«Μέχρι το τέλος της καριέρας του ως πολιτικού ηγέτη στην Κρήτη,ο Βενιζέλος εθεωρείτο παράλογος και σπασμωδικός.Ακόμη και εκείνοι που τον θαύμαζαν περισσότερο απ΄ όλους τον θεωρούσαν τζογαδόρο.Για τα ευρωπαϊκά προξενεία ήταν ένας επικίνδυνος κατεργάρης […] Οι δημοσιογράφοι,ενώ συχνά εξυμνούσαν τις σημαντικές ικανότητές του,έδωσαν την εντύπωση στις ανταποκρίσεις τους από την Κρήτη ότι ο λεβέντης και ιδιόρρυθμος συμμορίτης ήταν ένα είδος Δον Κιχώτη». Τα γράφει αυτά κάποιος ανάμεσά τους, ο 40χρονος τότε αμερικανός ξένος ανταποκριτής και καθηγητής Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Πολιτικών Επιστημών δρ Χέρμπερτ Ανταμς Γκίμπονς (1880-1934), συγγραφέας της βιογραφίας Βενιζέλος (1920). Είχε ήδη εργαστεί ως ξένος ανταποκριτής στη χώρα μας, στην Ισπανία, στην Τουρκία (όπου εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή του), στη Βουλγαρία και σε άλλες χώρες της περιοχής, ήρθε σε στενή επαφή με όλες τις βαλκανικές εθνότητες, έκανε πολύ καλούς φίλους- ανάμεσά τους και κάποιες αυθεντίες στα ζητήματα των Βαλκανίων- και ανέπτυξε προσωπική γνωριμία με εξέχουσες φυσιογνωμίες του καιρού του. Σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε το CΝΝ, ούτε γινόταν απευθείας σύνδεση από τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου με τους τόπους λήψης των αποφάσεων, ο νεαρός καθηγητής σε κάποιο κολέγιο στην Εγγύς Ανατολή Ανταμς Γκίμπονς θα αναλάμβανε να αποτυπώσει την εικόνα των ταραγμένων περιόδων της εποχής του σε άρθρα, συνεντεύξεις και βιβλία ως τον θάνατό του. Ο τρόπος του, ζωηρός και παραστατικός, εστίαζε στο πώς ένιωθαν οι άνθρωποι τη συγκεκριμένη στιγμή, έχοντας πάντα κατά νουν ότι αφήνει παρακαταθήκη για τους μελλοντικούς ιστορικούς.

Δεν έχουμε ήδη αρκετές βιογραφίες για τον μεγάλο κρήτα πολιτικό; Μπορούμε να βρούμε νέες απαντήσεις σε ένα βιβλίο που εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη το 1920; Μάλλον ναι, αφού στην περίπτωση της συγκεκριμένης μελέτης αποκαλύπτεται η ηγετική μέθοδος του ανδρός σε μια περίοδο διεθνούς κρίσης, και αυτό την καθιστά εξαιρετικά επίκαιρη. Οπως σημειώνει ο Μίμης Ανδρουλάκης στον πρόλογό του, οι Μεγάλες Δυνάμεις για άλλη μία φορά αλλάζουν τα σύνορα των χωρών στον χάρτη, η Εγγύς Ανατολή φλέγεται και οι πολιτικοί ηγέτες καλούνται να εικάσουν ποια θα είναι η κοινωνία των εθνών στη νέα εποχή της παγκοσμιοποίησης. Αν δεν γίνεται να είμαστε σίγουροι για τις επερχόμενες εξελίξεις, ας δούμε τι έκανε νωρίτερα στη θέση μας κάποιος άλλος, ο οποίος τέσσερις φορές έβαλε στοίχημα και το κέρδισε, παίζοντας με ισχυρούς αντιπάλους.

Ο Βενιζέλος το 1919 «…γνώριζε ότι θαέχανε τον χρόνο με το να προσπαθεί να κερδίσει αναγνώριση των ελληνικών αιτημάτων επί του οθωμανικού εδάφους κάνοντας εκκλήσεις στη Διάσκεψη ή στις επιτροπές της ή στο Ανώτατο Συμβούλιο.Ο μόνος τρόπος ήταν να αγοράσει υποστήριξη και να ακυρώσει την αντιπολίτευση με άμεσες και κρυφές διαπραγματεύσεις με τους πολιτικούς των τριών Δυνάμεων…». Βρισκόταν μπροστά στο μεγαλύτερο εγχείρημα για το όραμα της αναγέννησης του Ελληνισμού, την εκστρατεία στη Μ. Ασία. «Ηταν ωστόσο της μόδας να υπερασπίζεται κανείς τον αγώνα των Τούρκων.Παρά τις σφαγές και τις απελάσεις των Αρμενίων και των Ελλήνων,οι Τούρκοι ήταν οι ευγενείς…». Ο συγγραφέας είχε ήδη αποχωρήσει από τη σκηνή του δράματος, αφού το 1917 υπηρέτησε στις αμερικανικές δυνάμεις εκστρατείας στη Γαλλία και το 1920 έγινε ανταποκριτής στην Ευρώπη, στην Ασία και στην Αφρική για λογαριασμό πολλών αμερικανικών περιοδικών και εφημερίδων. Παρ΄ όλα αυτά, είχε κάνει σωστή πρόβλεψη στον επίλογο του βιβλίου του: «Αν (σ.σ. η Ελλάδα) συνεχίσει να υποστηρίζει τον Βενιζέλο, αυτός θα γνωρίζει πώς να οδηγήσει τον ελληνικό στρατό στην τελική του νίκη». Και είχε διαβλέψει τους ψυχολογικούς παράγοντες που διαμόρφωσαν κίνητρα και επηρέασαν κάποιες φορές ακατανίκητα κάποιες ενέργειες. Η Ελλάδα δεν συνέχισε να στηρίζει τον Βενιζέλο και ακολούθησε η Μικρασιατική Καταστροφή και ο αφανισμός του ελληνικού στρατού. Οι τοπογραφικοί χάρτες στο τέλος του βιβλίου δείχνουν τι χάσαμε από κακή ψυχολογία.