«Η κατάσταση θα χειροτερέψει προτού χειροτερέψει ακόμα περισσότερο» εκτίμησε ο αμερικανός βετεράνος διπλωμάτης και μεσολαβητής Ααρον Μίλερ καθώς ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο επεξεργάζονταν το σχέδιο αντιποίνων για την επίθεση φιλοϊρανικής οργάνωσης εναντίον αμερικανικής «μυστικής» βάσης στην Ιορδανία.

Το πρώτο κύμα των αμερικανικών επιθέσεων πραγματοποιήθηκε χθες, ξημερώματα Σαββάτου, με αεροπορικές επιδρομές σε επτά τοποθεσίες στο Ιράκ και στη Συρία, σε βάσεις των Φρουρών της Ιρανικής Επανάστασης και φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών. Οι στόχοι επιλέχθηκαν προσεκτικά για να αποφευχθούν παράπλευρες απώλειες αμάχων ανακοίνωσε το Πεντάγωνο, ενώ ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν τόνισε ότι αυτό ήταν μόνο η αρχή. «Ολοι όσοι θέλουν να μας βλάψουν πρέπει να γνωρίζουν ότι η Αμερική θα απαντήσει» πρόσθεσε.

Σχεδόν 170 επιθέσεις είχαν ήδη πραγματοποιηθεί σε αμερικανικές εγκαταστάσεις στη Μέση Ανατολή από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα. Ωστόσο ο βομβαρδισμός με drone της προκεχωρημένης βάσης «Πύργος 22» σε στρατηγική τοποθεσία στην έρημο (κοντά στο τριεθνές σύνορο Ιορδανίας, Συρίας, Ιράκ), την περασμένη Κυριακή, ήταν ο πιο αιματηρός. Σκότωσε τρεις στρατιώτες και τραυμάτισε περισσότερους από τριάντα, διαχέοντας ταυτόχρονα τον πόλεμο στις οθόνες και στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ. Καθώς οι Ρεπουμπλικανοί αξίωναν ακόμα και τον άμεσο βομβαρδισμό της Τεχεράνης, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν προέκρινε μια απάντηση «σε πολλά επίπεδα και σε βάθος χρόνου», χωρίς, φυσικά, να δώσει άλλα στοιχεία. Η Ουάσιγκτον διεμήνυσε ότι προτεραιότητα αποτελούν οι φιλοϊρανικές εξτρεμιστικές οργανώσεις στο Ιράκ και στη Συρία (τις οποίες έχει ήδη πλήξει η αμερικανική πολεμική μηχανή, αν και σε μικρή κλίμακα), καθώς και οι αντάρτες Χούθι, που συνεχίζουν τις επιθέσεις εναντίον εμπορικών και πολεμικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα. Πρόθυμη να αποστείλει αεροπλανοφόρο στην περιοχή δήλωσε η Βρετανία, ενώ η ΕΕ σχεδιάζει δική της ναυτική αποστολή, προφανώς σε συντονισμό με τις ΗΠΑ.

«Δεν χρειαζόμαστε έναν ευρύτερο πόλεμο στη Μέση Ανατολή» δήλωσε ο πρόεδρος Μπάιντεν, σημειώνοντας όμως ότι το Ιράν προμήθευσε τον οπλισμό για την επίθεση στην αμερικανική βάση. Το καθεστώς της Τεχεράνης αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή, δήλωσε ότι δεν επιθυμεί τον πόλεμο αλλά είναι έτοιμο να απαντήσει. Η καθυστέρηση εκδήλωσης των αμερικανικών αντιποίνων έδωσε πολύτιμο χρόνο στις σιιτικές οργανώσεις του Ιράκ και της Συρίας ώστε να προφυλάξουν ανώτερα στελέχη και οπλισμό, ενώ μία από αυτές, οι Ταξιαρχίες της Χεζμπολάχ, ανακοίνωσε ότι σταματά τις επιθέσεις κατά Αμερικανών «για να μη φέρει σε δύσκολη θέση» την κυβέρνηση της Βαγδάτης.

Πιέσεις σε Νετανιάχου

Αποφεύγοντας ένα άμεσο πλήγμα κατά της Τεχεράνης, που πιθανότατα θα οδηγούσε σε περιφερειακό πόλεμο, ο Λευκός Οίκος ενέτεινε ταυτόχρονα τις πιέσεις στον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος εμφανίζεται αμετακίνητος στη συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας, την ώρα που συνεχίζεται το παζάρι για τους ισραηλινούς ομήρους της Χαμάς. Ενα σενάριο προβλέπει την απελευθέρωση 35 γυναικών και ανδρών που δεν είναι στρατιωτικοί με αντάλλαγμα μια κατάπαυση πυρός 35 ημερών και σταδιακή απελευθέρωση παλαιστινίων κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές. Ο Νετανιάχου επιμένει ότι δεν θα αφήσει ελεύθερους «τρομοκράτες» και ότι το Ισραήλ θα διατηρήσει τον έλεγχο της ασφάλειας σε όλα τα εδάφη από τον ποταμό Ιορδάνη ως τη Μεσόγειο.

Στο πλαίσιο των πιέσεων (και σε μια χειρονομία προς τα αραβικά καθεστώτα), πρώτα η Ουάσιγκτον και κατόπιν το Λονδίνο έκαναν λόγο για ταχύτατη προώθηση της αναγνώρισης ενός «ανεξάρτητου, αποστρατιωτικοποιημένου, βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους στη Δυτική Οχθη και στη Λωρίδα της Γάζας». Το νέο «δόγμα Μπάιντεν», όπως το περιέγραψε ο Τόμας Φρίντμαν στους «New York Times», προβλέπει επίσης τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας, καθώς και μέτρα στρατιωτικής αποτροπής της ιρανικής απειλής.

Στον αραβικό κόσμο είναι έκδηλη η δυσπιστία για τις αμερικανικές προθέσεις και διάχυτη η εντύπωση πως οι ΗΠΑ κερδίζουν χρόνο για λογαριασμό του Ισραήλ. Υστερα από τέσσερις μήνες πολέμου, η εικόνα της ανθρωπιστικής καταστροφής στη Λωρίδα της Γάζας (27.000 παλαιστίνιοι νεκροί, 8.000 αγνοούμενοι, 66.000 τραυματίες, 9 στους 10 κατοίκους εκτοπισμένοι) συμπληρώνεται από την εκτίμηση της UNICEF για 17.000 ασυνόδευτα παιδιά.

Eντάσεις και εντός Ισραήλ

Ωστόσο οι πιέσεις στον Νετανιάχου μεγαλώνουν και στο εσωτερικό. Από τη μια πλευρά, οι φανατικοί εθνικιστές και ακροδεξιοί εταίροι του απειλούν ότι θα ρίξουν την κυβέρνηση (και τον ίδιο από την πρωθυπουργία) εάν συμφωνήσει σε κατάπαυση πυρός χωρίς να επιτευχθούν οι διακηρυγμένοι στόχοι. Από την άλλη, ο αρχηγός της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ δηλώνει ότι θα μπορούσε να προσφέρει «δίχτυ ασφαλείας» στον πρωθυπουργό εφόσον απαλλαγεί από την Ακροδεξιά.