Αν υπάρχει κάτι που έχουν κατανοήσει και ενσωματώσει στον τρόπο σκέψης τους από την έκβαση του ελληνικού προβλήματος τόσο οι ηγέτες των κρατών-μελών όσο και η γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αυτό είναι ότι οι λύσεις σε κρίσεις τέτοιου βεληνεκούς βρίσκονται την ύστατη ώρα, όταν τα διλήμματα καθίστανται ως και υπαρξιακά, ενώ ο φόβος της αποτυχίας βαραίνει στις επιλογές όλων. Η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το Brexit ακολουθεί ακριβώς το ίδιο μοτίβο – με την απαραίτητη φυσικά δόση εσωτερικής πολιτικής. Το διαζύγιο της Βρετανίας από την ΕΕ τον προσεχή Μάρτιο έχει μεταφέρει στον πυρήνα της συζήτησης όχι μόνο τις επιπλοκές της υπόθεσης του βορειοϊρλανδικού συνόρου, αλλά και τις λεπτές ισορροπίες του βρετανικού πολιτικού συστήματος. Θα κοπεί ο «γόρδιος δεσμός» ή το σενάριο ενός άτακτου Brexit, ακόμη και ενός «Brexit άνευ συμφωνίας» θα πυροδοτήσει τις συνέπειες που όλοι σήμερα απεύχονται;

Η απόφαση των «27»

Οσοι ανέμεναν ότι η Σύνοδος Κορυφής του Οκτωβρίου θα ήταν αυτή που θα άνοιγε τον δρόμο προς τη λύση διαψεύστηκαν οικτρά. Οχι μόνο δεν προέκυψε κάποια θετική είδηση, αλλά οι «27» αποφάσισαν να μην προχωρήσουν ούτε σε σύγκληση κάποιας έκτακτης συνόδου για τον Νοέμβριο, ώστε να βρεθεί εκεί το πολυπόθητο deal και να υπογραφεί η Συμφωνία Αποχώρησης. Πλέον, τα βλέμματα στρέφονται προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου, αν και με τις αλλεπάλληλες ανατροπές ουδείς μπορεί να είναι βέβαιος. Η μόνη σίγουρη πρόβλεψη είναι ότι η κλεψύδρα τρέχει πολύ γρήγορα πια. Τόσο γρήγορα που η Γερμανία και η Γαλλία έχουν αρχίσει μάλιστα να ετοιμάζουν εναλλακτικά σχέδια για το ενδεχόμενο μη συμφωνίας. Η Ανγκελα Μέρκελ το παραδέχθηκε μιλώντας στο Μπούντεσταγκ πριν από την αναχώρησή της για τις Βρυξέλλες, ενώ στη Γαλλία έχει ήδη δημοσιοποιηθεί σχετικό σχέδιο νόμου.
Η Τερέζα Μέι έκανε μια 15λεπτη παρουσίαση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της οποίας δεν προσέφερε τίποτε καινούργιο. Είχε προηγηθεί μια 45λεπτη τετ α τετ συνάντησή της με τον Ντόναλντ Τουσκ, στην οποία, σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο που ενημέρωσε δημοσιογράφους λίγο αργότερα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου εξέφρασε τη λύπη του επειδή οι συνομιλίες δεν έχουν προχωρήσει όπως οι δύο πλευρές θα επιθυμούσαν. Η βρετανή πρωθυπουργός επιχείρησε να εμφανιστεί αισιόδοξη, αλλά οι συνομιλητές της δεν συμμερίζονταν αυτή την αισιοδοξία. «Δεν έφερε μαζί της καμία νέα πρόταση» ήταν μια φράση που ακούστηκε από τα χείλη πολλών. Ευρωπαίοι διπλωμάτες αλλά και τρία στελέχη εθνικών αντιπροσωπειών επιβεβαίωναν αυτό που είχε ήδη προαναγγελθεί πριν από την έναρξη των εργασιών της Συνόδου Κορυφής. Στο τραπέζι αυτή τη στιγμή βρίσκεται μια πρόταση για την επέκταση της μεταβατικής περιόδου μετά το διαζύγιο του Μαρτίου 2019, που σήμερα είναι 21 μήνες με βάση το προσχέδιο της Συμφωνίας Αποχώρησης, ώστε να δοθεί περισσότερος χρόνος για την υπογραφή μιας νέας εμπορικής συμφωνίας ΕΕ – Βρετανίας.

Η δικλίδα ασφαλείας

Αυτός ο ελιγμός θεωρείται πλέον αναγκαίος ώστε να ξεπεραστεί ο σκόπελος του βορειοϊρλανδικού συνόρου και να εγκριθεί το περιβόητο πλέον «backstop» (δικλίδα ασφαλείας), που ζητούν οι Ευρωπαίοι ώστε να αποφευχθεί η επαναφορά συνοριακών και τελωνειακών ελέγχων μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας (που ανήκει στο Ηνωμένο Βασίλειο) και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας (που είναι μέλος της ΕΕ). Η δικλίδα ασφαλείας θα επιτρέπει την παραμονή της Βόρειας Ιρλανδίας εντός τελωνειακής ένωσης. Για να ενεργοποιηθεί όμως πρέπει να βγει το διαζύγιο. Και αυτό καθυστερεί. Παράλληλα, η επέκταση δεν θα είναι χωρίς περιπλοκές. Η Βρετανία θα πρέπει να συνεχίσει να αποδέχεται τους κοινοτικούς κανόνες, ενώ θα πρέπει και να συνεχίσει να καταβάλλει χρήματα στον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Το θετικό σημείο των συζητήσεων ήταν ότι η κυρία Μέι εμφανίστηκε θετική σε μια χρονική επέκταση της μεταβατικής περιόδου. Με δεδομένες τις αρνητικές εξελίξεις του τελευταίου γύρου διαπραγματεύσεων σε τεχνικό επίπεδο στις Βρυξέλλες αλλά και της κακής ατμόσφαιρας που προκλήθηκε στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας (εκεί όπου η κυρία Μέι εξόργισε τους πάντες, λέγοντας ουσιαστικά ότι αν δεν γίνει δεκτό το επονομαζόμενο Σχέδιο Chequers, που προέκυψε από τη συνάντηση στην ομώνυμη πρωθυπουργική εξοχική κατοικία, δεν θα βρεθεί λύση), ακόμη και αυτή η είδηση χαρακτηρίζεται ως καλή. Ιδιαίτερα οι τεχνικές συνομιλίες και η αποτυχία τους υπήρξαν αποκαλυπτικές της δυσκολίας να ξεπεραστούν τα πολιτικά εμπόδια. Το υψηλότερο όλων δεν είναι άλλο από τη «δικλίδα ασφαλείας» για την Ιρλανδία, που δεν επέτρεψε να βρεθεί μια συμφωνία ανάμεσα στην ομάδα του ευρωπαίου διαπραγματευτή Μισέλ Μπαρνιέ και εκείνης του βασικού συμβούλου της κυρίας Μέι για το Brexit, του Ολι Ρόμπινς.

Φόβος εξέγερσης

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν προκύψει και τις οποίες η ομάδα του κ. Μπαρνιέ παρουσίασε σε έκτακτη συνεδρία των Μονίμων Αντιπροσώπων, η βρετανική πλευρά δεν μπορούσε να δεσμευθεί για οτιδήποτε υπό τον φόβο εξέγερσης εναντίον της κυρίας Μέι εντός του Υπουργικού Συμβουλίου. Το σημείο-κλειδί ήταν μια πρόταση που είχε καταθέσει η ΕΕ για μια «δικλίδα ασφαλείας επί της δικλίδας ασφαλείας» που θα διασφάλιζε τη συνέχιση της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων στο έδαφος της Βόρειας Ιρλανδίας. Τα δύο ζητήματα που απασχολούσαν το Λονδίνο ήταν αν η «δικλίδα ασφαλείας» θα ήταν προσωρινή ή χωρίς ημερομηνία λήξεως, καθώς και η ανησυχία για τη δημιουργία συνόρου στη Θάλασσα της Ιρλανδίας. Κοινοτικές πηγές με γνώση των διαμειφθέντων τόνιζαν ότι το βράδυ της Παρασκευής 12 Οκτωβρίου «ήμασταν πεπεισμένοι ότι αν μπορούσαμε να βρούμε το κατάλληλο λεκτικό για να εκφράσουμε αυτή την ιδέα, θα μπορούσαμε να το κάνουμε». Λογάριαζαν όμως χωρίς τον… ξενοδόχο, στην προκειμένη περίπτωση τους σκληρούς οπαδούς του Brexit τόσο στη Βουλή των Κοινοτήτων όσο και εντός της κυβέρνησης Μέι.

Τα πάντα θα κριθούν στο νήμα

Το πρωί της Κυριακής 14 Οκτωβρίου ο Ολι Ρόμπινς μετέφερε στους συνομιλητές του ότι επτά ως και εννέα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του υπουργού με αρμοδιότητα το Brexit, Ντόμινικ Ραμπ, είχαν προειδοποιήσει με εξέγερση εναντίον της πρωθυπουργού. Ο κ. Ραμπ κατέφθασε στις Βρυξέλλες για να συναντηθεί με τον κ. Μπαρνιέ το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ζητώντας περισσότερες διευκρινίσεις επί της Συμφωνίας Αποχώρησης. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι η βρετανή πρωθυπουργός πιέστηκε ασφυκτικά, συμπληρώνουν οι ίδιες πηγές, καθώς η ίδια είχε εμφανιστεί πρόθυμη να αποδεχθεί μια τελωνειακή διευθέτηση σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο, άρα και στη Βόρεια Ιρλανδία, χωρίς χρονικό όριο λήξης.
Το «φάντασμα» μιας επέκτασης της τελωνειακής ένωσης χωρίς σαφή χρονικό όριο λήξης οδήγησε, κατά τις ίδιες πηγές, τρεις με τέσσερις υπουργούς (του κ. Ραμπ συμπεριλαμβανομένου) να απειλήσουν με παραίτηση, ενώ άλλα «μεγάλα ονόματα», όπως π.χ. ο Μάικλ Γκόουβ, επίσης εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους. Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, η ομάδα των σκληρών ευρωσκεπτικιστών απείλησε την πρωθυπουργό με συζήτηση επί ψήφου εμπιστοσύνης, την οποία αν η Τερέζα Μέι έχανε τότε η θέση της θα ετίθετο εν αμφιβόλω. Και πλέον υπάρχει και μια πολύ πιο σοβαρή προσωπικότητα (ιδιαίτερα σε σχέση με τον Μπόρις Τζόνσον) που θα μπορούσε να την αμφισβητήσει, ο Ντέιβιντ Ντέιβις. Αντιλαμβανόμενη τις προκλήσεις, η κυρία Μέι έβαλε την όπισθεν και πλέον τα πάντα θα κριθούν στο νήμα.