Στις αρχές του έτους οικονομολόγοι προέβλεπαν ότι η Γερμανία θα έβγαινε από το τούνελ της κρίσης που είχε προκαλέσει η πανδημία και ανέμεναν αλματώδη ανάπτυξη της οικονομίας της. Η νεόκοπη κυβέρνηση είχε έρθει με ορμή και διάθεση για σημαντικές μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις στο Δημόσιο, φιλόδοξες πολιτικές για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.

Σύντομα, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί ανατράπηκαν και το γερμανικό θαύμα, το οποίο στηρίχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στη φθηνή ρωσική ενέργεια, μετατράπηκε σε γερμανική δυστοπία: ύφεση, ενεργειακή ανασφάλεια, άνοδος της Ακροδεξιάς, πολιτική αναταραχή.

Το σκηνικό προϊδεάζει για ακόμη δυσκολότερες μέρες στις οποίες ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς προέτρεψε τους συμπατριώτες του να μείνουν ενωμένοι. Ενα κλίμα που αποτυπώθηκε και στους εορτασμούς για την 32η επέτειο της επανένωσης της Γερμανίας στις 3 Οκτωβρίου.

Η χώρα που υπήρξε σύμβολο της διαίρεσης του κόσμου σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα επανέρχεται σε υπαρξιακούς φόβους, όπως η πυρηνική απειλή, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί σκιές στην «ακτινογραφία» της Γερμανίας σήμερα.

Πιο δύσκολες πια οι συνεννοήσεις

Η Γερμανία έχει παραδοσιακά μια κεντρώα πολιτική κουλτούρα που βασίζεται στη συναίνεση. Ετσι, παρά τις ευρείες ιδεολογικές διαφορές, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) υπό τον Σολτς κατάφεραν να σχηματίσουν με σχετική ευκολία κυβέρνηση με το Φιλελεύθερο Κόμμα (FDP) υπό τον Κρίστιαν Λίντνερ και τους Πράσινους (Grüne) με συμπροέδρους την Αναλένα Μπέρμποκ και τον Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Μετά την εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία, οι εταίροι δείχνουν πρόθυμοι να… νερώσουν περισσότερο το κρασί τους. Το SPD «ανέχτηκε» τη μαζική αύξηση των αμυντικών δαπανών, το συντηρητικό FDP συναίνεσε στις συνεχιζόμενες ελλειμματικές δαπάνες, οι Πράσινοι υποστήριξαν την προσωρινή αύξηση στη χρήση άνθρακα. Η παράταση του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο, δυσκολεύει τις συνεννοήσεις και σήμερα η αντιπαράθεση μεταξύ των εταίρων είναι σχεδόν καθημερινή.

Επίκεντρο της τελευταίας κυβερνητικής κόντρας, το ειδικό έκτακτο τέλος για το φυσικό αέριο (ύψους 2,419 λεπτά/kWh), που ενώ είχε ανακοινώσει ο Χάμπεκ στις αρχές Σεπτεμβρίου ως το εργαλείο που θα έσωζε την αγορά ενέργειας, αναγκάστηκε να το πάρει πίσω μετά τις έντονες αντιδράσεις SPD-FDP και επέβαλε τελικά ανώτατη τιμή στο αέριο.

Είχε προηγηθεί ο καβγάς Πρασίνων – Φιλελευθέρων για την παράταση λειτουργίας δύο εκ των τριών εν ενεργεία πυρηνικών σταθμών, οι οποίοι θα λειτουργήσουν όχι μέχρι τον Απρίλιο, όπως είχε εισηγηθεί ο Χάμπεκ, αλλά «για όσο χρειαστεί» όπως δήλωσε ο Λίντνερ.

Αβεβαιότητα και Ακροδεξιά

Μολονότι ο συνασπισμός θα εξαντλήσει την τετραετία όπως προβλέπουν αναλυτές, η ενδοκυβερνητική πόλωση και η ασυνεννοησία, με τα μέτρα που ανακοινώνονται τη μια μέρα να ακυρώνονται την επομένη, δημιουργούν μια εικόνα που κλονίζει την εμπιστοσύνη των Γερμανών.

Την ίδια ώρα, καθώς η κοινωνία αρχίζει να νιώθει την οικονομική πίεση, η Ακροδεξιά σπεύδει να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, διοργανώνοντας κάθε Δευτέρα στα ανατολικά κρατίδια διαδηλώσεις κατά της ακρίβειας και των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, και κερδίζει έδαφος.

Ερευνα του ινστιτούτου Insa, που δημοσίευσε η εφημερίδα «Die Welt», δείχνει ότι αν διοργανώνονταν ομοσπονδιακές εκλογές σήμερα, το ακροδεξιό AfD θα γινόταν η ισχυρότερη δύναμη στην Ανατολική Γερμανία, ενώ θα ανέβαζε σε ομοσπονδιακό επίπεδο το ποσοστό του σε 15% από 10,3% πέρυσι.

Την ίδια ώρα το SPD πέφτει στο 18% (από 25,7%), το FDP στο 8% (από 11,5%), ενώ κερδισμένοι είναι οι Πράσινοι με 19,5% (από 14,8) και οι Χριστιανοδημοκράτες-Χριστιανοκοινωνιστές (CDU/CSU) με 27,5% (από 24,1%).

Αυξανόμενες ενδείξεις ύφεσης

Η γερμανική οικονομία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ιαπωνία και η πρώτη στην ΕΕ. Σήμερα εν τούτοις, όλες οι προϋποθέσεις πάνω στις οποίες χτίστηκε το γερμανικό μοντέλο της ευημερίας απειλούνται εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης.

Η πλήρης διακοπή των εισαγωγών φυσικού αερίου από τον Nord Stream 1, αλλά και η έλλειψη υποδομών για την εισαγωγή επαρκούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) σημαίνουν ότι η Γερμανία θα μειώσει δραματικά τη χρήση φυσικού αερίου τον χειμώνα. Αυτό συνεπάγεται ότι θα εγκλωβιστεί σε σοβαρή ύφεση και πληθωρισμό.

Η Bundesbank προειδοποίησε ότι «υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ύφεσης στη γερμανική οικονομία με την έννοια μιας παρατεταμένης μείωσης της οικονομικής παραγωγής», ενώ αναμένει συρρίκνωση το τρίτο τρίμηνο και μεγαλύτερη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας το τέταρτο.

Η κατάρρευση της κατανάλωσης

Την ίδια ώρα η κατανάλωση καταρρέει. Το Ινστιτούτο GfK κατέδειξε περαιτέρω πτώση στο -36% για τον μήνα Αύγουστο, με τον ειδικό Ρολφ Μπουρκλ να δηλώνει χαρακτηριστικά ότι «ο φόβος για σημαντικά υψηλότερο κόστος ενέργειας τους επόμενους μήνες αναγκάζει πολλά νοικοκυριά να αφήσουν στην άκρη χρήματα για μελλοντικούς λογαριασμούς ενέργειας».

Στο μεταξύ, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του υπουργού Οικονομικών Λίντνερ, η κυβέρνηση είναι πιθανό να αναστείλει το συνταγματικό φρένο του χρέους για 4η συνεχή χρονιά, όπως εκτιμά το Economist Intelligence Unit.

Σφοδρές αντιδράσεις από Βρυξέλλες, που θέτουν θέμα στρέβλωσης της κοινής αγοράς

Η Γερμανία βρίσκεται «υπόλογη» απέναντι στην ΕΕ μετά την πρόσφατη ανακοίνωση πακέτου 200 δισ. ευρώ για την επιδότηση του φυσικού αερίου. Οι ευρωπαίοι εταίροι κατηγορούν το Βερολίνο ότι αδιαφορεί για τα άλλα κράτη-μέλη που δεν έχουν αντίστοιχη οικονομική ισχύ ενώ ταυτόχρονα αρνείται σχεδόν τα πάντα. Λέει όχι στο πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου και στον κοινό δανεισμό για να επιμεριστεί το βάρος της ενεργειακής κρίσης. Οι αντιδράσεις είναι σφοδρές και η Κομισιόν εγείρει θέμα στρέβλωσης της ενιαίας αγοράς.

Ενοπλες Δυνάμεις, πυρηνικοί σταθμοί και αύξηση στις εισαγωγές LNG

«Η στρατιωτική ασφάλεια πρέπει και πάλι να γίνει αντιληπτή ως το κεντρικό καθήκον αυτής της χώρας» δήλωσε πρόσφατα η υπουργός Αμυνας Κριστίν Λάμπρεχτ, ζητώντας ευρύτερη αλλαγή κουλτούρας ως συμπλήρωμα στο ειδικό ταμείο των 100 δισ. για την αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Την ίδια ώρα η ενεργειακή ασφάλεια αποτελούσε μέγα ζητούμενο, ήδη πολύ προτού οι εκρήξεις στους υποθαλάσσιους αγωγούς Nord Stream 1 και Nord Stream 2 πλήξουν ανεπανόρθωτα τη μεταφορά φυσικού αερίου προς τη Γερμανία.

Το έκτακτο σχέδιο της κυβέρνησης Σολτς περιελάμβανε επανενεργοποίηση αρκετών σταθμών παραγωγής ενέργειας από άνθρακα, αύξηση στις εισαγωγές LNG, μείωση της κατανάλωσης ενέργειας στον δημόσιο τομέα, ενώ προσφάτως μπήκαν ξανά στο παιχνίδι οι πυρηνικοί σταθμοί Ιζαρ 2 στη Βαυαρία και Νεκαρβεστχάιμ στη Βάδη-Βυρτεμβέργη.

Στα τέλη του 2022 αναμένεται να ανοίξει στο Βιλχελμσχάφεν, ο πρώτος από τους πολλούς νέους τερματικούς σταθμούς LNG, καλύπτοντας το 8,5% των αναγκών το 2023, ενώ σχεδιάζονται περισσότερες και γρηγορότερες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειες.

Ως αποτέλεσμα, η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας αναμένεται να μειωθεί σχετικά σύντομα, όμως η πλήρης μετάβαση θα διαρκέσει χρόνια, γεγονός που θα παρατείνει τις ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια ως το 2024, σύμφωνα με αναλυτές.