Λόγος και χρόνος στη νεοελληνική γραμματεία
(18ος – 19ος αιώνας)

Πρακτικά συνεδρίου προς τιμήν του Αλέξη Πολίτη.
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (ΠΕΚ), 2015, σελ. 842
«Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»: ο σεφερικός στίχος μοιάζει να αιωρείται πάνω από σχεδόν κάθε αφιερωματικό τόμο, όπου διασταυρώνονται γενιές, φίλοι, μαθητές, δάσκαλοι, οφειλές και δωρεές. Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται τριάντα δύο ανακοινώσεις που ακούστηκαν τον Απρίλιο του 2013 στο Ρέθυμνο, σε συνέδριο προς τιμήν του Αλέξη Πολίτη. Είναι μικρότερα ή μεγαλύτερα κείμενα φιλολόγων και ιστορικών, μοιρασμένα σε τέσσερις ενότητες που αποτυπώνουν τα ερευνητικά ενδιαφέροντα και τα πεδία στα οποία κινείται ο τιμώμενος, αλλά και οι συμμετέχοντες σε αυτή την επιστημονική σύναξη (Δημοτικό τραγούδι, Στα χρόνια του Διαφωτισμού, Στα χρόνια του ρομαντισμού, Τάσεις και ρεύματα στον ύστερο 19ο αιώνα). Προηγούνται τέσσερις φίλιοι, συναδελφικοί χαιρετισμοί (από τον Σπύρο Ασδραχά, τον Γρηγόρη Σηφάκη, τον Mario Vitti και τον Στέφανο Κακλαμάνη) και, στο τέλος, παρατίθεται η αντιφώνηση του Αλέξη Πολίτη καθώς και η αναλυτική εργογραφία του. Το σύνολο συμπληρώνεται από ένα λειτουργικό ευρετήριο, πάντα χρήσιμο εργαλείο σε παρόμοια πολυσέλιδα βιβλία.
Ο κριτικός έλεγχος και η ιστορική προοπτική διαφαίνονται από τον γενικό τίτλο του συνεδρίου και κυριαρχούν στα εξεταζόμενα θέματα είτε πρόκειται για την αποτύπωση (και, εν πολλοίς, την αλλοίωση, νόθευση) ενός προφορικού είδους, όπως το δημοτικό τραγούδι στη γραπτή παράδοση, είτε για τη μετάβαση από την εποχή των Φώτων στα εθνορομαντικά χρόνια και την αστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, είτε για τους μηχανισμούς νοηματοδότησης και ανάγνωσης του πρόσφατου και απώτερου παρελθόντος που έθεσαν σε λειτουργία οι Ελληνες προκειμένου να διαμορφώσουν (ή να επινοήσουν) μια εθνική συνείδηση κατά τον κρίσιμο 19ο αιώνα. Σε γενικές γραμμές, τα κείμενα αναπλαισιώνουν τα αειθαλή προβλήματα της νεοελληνικής έρευνας εμπλουτίζοντας με τεκμηριωτικά ευρήματα, με μεθοδικές προτάσεις εργασίας και με δραστικές προσεγγίσεις ή αναψηλαφήσεις παλαιότερα δεδομένα. Περασμένα από το φίλτρο του ιστορικού χρόνου, αποκαθαρμένα από την οξείδωση της επικαιρότητάς τους, τα γεγονότα παρουσιάζουν και άλλες συνδεσμολογίες πλην των γνωστών, προβάλλονται σε νέες σειρές, οι πηγές και οι μαρτυρίες ανανοηματοδοτούνται, επανερμηνεύονται και αποκτούν άλλη αφηγηματική ανάσα.

Πληθυντική προσέγγιση


Ο Φωριέλ λοιπόν και το δημοτικό τραγούδι, αλλά και ο μεγάλος σεισμός της Σαντορίνης (1650) ιστορημένος από τον Καισάριο Δαπόντε· οι πανούργες χήρες του νεοελληνικού Διαφωτισμού (καταγραφή των σχετικών γκολντονικών μεταφράσεων και διασκευών στο θέατρο της εποχής, στα φαναριώτικα κυρίως κυκλώματα)· η διαμόρφωση της έννοιας του κοινού (publicum) και η προώθηση του δημόσιου διαλόγου, όπως αναδεικνύονται μέσα από τη δεκαετή κυκλοφορία και απήχηση (1811-1821) του Λόγιου Ερμή, περιοδικού ακόμη υπομελετημένου σε σχέση με τον νευραλγικό ρόλο που έπαιξε σε μια ιστορικά ζόρικη συγκυρία· το κοραϊκό χιούμορ: η φιλοπαίγμων, ευτράπελη, «αστεία» τάση του λογίου που βδελυσσόταν τον τύπο του «αγέλαστου σοφού» οφειλόταν κατά πολύ στη χιακή του καταγωγή, στα «μετωρίσματα» και στην ανταλλαγή ευτράπελων ή αθυρόστομων πειραγμάτων μεταξύ των συμπατριωτών του, αλλά και στην εντατική μελέτη των αριστοφανικών κωμωδιών, του Πετρώνιου και άλλων εξεχόντων σατιριστών της αρχαιότητας ή της νεωτερικότητας· ο κριμαϊκός πόλεμος και ο πόλεμος των κρινολίνων στην Πόλη: μια καταγραφή του εκφραγκισμού των οθωμανικών ηθών, του εξευρωπαϊσμού της Πολίτικης κοινωνίας στα χρόνια αυτά, όπως την αποτυπώνει κυρίως ο Μιχαήλ Χουρμούζης στην κωμωδία Μαλακώφ –ο τίτλος παραπέμπει στη νέα φρενήρη μόδα της τουρλωτής φούστας που κατακυρίευσε τον γυναικείο πληθυσμό («Κι άρχισαν να φορούν καπέλα με κοκορόφτερα, να μακιγιάρονται με στρώματα σουβά, να βάζουν κορσέδες και να κυκλοφορούν με μαλακώφ τεράστια σαν τις τέντες των Τουρκμένων»). Και ακόμη, επανεκτιμήσεις για το «κρυφό σχολειό», για την ποίηση στον καιρό του ’21 ή την απήχηση του αγώνα στην πεζογραφία, για τη θεματική της ληστείας, την κριτική στην αστικορομαντική κοινωνία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, για την ηθογραφία, για τον ελληνοκεντρισμό του Περικλή Γιαννόπουλου. Κείμενα που κινούνται στη ρότα της αναθεώρησης και της απομύθευσης, όχι για να επιβάλουν νέα εξηγητικά σχήματα και να κλονίσουν συθέμελα αλλοτινές αξιολογικές πεποιθήσεις, αλλά να κατανοήσουν πληρέστερα τις εποχές, τα πρόσωπα, τους θεσμούς, τις ατομικές και συλλογικές χειρονομίες, τις έντονες παρουσίες και τις ηχηρές απουσίες. Εκλογικεύοντας, συνδυάζοντας, αναδομώντας νηφάλια και μεθοδικά τα σκόρπια, αποσπασματικά ή ιδεολογικοποιημένα «κλειστά» αφηγήματα, οι εισηγήσεις επιδιώκουν (και σε μεγάλο βαθμό το κατορθώνουν) να αποδώσουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα και στο ευρύ αναγνωστικό κοινό μια πολυπρισματική, πολύφωνη, πληθυντική προσέγγιση των δύο αιώνων της νεοελληνικής γραμματείας που αναφέρονται στον τίτλο του τόμου.
Εξομολογητικό κείμενο


Ο φίλιος, προσωπικός λόγος προλογίζει αλλά και επιλογίζει, όπως προαναφέρθηκε, το βιβλίο: σε ένα εξομολογητικό κείμενο («Τα καλά περιβάλλοντα»), ο Αλέξης Πολίτης αυθιστορείται και εκθέτει με τη γνωστή αφηγηματική του χάρη τη διαδρομή του, κατατάσσοντας τον εαυτό του στους «τυχερούς» ανθρώπους. Τα καλά περιβάλλοντα που τον διαμόρφωσαν είναι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, η Φιλοσοφική Σχολή του και οι δάσκαλοι που συνάντησε εκεί, το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) αργότερα και η διασταύρωση με τον Κ. Θ. Δημαρά κι ένα σμάρι νέων επιστημόνων (φιλολόγων και ιστορικών) που φιλοδοξούσαν να αναπροσανατολίσουν τις νεοελληνικές σπουδές. Η συνεχόμενη μαθητεία στον δημαρικό περίγυρο στα χρόνια της δικτατορίας στο Παρίσι διευρύνει και εμβαθύνει τους στόχους αυτής της προσπάθειας. Ακολουθεί στα χρόνια της μεταπολίτευσης η θητεία στο ΚΝΕ (Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών) του ΕΙΕ, η ενεργή συμμετοχή στις εργασίες του Μνήμονα, του Ερανιστή, στα θερινά σεμινάρια της Σύρου: συλλογικές προσπάθειες, με δυσκολίες αλλά και πείσμονα στοχοπροσήλωση που δημιουργούν θεσμούς και επιστημονικές σταθερές. Από το 1989 και εφεξής, νέα καθήκοντα, νέες προκλήσεις: το Ρέθυμνο, η Φιλοσοφική Σχολή του, η Βιβλιοθήκη του, το πέρασμα από τα δελτία στον υπολογιστή, το επίτευγμα της ψηφιακής Ανέμης.
Το καταληκτικό αυτό κείμενο μοιάζει με απολογισμό, αλλά δεν είναι. Διακρίνει κανείς το κέφι, την αισιόδοξη διάθεση, το ερευνητικό μεράκι και την ανάγκη για διαρκή διάλογο ενός ανθρώπου «τυχερού» μεν, αλλά που συνέργησε αποφασιστικά στην όποια τύχη του, τη συνδιαμόρφωσε και συνεχίζει αεί διδασκόμενος να διδάσκει, να θέτει ερωτήματα, να ψάχνει απαντήσεις, κοντολογίς, να ερευνά.
Πολύτιμος σύμμικτος τόμος –αυτό που εννοούμε όταν λέμε «βιβλίο αναφοράς».
Η κυρία Λίζυ Τσιριμώκου είναι καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ