Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι ο Κρίστοφερ Χίτσενς, που στα νιάτα του υπήρξε αριστερός – µάλιστα τροτσκιστής –, κάποια στιγµή, στα πενήντα του, θα υποστήριζε την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ; Αυτός που τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 κατέβαινε στις διαδηλώσεις εναντίον του πολέµου στο Βιετνάµ, τρεις δεκαετίες αργότερα αυτός, ο άθεος, θα γινόταν φίλος µε ένα από τα «γεράκια» του προέδρου Μπους υιού, τον υφυπουργο Αµυνας Πολ Γούλφοβιτς, σηµαίνουσα προσωπικότητα των νεοσυντηρητικών που είχαν σηµαία τους τη θρησκεία; Οτι ήταν ο ίδιος άνθρωπος ο οποίος παλαιότερα έλουζε µε τα χειρότερα επίθετα τον Κίσινγκερ, τον Ρίγκαν και τη Μητέρα Τερέζα; Και ωστόσο, όλα τούτα δεν αναιρούν το ότι υπήρξε διανοούµενος, συγγραφέας και δηµοσιογράφος πρώτης γραµµής και ενεργός πολίτης του κόσµου.

Η αυτοβιογραφία του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά, λίγες ηµέρες πριν από τον θάνατό του, είναι η καλύτερη απόδειξη. Ο Χίτσενς παρουσιάζεται εδώ περισσότερο από όσο θα περίµενε κανείς ειλικρινής. Το ογκώδες βιβλίο του δεν είναι απλώς ένα αφήγηµα κριτικής ή αυτοκριτικής αλλά – πρωτίστως – απολογισµός του βίου του, µια γοητευτική αναδροµή στον χρόνο και κυρίως ένα συγκινητικό εγχείρηµα του Χίτσενς να κατανοήσει τον Χίτσενς.

Με άλλα λόγια, τη διπλή του προσωπικότητα: του νεαρού µε πατέρα αξιωµατικό του Ναυτικού, τυπικό δείγµα βρετανού συντηρητικού, και µε µητέρα η οποία κρατούσε µυστικές τις εβραϊκές της ρίζες. Που έλαβε χριστιανική παιδεία και φοίτησε στα επιφανέστερα εκπαιδευτικά ιδρύµατα της χώρας του: το Κέιµπριτζ και την Οξφόρδη.

Το παρατσούκλι «Χιτς» του το έδωσε ο πεζογράφος Μάρτιν Εϊµις, φίλος της νεότητάς του. Αλλά γιατί δίπλα του, στον τίτλο, ο Χίτσενς πρόσθεσε και το 22; Είναι σαφής η παραποµπή στο διάσηµο µυθιστόρηµα του Τζόζεφ Χέλερ Catch-22. ∆εν πρόκειται για τυχαίο εύρηµα. Ο Χίτσενς αξιοποιεί την τεχνική του φλας µπακ µε τον τρόπο του Χέλερ. Οπως ο Χέλερ, έτσι και αυτός µας λέει ειρωνικά και πικρά µέσα στα όσα αφηγείται (και είναι πλήθος, τόσο τα περιστατικά όσο και τα πρόσωπα που παρελαύνουν στις σελίδες της αυτοβιογραφίας του) ότι η θετική ανταπόκριση σε κάποιο µήνυµα αντιφάσκει κατά κανόνα µε την αντίστοιχη σε ένα αντίθετο µήνυµα.

Αν ζούµε την ανάπτυξη του «ισλαµοφασισµού», όπως υποστήριζε ο Χίτσενς, τότε η δηµοκρατία δεν µπορεί να µη συγκρουστεί µε το ριζοσπαστικό Ισλάµ. Ετσι όµως ο διανοούµενος «την πατάει» και καταλήγει να υπερασπίζεται το status quo διαψεύδοντας τον εαυτό του.

Η αυτοκτονία της µητέρας του

Το κεφάλαιο που αναφέρεται στην αυτοκτονία της µητέρας του τη δεκαετία του ‘70 στην Αθήνα είναι από τα συγκινητικότερα του βιβλίου. Αποδεικνύει µε αφοπλιστικό τρόπο το πώς η προσωπική τραγωδία αλλάζει τη συνείδηση ενός ανθρώπου και τον ακολουθεί ως τον τάφο. Οι αναφορές του σε διάσηµες προσωπικότητες της µεταπολεµικής κουλτούρας – αλλά και στον εαυτό του –, ειρωνικές έως καυστικές, διαπερνούν τις σελίδες των αποµνηµονευµάτων του χωρίς να εκνευρίζουν τον αναγνώστη. Τα όσα αρνητικά λέει για τον Γκορ Βιντάλ, τον Σαΐντ ή τον Τσόµσκι λ.χ. κάνουν τον αναγνώστη να σκεφτεί: να ένα δηµόσιο πρόσωπο που δεν διστάζει να πει τη γνώµη του, έστω κι αν θα του στοιχίσει – γιατί αυτό ακριβώς σηµαίνει δηµόσια παρέµβαση και τέτοια είναι η ρητορική της κριτικής.

Μια αυτοβιογραφία δεν είναι άνευ ορίων και όρων αποκάλυψη των όσων αφορούν την προσωπική ζωή του αυτοβιογραφούµενου. Ο Χίτσενς λ.χ. ελάχιστα αναφέρεται στον αδελφό του και δεν γράφει τίποτε για την κύπρια πρώην σύζυγό του. Μεγαλύτερη σηµασία έχουν τα όσα θέλει να πει – και λέει – για τα χρόνια που τον διαµόρφωσαν, ώστε να µην µπορεί να καταλήξει κανείς στο συµπέρασµα αν όντως ήταν «αµφισβητίας εκ πεποιθήσεως», όπως λέει ο υπότιτλος της ελληνικής έκδοσης, ή αν έγινε εξαιτίας των περιστάσεων και του κλίµατος της εποχής.

Ο Χίτσενς υπήρξε τέκνο της δεκαετίας του ‘60. Αφησε την Αγγλία και µετέβη στην Αµερική το 1981 γιατί εκεί βρισκόταν το παγκόσµιο κέντρο της εξουσίας και των αποφάσεων που θα καθόριζαν τη µοίρα άλλων λαών. Πήγε ως επιφανής Βρετανός, που σηµαίνει ότι θα εντασσόταν εξαρχής στην άρχουσα τάξη της χώρας, και έγινε αµερικανός πολίτης µόλις το 2007. Ηταν λοιπόν επόµενο το βιβλίο του Ο Θεός δεν είναι µεγάλος να γίνει µπεστ σέλερ σε µια χώρα που, όπως γράφει ο Εντµουντ Γουάιτ, οι δύο στους τρεις κατοίκους της πιστεύουν πως «έχουν δει τον Ιησού Χριστό αυτοπροσώπως».

Το Hitch-22 είναι εξαιρετικό ανάγνωσµα, βιβλίο ενός ιδιοφυούς που όλη του τη ζωή συγκρούστηκε πρώτα µε το δικό του υπερεγώ – γι’ αυτό και δεν δίστασε να τα βάλει µε τα υπερεγώ της εποχής του. Αγάπησε την Ελλάδα και την υπερασπίστηκε µε πάθος γράφοντας ολόκληρο βιβλίο υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως και την Κύπρο, για την υπόθεση της οποίας προέβη σε πλήθος παρεµβάσεις. Ηταν από εκείνους που ευαισθητοποίησαν την παγκόσµια κοινή για το δράµα της χώρας µας την περίοδο της δικτατορίας των συνταγµαταρχών. Ας µην καταφύγουµε στην κοινοτοπία πως ο θάνατός του αφήνει µεγάλο κενό. Ας επαναλάβουµε απλώς τον λόγο του Ιαν Μακ Γιούαν πως «αν δεν υπήρχε ο Χίτσενς, δεν θα υπήρχε άλλος να τον αντικαταστήσει».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ