Ο Ερνέστο Λακλάου, ο οποίος απεβίωσε τον περασμένο μήνα σε ηλικία 78 ετών, ερεύνησε το πώς τα λαϊκά κοινωνικά συμφέροντα αναπαράγονται και πώς μπορούν να υπερβούν τις εις βάρος τους σχέσεις εξουσίας στη σημερινή κοινωνία. Δεν ήταν ωστόσο ένας τυπικός αριστερός στοχαστής. Μεταξύ των μοτίβων της σκέψης του ξεχωρίζουν τρία: ο λαϊκισμός, η ηγεμονία και η συνάρθρωση των λαϊκών συμφερόντων και η ριζοσπαστική, «αγωνιστική» δημοκρατία.
Στο πρώιμο έργο του ο Λακλάου υποστήριξε ότι ο λαϊκισμός λαμβάνει δεξιό ή αριστερό πολιτικό πρόσημο, ανάλογα με τον εκάστοτε ηγέτη ενός λαϊκιστικού κινήματος και με το περιεχόμενο του λαϊκιστικού λόγου υπό τη σκέπη του οποίου συνασπίζονται τα λαϊκά συμφέροντα. Ως προς αυτό, ο Λακλάου υπέστη κριτική, μεταξύ άλλων και από τον Νίκο Μουζέλη, καθώς εν μέρει υποβάθμισε τα οργανωσιακά και ταξικά χαρακτηριστικά των λαϊκιστικών κινημάτων. Ο Λακλάου επανήλθε αργότερα στο ίδιο μοτίβο, αναλύοντας τη σχέση ανάμεσα στα μέρη που συναπαρτίζουν τον λαϊκό πόλο σε μια κοινωνία. Οι συγκρούσεις στο εσωτερικό αυτού του πόλου αντανακλούν διαφορετικές προτεραιότητες και νοήματα που θα συγκερασθούν όταν διαμορφωθεί μια ηγεμονική πολιτική ικανή να εντοπίσει και να επεξεργαστεί μια αλυσίδα ισοδύναμων όσο και ανεκπλήρωτων λαϊκών αιτημάτων. Ετσι ο Λακλάου συγκρότησε μια γενική θεωρία για τη λογική της πολιτικής δράσης.
Δεύτερον, παρότι πολλοί υποστηρικτές του υπογραμμίζουν πως ο Λακλάου δεν απομακρύνθηκε από τον μαρξισμό, είναι φανερό ότι για τον αργεντινό στοχαστή οι κυριότερες παραδοχές της μαρξιστικής ανάλυσης, τόσο των κλασικών μαρξιστών όσο και νεομαρξιστών όπως ο Νίκος Πουλαντζάς, δεν ήταν πολύ χρήσιμες. Από τις μαρξιστικές έννοιες, ο Λακλάου κυρίως ανέπτυξε εκείνη της «ηγεμονίας» του Αντόνιο Γκράμσι. Μέσω της εκάστοτε ηγεμονίας, δηλαδή της κυριαρχίας ορισμένων ιδεών, πρακτικών, καθώς και ρητορικών σχημάτων, καθορίζονται τα συλλογικά υποκείμενα και οι ταυτότητές τους, που επιδρούν πάνω στον κοινωνικό σχηματισμό. Τα συλλογικά υποκείμενα, που δεν είναι μόνο η εργατική τάξη, αλλά και διάφορα κοινωνικά κινήματα, συγκλίνουν και αποκλίνουν μεταξύ τους, συγκροτώντας τις πολιτικές τους ταυτότητες. Οι τελευταίες αναδιαμορφώνονται διαρκώς, μέσω νέων ιδεών και πρακτικών, επιδιώκοντας την ηγεμονία στον πολιτικό στίβο.
Αρα η κοινωνία είναι μια αρένα συγκρούσεων μεταξύ πολιτικών λόγων, ενώ η κατάληξη των κοινωνικών αγώνων δεν είναι προδιαγεγραμμένη, αλλά ενδεχομενική. Για παράδειγμα, τα λαϊκά συμφέροντα είναι κατακερματισμένα και δεν «συναρθρώνονται» αντικειμενικά εναντίον των επιχειρήσεων. Οταν τα συμφέροντα αυτά συναρθρωθούν, τότε θα αποκτήσουν ηγεμονία, εφόσον συγκλίνουν ως προς το περιεχόμενο ενός οικουμενικού στόχου (π.χ., ισότητα), ο οποίος διαφορετικά θα παρέμενε «κενό σημαίνον».
Το τρίτο μοτίβο του έργου του, για το οποίο ο Λακλάου συνέγραψε βιβλία μαζί με τη σύντροφό του Σαντάλ Μουφ, είναι η δημοκρατία, όχι με τη σύγχρονη φιλελεύθερη μορφή της αλλά με μια άλλη, ριζοσπαστική μορφή. Το περιεχόμενο της ριζοσπαστικής δημοκρατίας περιλαμβάνει την ισότητα και την ελευθερία αλλά είναι διαρκώς ανανεώσιμο, τείνοντας στη χειραφέτηση των λαϊκών συμφερόντων. Χωρίς να είναι εφικτή η μόνιμη χειραφέτηση από τις σχέσεις εξουσίας, είναι δυνατή μια πολύ πιο ουσιαστική εκδοχή της δημοκρατίας. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί χωρίς βίαιη κατάλυση του κοινοβουλευτισμού, αλλά με αγώνα υπέρβασης της σημερινής εκδοχής της δημοκρατίας ως μιας απλής διαδικασίας περιοδικής εκλογής και τυπικού ελέγχου των κυβερνώντων από τους κυβερνωμένους.
Ο Λακλάου κατατάσσεται πρωτίστως ανάμεσα σε όσους καθιέρωσαν την «ανάλυση λόγου» στις κοινωνικές επιστήμες. Πιο προσιτός ως προς τη διαύγεια των νοημάτων του από άλλους μεταμαρξιστές και μεταδομιστές, όπως ο Σλαβόι Ζίζεκ και η Γκαγιάτρι Σπίβακ, ο Λακλάου έχει αφήσει έργο στο οποίο θα ανατρέχουν ερευνητές προερχόμενοι από πολύ διαφορετικές σχολές σκέψης.
Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ