«Αγαπούσα παράφορα την Κόμισσα Ντε… Ημουν είκοσι χρόνων, ήμουν άπειρος, με απατούσε, θύμωσα, με εγκατέλειψε… Ημουν άπειρος, την επιθύμησα πάλι, ήμουν είκοσι χρόνων, με συγχώρησε. Είκοσι χρόνων, άπειρος, με απατούσε διαρκώς και δεν με εγκατέλειπε πια. Πίστευα ότι ήμουν ο εραστής των εραστών, ο πληρέστερος των ανδρών. Ηταν φίλη της κυρίας Ντε Τ…, η οποία μου έδειχνε μια φανερή αδυναμία…».
Εύκολα εικάζουμε τη συνέχεια, δεν μπορούμε όμως παρά να θαυμάσουμε το προσεκτικό ζύγισμα των φράσεων, τον ποιητικό ρυθμό της πρότασης, τον ανάλαφρο τόνο, ειρωνικό και μαζί θλιμμένο, που αποδίδει σοφά το νεαρό της ηλικίας του αφηγητή και την αριστοτεχνική συμπύκνωση μιας ολόκληρης ιστορίας σε έξι προτάσεις.
Ο νεαρός ευγενής αφήνεται να παρασυρθεί από την έμπειρη κυρία Ντε Τ… Την ακολουθεί σε ένα μυστικό δωμάτιο ανακρεόντειας ατμόσφαιρας, που δίνει την εντύπωση τελετουργικού σκηνικού μύησης στον έρωτα, και μέσα σε μια νύχτα διέρχεται, από τη σαγήνη ως την ηδονή και την προδοσία, όλους τους σταθμούς της ερωτικής οδύσσειας. Στο τέλος μένει να αναζητεί το δίδαγμα αυτής της περιπέτειας, μα ομολογεί πως δεν το βρήκε ποτέ.
Ευφυές, παιγνιώδες, κομψό και κατά τόπους γαργαλιστικό, το Χωρίς επαύριον θεωρείται από τα αριστουργήματα της γαλλικής ερωτογραφίας και τοποθετείται επάξια δίπλα στο πλέον αναγνωρίσιμο δείγμα του είδους, τις Επικίνδυνες σχέσεις του Λακλό. Την πρώτη ανώνυμη εκδοχή του αφηγήματος, που τυπώθηκε το 1777, αντέγραψαν πολλοί. Την ιστορία ζήλεψε μάλιστα και αυτός ο μέγας Μπαλζάκ, και την ενσωμάτωσε στη δική του Φυσιολογία του γάμου.
Το κείμενο πλέον αποδίδεται στον νεαρό τότε χαράκτη, σχεδιαστή, διπλωμάτη, περιηγητή, ειδήμονα της τέχνης και ιδρυτή του Μουσείου του Λούβρου Βιβάν Ντενόν, του οποίου τα βιογραφικά πληροφορούμαστε αναλυτικά στον τόμο διά χειρός Ανατόλ Φρανς. Η υποδειγματική μετάφραση είναι καμωμένη από τον Ανδρέα Στάικο, ο οποίος έχει μεταφράσει και το δίτομο έργο του Λακλό. Τον έπαινο του κειμένου αναλαμβάνει ο Μίλαν Κούντερα.
Χρονολόγιο, σημειώσεις, σχόλια και μια εισαγωγή πλαισιώνουν δύο εκδοχές, την πρώτη και την τελευταία του 1812, από τον 65χρονο πια Ντενόν. Ποιο είναι το δίδαγμα για τον αναγνώστη από την περιπέτεια της σύγκρισης των δύο γραφών; Η μύηση στη μεγαλύτερη τέχνη του γαλλικού 18ου αιώνα, στην τέχνη της συζήτησης, που δεν απέχει καθόλου από την τέχνη του έρωτα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ