Εντός ή εκτός ΕΕ, είναι αδιαμφισβήτητο πως η τρομοκρατία αποτελεί σοβαρή και διαρκή απειλή για τη Βρετανία. Αλλά φαίνεται πλέον πως ο στόχος των τρομοκρατών και των υποστηρικτών τους δεν είναι τόσο να σκορπίσουν τον θάνατο όσο να σπείρουν τον τρόμο και τον πανικό. Ο δράστης της πρόσφατης αιματηρής επίθεσης στην έδρα της βρετανικής δημοκρατίας τον πέτυχε, σκοτώνοντας τρεις ανθρώπους και τραυματίζοντας περί τους 40 (μεταξύ των οποίων και δύο Ελληνες) προτού πέσει νεκρός από τα πυρά αστυνομικών.
Επρόκειτο ωστόσο για μια αναμενόμενη ενέργεια, για μια στιγμή για την οποία όλοι είχαν προετοιμασθεί, ευελπιστώντας ταυτόχρονα πως δεν θα ερχόταν ποτέ. Επρόκειτο επίσης για μια επίθεση που είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτραπεί: ένας «μοναχικός» δράστης που εμπνέεται (ή παρασύρεται) από την προπαγάνδα του ISIS, το οποίο ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση στο Ουεστμίνστερ και επιδιώκει να προκαλέσει χάος με απλά μέσα –ένα αυτοκίνητο ή ένα μαχαίρι –γνωρίζοντας ότι κατά πάσα πιθανότητα θα συγκαταλέγεται και ο ίδιος μεταξύ των νεκρών. Από το 2013 στη Βρετανία απετράπησαν 13 τρομοκρατικές επιθέσεις, 10 από τις οποίες την τελευταία διετία, ενώ οι έρευνες της αντιτρομοκρατικής ξεπερνούν τις 500 σε μόνιμη βάση. Αλλά την ώρα που η αστυνομία και οι δυνάμεις ασφαλείας πρέπει να βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή, οι τρομοκράτες χρειάζεται να σταθούν «τυχεροί» μονάχα μια φορά. Ο δράστης της επίθεσης στο αεροδρόμιο του Ορλί δεν τα κατάφερε. Ο δράστης της αυτοσχέδιας επίθεσης στο Ουεστμίνστερ κατάφερε να τρομάξει ακόμη μία φορά τους Λονδρέζους, τους Βρετανούς, όλους τους Ευρωπαίους, ακριβώς έναν χρόνο, μάλιστα, μετά τις οργανωμένες τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες.
Και αν είναι αλήθεια ότι το Ισλαμικό Κράτος έχει αποδυναμωθεί στα εδάφη του με αποτέλεσμα να μην μπορεί να οργανώσει πλέον επιθέσεις μεγάλης κλίμακας, είναι αλήθεια επίσης ότι ανά πάσα στιγμή κάποιος υποστηρικτής των τζιχαντιστών ενδέχεται να πάρει ένα αυτοκίνητο και να αιματοκυλήσει είτε την κεντρική παραλιακή λεωφόρο της Νίκαιας, είτε μια χριστουγεννιάτικη αγορά στην καρδιά του Βερολίνου, είτε τη γέφυρα του Ουεστμίνστερ.

«Εάν δεν μπορείτε να βρείτε μια βόμβα ή μια σφαίρα τότε συνθλίψτε τα κεφάλια τους με μια πέτρα, ή σφαγιάστε τους μ’ ένα μαχαίρι, ή παρασύρετέ τους μ’ ένα αυτοκίνητο, ή γκρεμοτσακίστε τους, ή πνίξτε τους, ή δηλητηριάστε τους»
είχε προτρέψει το 2014 ανώτατο στέλεχος του ISIS τους υποστηρικτές της οργάνωσης που ζουν στα εδάφη των «απίστων». Με λίγα λόγια, το ζήτημα για τις βρετανικές αρχές δεν ήταν το εάν αλλά το πότε θα πραγματοποιούταν μια τέτοια επίθεση στη Βρετανία.
Ο δράστης ήταν βρετανός πολίτης. Αλλά βρετανοί πολίτες είναι και όλοι όσοι μερικές μόλις ώρες μετά την αποτρόπαια επίθεση πήγαν κανονικά στις δουλειές τους χρησιμοποιώντας μετρό, τρένα και λεωφορεία, πάρα πολλοί περπατώντας. Ενάντια στο μίσος, στη βία και στον διχασμό. Οπως έκαναν οι Γερμανοί πριν από μερικούς μήνες, οι Βέλγοι πέρυσι, οι Γάλλοι περισσότερες από μία φορές τα τελευταία χρόνια.

Αγγελος Χρυσόγελος: «Αντί για ηρωική έξοδο, η Βρετανία θα βρεθεί υποτελής»

Εννέα μήνες χρειάστηκε η Τερέζα Μέι για να αποφασίσει τελικά να κάνει το πρώτο βήμα για την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ. Την ερχόμενη Τετάρτη, 29 Μαρτίου, στον απόηχο της τρομοκρατικής επίθεσης, η βρετανίδα πρωθυπουργός θα ενημερώσει επισήμως τις Βρυξέλλες για την πρόθεση της χώρας της να εγκαταλείψει την υπόλοιπη Ευρώπη, ενεργοποιώντας το περιβόητο άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας.

Η κυρία Μέι δηλώνει πως η κατάληξη των διαπραγματεύσεων θα είναι η μετατροπή της Βρετανίας σε ένα «έθνος ευημερίας, ανοιχτό και παγκόσμιο». Αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει πρώτα να δώσουν τη συγκατάθεσή τους και οι ευρωπαίοι εταίροι της. Σύμφωνα με όσα διαμήνυσε ο Ντόναλντ Τουσκ, η πρώτη σύνοδος κορυφής για το Brexit των «27» δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί πριν από τις 29 Απριλίου.

Στόχος των Βρυξελλών είναι η όλη διαδικασία να εκτυλιχθεί όσο το δυνατόν λιγότερο «επώδυνα» για την ΕΕ. Πάντως όλα δείχνουν ότι θα είναι σίγουρα επώδυνη για τη Βρετανία, καθώς σε περίπτωση που οι δύο πλευρές δεν τα βρουν μεταξύ τους ως τις 29 Μαρτίου 2019 τότε η ΕΕ θα μπορεί να εκδιώξει από τους κόλπους της τη Γηραιά Αλβιώνα δίχως συμφωνία.

Ενα από τα κρισιμότερα θέματα που καλείται να διαχειριστεί η βρετανίδα πρωθυπουργός είναι η έλλειψη χρόνου, με αξιωματούχους των Βρυξελλών να προειδοποιούν για μόλις 18 μήνες συνομιλιών που θα αρχίσουν ουσιαστικά τον ερχόμενο Οκτώβριο μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία. Πρώτα ωστόσο πρέπει να επιλυθούν δύο ζητήματα: το κόστος του «διαζυγίου», το οποίο αναμένεται να φτάσει ως και τα 60 δισ. ευρώ για τη Βρετανία, και το μέλλον των 3 εκατομμυρίων Ευρωπαίων της Βρετανίας και των περίπου 2 εκατομμυρίων Βρετανών της ΕΕ. Ωσπου να συνομολογηθεί μια συμφωνία για τα εν λόγω ζητήματα, δεν πρόκειται να γίνει καμιά κουβέντα για τις μελλοντικές, εμπορικές και οικονομικές κυρίως, σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών.

Αυτό σημαίνει ότι «είναι πολύ πιθανό το 2019 η Βρετανία να έχει πάψει να είναι μέλος της ΕΕ (και άρα να μην μπορεί να συνδιαμορφώνει ευρωπαϊκές πολιτικές), αλλά να εξακολουθεί να δεσμεύεται από υποχρεώσεις ανάλογες με εκείνες ενός κράτους-μέλους (να συνεισφέρει, για παράδειγμα, στον προϋπολογισμό της ΕΕ και να δεσμεύεται από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου) για αρκετά χρόνια, ενώ η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα θα έχει πλήξει την οικονομία και θα έχει διχάσει την πολιτική και την κοινωνία της. Με άλλα λόγια, αντί για μια ηρωική έξοδο η Βρετανία μπορεί να βρεθεί στη θέση ενός υποτελούς κράτους-μέλους, χάνοντας τα περισσότερα από τα δικαιώματά της αλλά διατηρώντας πολλές από τις υποχρεώσεις της προς την ΕΕ» υποστήριξε μιλώντας στο «Βήμα» ο δρ Αγγελος Χρυσόγελος, διδάσκων στο Τμήμα Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών του King’s College στο Λονδίνο και συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Chatham House.

«Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια η Βρετανία θέλει να συμφωνήσει όχι μόνο τους όρους εξόδου αλλά και το πλαίσιο που θα διέπει τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με την ΕΕ μετά το διαζύγιο. Γι’ αυτό και η Βρετανία θέλει οι διαπραγματεύσεις για το διαζύγιο και οι διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική σχέση να λάβουν χώρα παράλληλα, ελπίζοντας να κερδίσει χρόνο και να επιτύχει συμψηφισμούς μεταξύ διαφορετικών θεμάτων. Η ΕΕ όμως έχει ξεκαθαρίσει ότι πρώτα θα συζητηθεί το «διαζύγιο» και μετά η «μελλοντική σχέση»» πρόσθεσε ο κ. Χρυσόγελος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ