– Εχει τύχει να διαψευστείτε και να κάνετε πράγματα που μετανιώσατε;

«Εχω κάνει δύο πράγματα που δεν ήθελα να τα κάνω και τα έκανα διότι ντρεπόμουν να πω “όχι” στους ανθρώπους που μου το ζητούσαν. Τα έκανα και τα πλήρωσα πολύ ακριβά ψυχολογικά, όχι καλλιτεχνικά. Εχω πει ότι άλλη φορά αν το ένστικτό μου μού πει “όχι”, ακόμη και ο Θεός να είναι, θα αρνηθώ».

– Ακόμη και αν έχετε οικονομική ανάγκη;

«Ναι, ακόμη και τότε. Σας το λέω αλήθεια. Θυμάμαι ότι κάποτε είχα πολύ μεγάλη ανάγκη. Μόλις είχα χτίσει το σπίτι μου και χρειαζόμουν άμεσα χρήματα. Μου πρότειναν να κάνω μια διαφήμιση, αλλά διαφωνήσαμε στο σενάριο. Τελικά δεν το έκανα. Πήρα ένα δάνειο, το οποίο πληρώνω ακόμη». – Εχετε βγάλει χρήματα από τη δουλειά σας;

«Πολλά. Είμαι όμως άφραγκος. Εχω το καταπληκτικό ταλέντο να μένω χωρίς λεφτά. Ημουν πολύ καλά όταν είχα ένα πενηντάρικο στην τσέπη μου και είμαι πολύ καλά και τώρα».

– Ανήκετε σε μια γενιά ηθοποιών αναγνωρίσιμων και με επιτυχίες,η οποία όμως εμφανίζεται διασπασμένη.Τι φταίει; Το «εγώ» σας;

«Φαντάζομαι ότι από εκεί ξεκινάει, από το “εγώ”. Είναι αντικειμενικές οι δυσκολίες. Αν εγώ, για παράδειγμα, θέλω να παίξω τον πρωταγωνιστικό ρόλο που παίζω, δεν θα μπορούσα να προτείνω στον Γιάννη Μπέζο να παίξει τον δικηγόρο! Εχουμε πει κατά καιρούς και με τον Μπέζο και με τον Κιμούλη να παίξουμε, θα δούμε. Οποτε όμως έχει γίνει απόπειρα με έξι-επτά ηθοποιούς μεγάλους μαζί, έχει γίνει αποτυχία, ο ορισμός της αποτυχίας. Δύσκολο να είναι πολλά “εγώ” μαζεμένα και δύσκολο να βρεθεί καλό έργο για έξι πρωταγωνιστές».

– Εσείς το «εγώ» σας το δαμάζετε. Υποχωρείτε;

«Ανετα. Μετά χαράς. Ομως μεγαλώνοντας γίνεσαι λίγο περίεργος. Το θέατρο για μένα έχει ιδιαίτερο ρόλο. Είναι η πολυτέλεια που επιφυλάσσω στον εαυτό μου. Είναι το παιχνίδι που δεν έπαιξα μικρός. Ενα καλό, ακριβό, παιχνίδι. Το μόνο που δεν επιτρέπω στον εαυτό μου είναι να το χρηματοδοτώ. Από τη στιγμή που αυτοχρηματοδοτείται, όλα καλά. Αυτό λοιπόν το παιχνίδι θέλω να το παίξω καλά. Θέλω να το ευχαριστηθώ. Γίνεσαι λοιπόν δύστροπος μεγαλώνοντας. Εγώ έχω εφηβική ματιά στο θέατρο, είμαι ακούραστος πάνω στη σκηνή, το γλεντάω και το κάνω μόνο γιατί μου αρέσει. Διαλύομαι όταν δω απέναντί μου κάποιον κουρασμένο, να βαριέται. Πρέπει να υπάρξει μια συνθήκη πραγματικά καλή. Τότε το συζητάμε».

– Προτάσεις τηλεοπτικές δέχεστε; «Πολλές». – Και τις αρνείστε; «Ναι. Εχω αποφασίσει να μην κάνω τηλεόραση. Αν βρεθεί κάτι, θα δούμε. Το αρνούμαι προσωρινά. Εκανα τόσο πολλή τηλεόραση! Επί δεκαπέντε χρόνια έκανα καθημερινά τηλεπαιχνίδια και σίριαλ. Φτάνει πια. Τόπο στα νιάτα. Εχω γράψει πολλές ώρες. Το “Στην υγειά μας” κρατώ μόνο, γιατί το έχω αγαπήσει πάρα πολύ. Και το έχω αγαπήσει, γιατί το έχει αγαπήσει πολύ ο κόσμος. Οι άνθρωποι της περιφέρειας, η ομογένεια… Για να κάνω κάτι, θα πρέπει να συντρέξουν πολλοί λόγοι, να με ενθουσιάσει».

– Το «Στην υγειά μας» για πόσο ακόμη χρόνο θα προβάλλεται;

«Για όσο αντέχουμε φαντάζομαι ή για όσο μας αντέχουν».

– Τι εννοείτε; Δεν υπάρχει κάποιο συμβόλαιο που να ορίζει τη χρονική διάρκεια;

«Εγώ, κοιτάξτε, επειδή είμαι λιγάκι αναρχοαυτόνομος, δεν υπογράφω ποτέ. Τελευταία φορά που μου είπαν να υπογράψω για δύο χρόνια είπα “όχι”. Εναν χρόνο και βλέπουμε. Εγώ την υπογραφή μου δεν τη βάζω, αλλά συμφωνούμε».

– Δηλαδή αυτή τη στιγμή δεν έχετε συμβόλαιο;

«Κάπου είναι ένα συμβόλαιο αλλά εγώ δεν υπογράφω».

– Αυτό δηλαδή σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή μπορείτε να σταματήσετε…

«Εγώ δεν πρόκειται να το κάνω. Αν το κάνουν οι άλλοι, δεν είμαι άνθρωπος που θα το τραβήξω. Ποτέ δεν έχω υπογράψει συμβόλαιο. Μπορεί και να βάζω κάποια τζίφρα».

– Δεν θεωρείτε ότι αυτός είναι ένας τρόπος για να κατοχυρωθείτε εσείς και οι συνάδελφοί σας;

«Εγώ δεν υπογράφω συμβόλαια χρόνια τώρα. Αφενός επειδή με ξέρουν ότι δεν θα κάνω τη στραβή, αφετέρου επειδή εγώ δεν τους ξέρω. Ο πιο σημαντικός λόγος είναι ότι αν κάποιος ρίξει μια ματιά στα συμβόλαια που υπογράφονται στην Ελλάδα θα νομίζει ότι είναι στην Ουγκάντα. Τους λες “αυτόν τον όρο απάλειψέ τον” και σου απαντάνε “τι σε νοιάζει, αφού δεν ισχύει! ” Ε, αφού δεν ισχύει, γιατί να το υπογράψω; Δεν θέλω να υπογράψω ένα συμβόλαιο το οποίο θα έχει τον όρο που θα μου υπαγορεύει ότι για να δώσω μια συνέντευξη σε άλλο κανάλι θα πρέπει να πάρω έγγραφη έγκριση. Ειδικά για μένα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Αφού δεν ισχύει, γιατί να το βάλουμε;».

– Εχει περάσει αρκετός χρόνος από τη στιγμή που δεχτήκατε επίθεση για την αμοιβή σας και για το κόστος της εκπομπής. Πώς το έχετε αξιολογήσει όλο αυτό;

«Αν έλθετε εσείς να κάνετε μια οντισιόν και δεν σας πάρω, δεν είναι πολύ πιθανό να βγείτε έξω και να πείτε “Με ήθελε αλλά δεν συμφώνησα στα λεφτά”; Κάθε άνθρωπος που κάνει κάτι, ειδικά οι άνθρωποι της αγοράς, έχουν κάποιον λόγο. Δεν ξύπνησε ξαφνικά κάποιος ένα πρωί και σκέφτηκε: “Για κάτσε, ρε παιδί μου. Τι γίνεται σ΄ αυτόν τον τόπο; Ποιος παίρνει το δημόσιο χρήμα; Ο Παπαδόπουλος!”. Κάποιους λόγους θα είχαν οι άνθρωποι, φαντάζομαι, για να το κάνουν. Οπότε εγώ γνωρίζοντας αυτό προσπάθησα να μείνω παγερά αδιάφορος. Αυτό δεν σημαίνει ότι αν τον δω στον δρόμο θα τον φιλήσω κιόλας. Μπορεί να του πω καμιά κουβέντα».

– Θέλετε να πάρετε το αίμα σας πίσω;

Από αριστερά,ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης,η Σμαράγδα Καρύδη,ο Θοδωρής Αθερίδης,ο Γιώργος Κιμούλης,ο οικοδεσπότης Σπύρος Παπαδόπουλος,ο Γιώργος Καπουτζίδης, ο Αργύρης Αγγέλου και η Βίκυ Βολιώτη στην εκπομπή που θα καλωσορίσει το 2010 από την τηλεοπτική συχνότητα της ΝΕΤ

«Οχι, δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος». – Εχει κλείσει γιαεσάς αυτό το κεφάλαιο;

«Για μένα δενάνοιξε ποτέ. Θεωρώ κατάντια να προσπαθείς να επιβιώνεις ή να κερδοσκοπείς ή να υπάρχεις στα πράγματα βρίζοντας άλλους. Είναι αυτό που λέμε η “κίτρινη” λογική. Είτε γιατί δεν έχεις έμπνευση είτε γιατί δεν έχεις διάθεση να δουλέψεις και να κάνεις ένα θέμα σοβαρό, να ασχοληθείς. Αυτό που λέμε δημοσιογραφία δεν είναι το ποιος έκανε αυθαίρετο, ποιος τα έχει με ποιαν. Αυτό είναι το τίποτα. Είναι κατάντια. Δεν μπορείς να συνομιλήσεις και να πεις σε κάποιον που το κάνει ότι είμαστε και οι δύο δημοσιογράφοι, ότι κάνουμε την ίδια δουλειά. Οπως δεν μπορώ να πω εγώ ότι κάνω την ίδια δουλειά με μια κοπέλα που έκανε μόντελινγκ δέκα χρόνια, είχε έναν φίλο που την έβαλε στη δουλειά και έγινε ηθοποιός. Ετσι λοιπόν υπάρχουν η δημοσιογραφία και η δημοσιογραφία εντός πολλών εισαγωγικών. Αλλωστε τα καλά δεν πουλάνε. Τα κακά πουλάνε».

– Θεωρείτε λοιπόν ότι όλο αυτό που δημιουργήθηκε ήταν απλώς ένα προϊόν «κακής δημοσιογραφίας»; «Ασφαλώς και το πιστεύω! Ολη αυτή η κιτρινίλα με τα πρωτοσέλιδα και τις εκπομπές που βάλλουν κατά ανθρώπων πιστεύετε ότι έχει από πίσω σπουδή ή μόχθο; Βλέπετε εσείς σε όλα αυτά σχέση με την εκπομπή, για παράδειγμα, του Σταύρου Θεοδωράκη; Εκεί έχεις έναν δημοσιογράφο».

– Δεν πιστεύετε ότι υπήρξε κάποιος δημοσιογράφος ο οποίος με σοβαρή έρευνα και άποψη να διατύπωσε ένσταση για την αμοιβή και το κόστος της εκπομπής;

«Να σας πω την αλήθεια δεν έχω διαβάσει ούτε ένα δημοσίευμα. Το έχω κόψει εδώ και καιρό. Το μόνο που κάνω είναι να ακούω ραδιόφωνο. Λεπτομέρειες δεν μου αρέσει να μαθαίνω, οπότε δεν έχω κάποιο δημοσίευμα όπως το περιγράψατε υπόψη μου. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Τις προάλλες ήμουν σε κάποιο γραφείο και βλέπω στην τηλεόραση μια φίλη μου ηθοποιό να βγαίνει από μια πρεμιέρα. Τη ρωτάει λοιπόν ένας ανόητος, αγράμματος πιτσιρικάς με ένα μικρόφωνο στο χέρι αν της άρεσε η ταινία αλλά και αν τα είχε με τον έναν ή τον άλλο, αν θα πάει στο εξωτερικό τα Χριστούγεννα και αν της αρέσει να μένει σε πεντάστερο!».

– Εκτός από τον Ολυμπιακό και τη μοτοσικλέτα σας,τι σας βοηθάει να γεμίζουν οι μπαταρίες σας;

«Το γραφείο μου είναι η μοτοσικλέτα μου. Εκτός από αυτήν, είναι και η βάρκα μου στη Νάξο. Εκεί αδειάζει πραγματικά το μυαλό μου. Είμαι λίγο μονόχνοτος. Δεν μου αρέσει να ενημερώνομαι. Αν είναι κάτι εξαιρετικό, θα το μάθω. Αλλά δεν μου αρέσει να ξέρω τα πάντα. Βαριέμαι».

– Από τα σημαντικά που συμβαίνουν γύρω μας ποιο θεωρείτε εσείς πιο σοβαρό;

«Ο νεοέλληνας και κυρίως αυτός που ζει στα μεγάλα άστεα διάγει τη φάση της νεοπλουτίλας και είναι αποκρουστικός. Η Ελλάδα στέκεται όρθια χάρη σε ένα 4%-5%. Υπάρχουν αγένεια, έλλειψη φαντασίας και συμφεροντολόγοι. Ο Ελληνας δεν μπορεί να ανεχτεί να είναι δεύτερος στο φανάρι. Καμία εξουσία όμως δεν μπορεί να μας καλυτερέψει τη ζωή, η ματιά μας για τη ζωή θα αλλάξει και τη ζωή μας». – Αν σας έλεγαν ότι θα μπορούσατε να ζήσετε δίχως χρήματα, τι θα κάνατε;

«Θαέκανα θέατρο τρεις-τέσσερις μήνες και θα καθόμουν οκτώ μήνες στη Νάξο. Αλλά δεν το βλέπω να γίνεται…».