Ο Η.Λ. στα 15 του παραβίασε τον νόμο και χωρίς καλά-καλά να το έχει συνειδητοποιήσει βρέθηκε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, αντιμέτωπος με τις συνέπειες της πράξης του. Η ποινή που του επεβλήθη ήταν 50 ώρες κοινωφελούς εργασίας, που μεταφράστηκαν στην παροχή κηπουρικών υπηρεσιών στον Δήμο Καλαμάτας.

Αρκετό καιρό μετά, έχοντας πια εκτίσει την ποινή του και βλέποντας ένα από τα φυτά που ο ίδιος φύτεψε να μεγαλώνει, είπε στην Αγγελική Ρουμελιώτου, κοινωνική λειτουργό και επιμελήτρια ανηλίκων του Δικαστηρίου Καλαμάτας: «Αυτό το βλέπετε; Το φύτεψα εγώ και δεν χάλασε. Παίζει να είναι το πρώτο πράγμα που έπιασα και δεν το κατέστρεψα…».

«Κανένας δεν τους έχει πει ένα «μπράβο»»

Μιλώντας στο «Βήμα» η υπεύθυνη για τον 15χρονο – τότε – παραβάτη αποκωδικοποιεί τη φαινομενικά απλοϊκή φράση που, όπως λέει, θα θυμάται για πάντα.

«Πολλές φορές, κάποια παιδιά μάς λένε ότι κανένας από το περιβάλλον τους δεν έχει πει ένα «μπράβο» για κάτι που είχαν φτιάξει. Μεγάλωσαν ως μαύρα πρόβατα, χωρίς παιδικότητα» εξηγεί και αναφέρεται με συγκίνηση σε μερικά ακόμα παιδιά που επέβλεψε.

«Ηταν δύο 17χρονοι, ο Π. και ο Κ. Αφού ολοκληρώσαμε τις ώρες κοινωφελούς εργασίας που τους είχαν επιβληθεί, μου εξομολογήθηκαν ότι στη διάρκεια της «ποινής» τους για πρώτη φορά συνεργάστηκαν με κάποιον άλλον, ακούσουν τη γνώμη του, απέτυχαν αλλά επέμειναν, χωρίς να τα παρατήσουν. Αυτό, νομίζω, λέει πολλά για τα παιδιά που καταλήγουν σε εμάς».

Από την πλευρά του, ο Δημήτρης, 19 ετών σήμερα, θυμάται πως πριν από μερικά χρόνια, ανήλικος ακόμα, βρέθηκε κι αυτός στη θέση του κατηγορουμένου. Αφορμή, ένα πορτοφόλι που έκλεψε. Η ταυτοποίησή του στην επαρχιακή πόλη που ζει ήταν εύκολη υπόθεση και έτσι γρήγορα βρέθηκε στο τοπικό τμήμα και εν συνεχεία στο δικαστήριο.

«Στο δικαστήριο υποσχέθηκα ότι θα είμαι σωστός. Μου έβαλαν διπλάσιες ώρες, 100, αλλά δεν παραπονέθηκα. Εβαλα στοίχημα με τον εαυτό μου» – Δημήτρης, 19 ετών

«Είχα μπλέξει και με άλλες χαζομάρες τότε» λέει και εξιστορεί τη δική του πορεία προς τον σωφρονισμό: «Σχεδόν μετά από δύο χρόνια έγινε το δικαστήριο. Μου βάλανε 50 ώρες κοινωφελή εργασία. Η επιμελήτρια μου είχε πει ότι υπήρχε περίπτωση να δουλέψω στον Δήμο κάποιες ώρες, τζάμπα, αλλά εγώ έβρισκα πιο δίκαιο να πάρω μια επίπληξη, άντε έξι μήνες επιμέλεια… Μου έκατσε άσχημα. Η επιμελήτρια μου εξηγούσε, αλλά εγώ δεν ήθελα. Ομως, δεν της έλεγα τίποτα».

Η εργασία ξεκίνησε το καλοκαίρι, με τον Δημήτρη σταθερά απρόθυμο να δείξει συνέπεια και να αποφύγει περαιτέρω μπλεξίματα. «Ξεκίνησα μέσα Ιουλίου. Ξεκίνησα… Ας πούμε ξεκίνησα. Αργούσα, δεν πήγαινα, έφευγα νωρίτερα. Πίστευα ότι το καλοκαίρι όλα είναι χαλαρά. Ποιος θα έβλεπε αν έλειπα; Κι όμως δεν ήταν έτσι». Οι απανωτές απουσίες του ανησύχησαν την επιμελήτρια που τον καλούσε επανειλημμένα καθώς αρμοδιότητά της είναι η επίβλεψη της πιστής εφαρμογής του ωραρίου αλλά και η επίλυση τυχόν ζητημάτων.

«Από τη μία με εκνεύριζε, από την άλλη, πάλι, έδειχνε ενδιαφέρον για μένα. Ηταν η πρώτη φορά που έκανα κοινωφελή εργασία. Με τα πολλά, τελείωσα αλλά ήξερα ότι δεν ήμουν σωστός απέναντί της αλλά και ούτε και απέναντι στην προϊσταμένη στον Δήμο, η οποία ήταν εντάξει μαζί μου και δεν με αποπήρε ποτέ. Βέβαια είχε τα παράπονά της κι αυτή. Το θετικό ήταν ότι έμαθα να ξυπνάω νωρίς» συνεχίζει.

«Ηξερα ότι τα μεγάλωσα εγώ»

Ο Δημήτρης «υποτροπίασε» σύντομα. Αυτή τη φορά, ωστόσο, αντιλαμβανόμενος ότι ήταν η τελευταία του ευκαιρία, συμφώνησε εξ αρχής στην κοινωφελή εργασία. «Στο δικαστήριο υποσχέθηκα ότι θα είμαι σωστός. Μου έβαλαν διπλάσιες ώρες, 100, αλλά δεν παραπονέθηκα. Εβαλα στοίχημα με τον εαυτό μου».

Αυτή τη φορά έπρεπε να παρέχει τις υπηρεσίες του σε ένα φυτώριο. «Ο προϊστάμενος ήταν αυστηρός αλλά δίκαιος. Μου ξεκαθάρισε ότι αν έκανα αυτά που θα συμφωνούσαμε, όλα θα πήγαιναν καλά». Πράγματι, σταδιακά, η αναγκαστική εργασία μετατράπηκε σε ευχάριστη καθημερινή ρουτίνα.

«Μου άρεσαν τα μικρά φυτά στο φυτώριο. Κάθε μέρα γίνονταν όλο και μεγαλύτερα και τους αλλάζαμε γλαστράκια. Αργότερα κάποια τα είδα σε κάτι ζαρντινιέρες και ήξερα ότι τα μεγάλωσα εγώ» θυμάται. Οι σχέσεις με τον προϊστάμενό του εξελίχθηκαν από τυπικές σε φιλικές, ενώ ο χρόνος πέρασε «χωρίς να το καταλάβει».

«Ολοι οι εργαζόμενοι είχαν αρχίσει να με θεωρούν δικό τους. Τις τελευταίες μέρες ρώτησα, μάλιστα, αν θα μπορούσα να πιάσω εκεί δουλειά, αλλά δεν γινόταν. Την τελευταία ημέρα ο προϊστάμενος είπε στην επιμελήτρια να του ξαναπάει παιδιά σαν εμένα. Με ευχαρίστησε και μου είπε ότι μπορώ όποτε θέλω να περνάω».

«Κάποια παιδιά μάς λένε ότι κανένας από το περιβάλλον τους δεν έχει πει ένα “μπράβο” για κάτι που είχαν φτιάξει. Μεγάλωσαν ως μαύρα πρόβατα, χωρίς παιδικότητα» – Αγγελική Ρουμελιώτου, κοινωνική λειτουργός

Κάπως έτσι, ο Δημήτρης κατάφερε να μείνει μακριά από τις «χαζομάρες». «Ενιωσα ότι μπορώ. Βρήκα δουλειά και αργότερα άλλη μία, στην οποία πήγαινα συμπληρωματικά, όποτε με χρειάζονταν. Από Σεπτέμβρη λέω να συνεχίσω και το σχολείο και ίσως στη Β’ Λυκείου του ΕΠΑΛ να πάρω την ειδικότητα του τεχνικού φυτικής παραγωγής» καταλήγει ο 19χρονος.

Αναφερόμενη στις περιπτώσεις παιδιών όπως ο Δημήτρης, που στην – έτσι κι αλλιώς δύσκολη – εφηβεία έχασαν την πυξίδα τους, περιπλανόμενα στις ατραπούς της ήπιας παραβατικότητας, η Αγγελική Ρουμελιώτου τονίζει ότι το πιο λυπηρό είναι ότι ξεχνούν να ονειρεύονται.

«Τα όνειρα των παιδιών μάς δίνουν την πρώτη ύλη για να ξαναφτιάξουμε μαζί τους ό,τι δεν πήγε καλά στην παιδικότητά τους – με σύμπτωμα την παραβατική συμπεριφορά».

Πότε και πώς εφαρμόζεται

Στους ανήλικους παραβάτες οι οποίοι έχουν προβεί σε σοβαρά αδικήματα το μέτρο της παροχής κοινωφελούς εργασίας υποδεικνύεται ως η έσχατη επιλογή που διαθέτουν οι φορείς του ποινικού συστήματος πριν από την επιβολή της εισαγωγής τους σε κάποιο «Ιδρυμα Αγωγής Ανηλίκων».

Ορίζεται σε συνέχεια δικαστικής απόφασης μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας που πραγματοποιείται κεκλεισμένων των θυρών και αφορά ανηλίκους άνω των 15 ετών και νέους έως 25 ετών. Την εφαρμογή της κοινωφελούς εργασίας επιβλέπει ο αρμόδιος επιμελητής που διενεργεί κοινωνική έρευνα προκειμένου να αποφανθεί σχετικά με την καταλληλότερη ποινική μεταχείριση του δράστη, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ανηλίκου, τις δεξιότητες και τα ενδιαφέροντά του, αλλά και τη φύση της παραβατικής του πράξης.

Τέλος, στην έκδοση της τελικής πρότασης περιλαμβάνεται ο φορέας απασχόλησης, το είδος της παρεχόμενης εργασίας αλλά και το σύνολο των ωρών, «οι οποίες δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις 150, ως το ανώτατο όριο για τις πλημμεληματικές πράξεις, και τις 180 ως το ανώτατο όριο για τις κακουργηματικές» εξηγεί στο «Βήμα» ο Γιώργος Καρβελάς, κοινωνικός λειτουργός και επιμελητής της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής Χαλκίδας.

Οι ανήλικοι απασχολούνται σε υπηρεσίες καθαριότητας πόλεων και ακτών, κηπουρικές εργασίες, δασοπυρόσβεση ή αναδάσωση, ενώ δύνανται να παρέχουν υπηρεσίες σε ιδρύματα κωφαλάλων, τυφλών ή ατόμων με ειδικές ανάγκες. Φορείς στους οποίους μπορούν να προσφέρουν επίσης τις υπηρεσίες τους είναι οι ΟΤΑ αλλά και λοιπές υπηρεσίες του κράτους και μη κερδοσκοπικά κοινωφελή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.

«Είναι εξαιρετικά βοηθητικό για έναν επιμελητή να εφαρμόζει το αναμορφωτικό μέτρο της κοινωφελούς εργασίας με έναν ανήλικο με ενδιαφέροντα και στόχους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα παιδί που έκανε μαθητεία στο συνεργείο του δήμου και συνέχισε στο ίδιο αντικείμενο την κοινωφελή εργασία ως μέρος της πρακτικής εκπαίδευσής του» υπογραμμίζει ο έμπειρος κοινωνικός λειτουργός και επιμελητής ανηλίκων.

Η κοινωφελής εργασία στην Ελλάδα

(Αφορά ανηλίκους άνω των 15 ετών και νεαρά άτομα 18-25 ετών)

Ωρες κοινωφελούς εργασίας:

  • Ανώτατο όριο για πλημμεληματικές πράξεις: 150 ώρες
  • Ανώτατο όριο για κακουργηματικές πράξεις: 180 ώρες

Παρεχόμενες υπηρεσίες:

  • Υπηρεσίες καθαριότητας
  • Κηπουρικές εργασίες
  • Δασοπυρόσβεση ή αναδάσωση
  • Συνδρομή σε ιδρύματα κωφαλάλων, τυφλών ή ατόμων με ειδικές ανάγκες

Φορείς απασχόλησης:

  • Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός
  • Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς
  • Εθνικός Οργανισμός Πρόνοιας
  • Δήμοι
  • Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης
  • Νομικά Πρόσωπα του Δημοσίου
  • Μη Κερδοσκοπικά Κοινωφελή Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου