Τα τελευταία χρόνια η παλαιοντολογία γνωρίζει πρωτοφανή «άνθηση» αφού υπάρχει σταθερή χρηματοδότηση πολλών αποστολών έρευνας σε όλον τον πλανήτη. Ο εντοπισμός ευρημάτων είναι σχεδόν καθημερινή υπόθεση. Παράλληλα η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και μεθόδων εξέτασης και ανάλυσης των ευρημάτων (τόσο των νέων όσων και εκείνων που υπάρχουν στις συλλογές των μουσείων) οδηγεί στην ανακάλυψη άγνωστων ως τώρα ειδών δεινοσαύρων αλλά και πολλών στοιχείων που αφορούν τον τρόπο ζωής τους. Οι ανακαλύψεις για τον κόσμο των δεινοσαύρων είναι συνεχείς και ολοένα και πιο εντυπωσιακές. Μια ματιά στις ανακοινώσεις που έγιναν από τους ερευνητές τους τελευταίους μήνες αποδεικνύει την πρόοδο που υπάρχει στις παλαιοντολογικές έρευνες αλλά και το ότι έχουμε ακόμη πολύ δρόμο για να μάθουμε τι συνέβαινε στο… Τζουράσικ Παρκ.


Ο τιτάνας των τιτάνων
Είναι γνωστό ότι η Νότια Αμερική, και ειδικά η Αργεντινή, αποτελεί μαζί με την Κίνα τους δύο «παραδείσους» των παλαιοντολόγων. Κυριολεκτικά όπου και να σκάψει κανείς εντοπίζει απολιθώματα δεινοσαύρων! Το 2013 εντοπίστηκαν σε ένα χωράφι σε μια από τις νοτιότερες περιοχές της Αργεντινής τα απολιθώματα ενός δεινοσαύρου τα οποία όμως οι ειδικοί δεν είχαν καταφέρει ως σήμερα να ταυτοποιήσουν. Τελικά στις αρχές Αυγούστου ομάδα παλαιοντολόγων από την Αργεντινή ανακοίνωσε ότι τα απολιθώματα ανήκουν σε ένα άγνωστο είδος τιτανοσαύρου, το οποίο ονόμασαν «Patagotitan» (Τιτάνας της Παταγονίας). Σύμφωνα με τους ερευνητές πρόκειται για το μεγαλύτερο είδος τιτανοσαύρου (στο γένος αυτό ανήκαν φυσικά οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος δεινόσαυροι). Ο Patagotitan ζούσε πριν από περίπου 90 εκατ. έτη, ήταν φυτοφάγος, είχε μήκος (από το κεφάλι ως την ουρά) 40 μέτρων και ζύγιζε περίπου 100 τόνους.
Το τανκ
Μετά την Αργεντινή και την Κίνα η περιοχή στην οποία ανακαλύπτονται πολύ συχνά απολιθώματα δεινοσαύρων είναι ο Καναδάς. Σε ένα ανθρακωρυχείο στην Αλμπέρτα εντοπίστηκαν το 2011 καλοδιατηρημένα απολιθώματα ενός δεινοσαύρου. Ωστόσο τα απολιθώματα έπρεπε να διαχωριστούν από τα πετρώματα στα οποία βρίσκονταν. Ηταν μια δύσκολη διαδικασία, η οποία διήρκεσε αρκετά χρόνια. Τελικά σχεδόν ταυτόχρονα με την ανακοίνωση για τον Patagotitan ανακοινώθηκε από διεθνή ομάδα ερευνητών ότι ταυτοποιήθηκαν και τα απολιθώματα του Καναδά. Πρόκειται για ένα νέο είδος στην οικογένεια των αγκυλοσαύρων, οι οποίοι ήταν «θωρακισμένοι» δεινόσαυροι.
Ο Borealopelta markmitchelli, όπως ονομάστηκε ο δεινόσαυρος, ζούσε πριν από περίπου 110 εκατ. έτη. Διέθετε και αυτός σκληρό δέρμα με διάφορα εξογκώματα και άλλα χαρακτηριστικά που λειτουργούσαν πρακτικά ως πανοπλία. Παρά το γεγονός ότι ήταν θωρακισμένος αλλά και αρκετά μεγάλος, αφού είχε μήκος 5,5 μέτρα και βάρος περίπου 1,5 τόνο, ο δεινόσαυρος αυτός σύμφωνα με τους ερευνητές αντιμετώπιζε επιθέσεις από άλλους δεινοσαύρους.
Οπως υποστηρίζουν στο άρθρο τους στην επιθεώρηση «Current Biology», ο Β. markmitchelli για να αυξήσει το επίπεδο προστασίας του εκτός από θωράκιση χρησιμοποιούσε και μια μορφή καμουφλάζ, και πιο συγκεκριμένα την αντιπαραβολή. Πρόκειται για μια κοινή μορφή καμουφλάζ όπου το επάνω μέρος του ήταν σκουρόχρωμο και το κάτω μέρος ανοιχτόχρωμο. Αυτή η χρωματική διαφορά έχει ως αποτέλεσμα να εξαφανίζεται η σκιά του ζώου και να περνά απαρατήρητο όταν κινείται.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν επίσης σύνθετες χρωματικές αναλύσεις και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το δέρμα του Β. markmitchelli είχε ερυθρωπή απόχρωση. Τέλος, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η πανοπλία αλλά και τα χρώματα του Β. markmitchelli έπαιζαν έναν ακόμα ρόλο: λειτουργούσαν ως ένα είδος status symbol για την προσέλκυση του άλλου φύλου.


Τα ισχυρότερα σαγόνια στη Γη
Θεωρείται –και όχι άδικα –το πιο μοχθηρό πλάσμα που πάτησε το πόδι του στη Γη, στη θέα του οποίου θα πάγωνε από τον τρόμο της κάθε μορφή ζωής στον πλανήτη. Εχουν γραφτεί πολλά για τον φοβερό Τυραννόσαυρο Ρεξ, ο οποίος αποτελεί την… ατραξιόν του κόσμου των δεινοσαύρων. Τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στα άλλα οι επιστήμονες προσπαθούν να διαπιστώσουν τη δύναμη που είχαν τα τρομερά του σαγόνια και δόντια. Το στόμα του ήταν γεμάτο από σειρές πριονωτών δοντιών, πολλά από τα οποία είχαν μήκος που έφτανε τα 30 εκατοστά!
Μάλιστα έχει διαπιστωθεί ότι ο T. rex χρησιμοποιούσε με διαφορετικό τρόπο τα δόντια του. Με τα μπροστινά άρπαζε και τραβούσε το θήραμά του, με τα πλαϊνά πραγματοποιούσε τις φονικές του δαγκωματιές και με τα πίσω μασούσε την τροφή του και την έσπρωχνε στον οισοφάγο του. Μια μελέτη του 2012 είχε δείξει ότι το δάγκωμα του Τυραννοσαύρου ασκούσε δύναμη που έφθανε ως και τα 57.000 Νιούτον σε καθένα από τα πίσω δόντια του. Τα 57.000 Νιούτον ισοδυναμούν με το βάρος ενός ελέφαντα να κάθεται πάνω στο κάθε δόντι!
Τα αποτελέσματα της τελευταίας μελέτη για το δάγκωμα του T. rex έγιναν γνωστά στις αρχές του καλοκαιριού από επιστήμονες του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Φλόριδας. Οι ερευνητές σε δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «Scientific Reports» υποστηρίζουν ότι ο Τυραννόσαυρος δάγκωνε τα θηράματά του με δύναμη περίπου 4.000 κιλών. Υπολογίζεται ότι το δάγκωμα του ανθρώπου έχει ισχύ 70-100 κιλών. Σύμφωνα με τους ερευνητές αυτή η κολοσσιαία ισχύς επέτρεπε στους Τυραννοσαύρους όχι απλώς να ξεσκίζουν τη σάρκα των θηραμάτων αλλά να διαλύουν κυριολεκτικά και τα οστά τους!
Οι ερευνητές αναφέρουν ότι οι δεινόσαυροι εκδήλωναν τάσεις οστεοφαγίας, αφού με αυτόν τον τρόπο κατάφερναν να αποσπάσουν ακόμη και από τα οστά ποσότητες θρεπτικών ουσιών που ήταν απαραίτητες για την επιβίωσή τους. Η τακτική της οστεοφαγίας θα ήταν χρήσιμη για έναν επιπλέον λόγο στους Τυραννοσαύρους. Πρόσφατα διαπιστώθηκε πως ο T. rex δεν έτρωγε μόνο ό,τι κυνηγούσε αλλά και κουφάρια ζώων. Με δεδομένο ότι ασκούσε οστεοφαγία είναι βέβαιο πως εκεί που για τα άλλα ζώα δεν θα υπήρχε κάτι να φάνε για τον T. rex το κουφάρι ήταν ένα υπέροχο «γεύμα».
Τα δόντια του «πρώτου» είδους
O Μεγαλόσαυρος ήταν ένας αρκετά μεγάλος σαρκοβόρος δεινόσαυρος που ανήκε στην οικογένεια των θηροπόδων, μέλος της οποίας ήταν και οι Τυραννόσαυροι. Ο Μεγαλόσαυρος ήταν ο πρώτος δεινόσαυρος που έλαβε επιστημονική ονομασία το 1824. Εζησε στο μέσο Ιουράσιο, πριν από περίπου 167 εκατ. χρόνια στην Ευρώπη. Είχε μήκος 9 μέτρα, ύψος 3 μέτρα, πριονωτά δόντια, μεγάλα νύχια στα χέρια και στα πόδια και ζύγιζε περίπου 1 τόνο. Επιστήμονες του βρετανικού Πανεπιστημίου Warwick και του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εξέτασαν εκ νέου τα απολιθώματα του πρώτου αυτού Μεγαλοσαύρου επικεντρώνοντας την προσοχή τους στο κρανίο του, και ειδικά στη σιαγόνα.
Πραγματοποίησαν περί τις 3.000 ακτινογραφίες και δημιούργησαν με αυτές μια τρισδιάστατη εικόνα της σιαγόνας του δεινοσαύρου. Ετσι κατέστη εφικτό να δουν για πρώτη φορά με πρωτοφανή λεπτομέρεια το εσωτερικό της σιαγόνας διακρίνοντας ακόμα και τις ρίζες των δοντιών και να εντοπίσουν τις ζημιές που είχε υποστεί το απολίθωμα αρχικά από τον διαχωρισμό του από το πέτρωμα στο οποίο βρισκόταν και αργότερα από άλλους παράγοντες. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι στο πίσω μέρος της οδοντοστοιχίας είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται τρία δόντια τα οποία δεν πρόλαβαν να κάνουν την εμφάνισή τους, αφού το ζώο στο μεταξύ πέθανε. Στις ακτινογραφίες διακρίνονται και τα φθαρμένα δόντια που θα έδιναν τη θέση τους στα καινούργια.
Η ανακάλυψη των νέων δοντιών που έβγαζε ο δεινόσαυρος δεν είναι στην προκειμένη περίπτωση το σημαντικό της όλης υπόθεσης. Αυτό που χαιρέτισε η επιστημονική κοινότητα είναι η νέα μέθοδος εξέτασης των απολιθωμάτων, η οποία αναμένεται να προσφέρει πολύ πιο ενδιαφέρουσες και σημαντικές πληροφορίες για απολιθώματα από εδώ και στο εξής.
Ο άγνωστος Μεγαράπτορας
Στα τέλη Αυγούστου ανακαλύφθηκαν στην Αργεντινή τα απολιθώματα ενός άγνωστου είδους δεινοσαύρου που ανήκε στην οικογένεια των Βελοσιραπτόρων. Οι Βελοσιράπτορες, οι οποίοι χωρίζονταν σε διάφορα είδη, ήταν μικρόσωμοι αλλά ταχύτατοι και ευέλικτοι σαρκοβόροι δεινόσαυροι που κυνηγούσαν συνήθως σε αγέλες. Τα τελευταία χρόνια ορισμένα ευρήματα έχουν υποδείξει την ύπαρξη και μεγαλύτερων σε μέγεθος ειδών, τα οποία οι ειδικοί ονόμασαν Μεγαράπτορες. Διεθνής ομάδα επιστημόνων με δημοσίευσή της στην επιθεώρηση «PLoS ONE» αναφέρει ότι το νέο είδος, που ονομάστηκε Murusraptor barrosaensis, ήταν Μεγαράπτορας και ίσως από τους μεγαλύτερους. Ζούσε πριν από περίπου 80 εκατ. χρόνια και έφτανε σε μήκος τα 7 μέτρα. Ο M. barrosaensis είχε μακριά άνω άκρα τα οποία έμοιαζαν και λειτουργούσαν σαν δρεπάνια, ενώ διέθετε μια μεγάλη οδοντοστοιχία πριονωτών δοντιών, πολλά εκ των οποίων ξεπερνούσαν σε μήκος τα 8 εκατοστά. Παρά το μέγεθός του οι ερευνητές εκτιμούν ότι ήταν ιδιαίτερα ταχύς και επίμονος στο κυνήγι. Αυτό σημαίνει ότι ήταν μια πραγματική φονική μηχανή που δύσκολα της ξέφευγε κάποιο θήραμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ