Οταν ο Τζιοβάνι Βέρι (Giovanni Verri) εξετάζει ένα αρχαίο ελληνικό άγαλμα στο Μουσείο του Λονδίνου, από τα γνωστά κλοπιμαία του Λόρδου Ελγιν, σίγουρα δεν σκέπτεται να πειράξει την επιφάνειά του. Οταν η Ελένη Αγγελακοπούλου σκαρφαλώνει έως κάποια ακραία εσωτερική γωνία του Παρθενώνα, μαυρισμένη από το πέρασμα των αιώνων, επίσης δεν της περνάει από το μυαλό να «καθαρίσει» τη σκοτεινιασμένη πλέον μαρμάρινη επιφάνεια. Τι κοινό έχουν όμως και οι δυο τους;

Ξεκίνησαν με ειδικότητες άλλες από την Αρχαιολογία, αλλά τελικά έφτασαν να ασχολούνται, μάλλον διά βίου, με αντικείμενα σχετικά με τον αρχαίο κόσμο. Φυσικός και επιστήμονας συντήρησης στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο ο Τζιοβάνι, χημικός-μηχανικός και επιβλέπουσα στις εργασίες συντήρησης στην Ακρόπολη η Ελένη, οι εργασίες τους έρχονται να συμπληρώσουν (χάρη στην αξιοποίηση των σύγχρονων τεχνολογιών) τις γνώσεις μας για τα χρώματα των αρχαίων μαρμάρων.

Η επίμαχη δημοσίευση

Η πρόσφατη δημοσίευση στο περιοδικό «Antiquity», σχετική με την πολύχρονη εργασία του Τζιοβάνι Βέρι για τα ίχνη χρωστικών ουσιών επάνω στα κλοπιμαία ελληνικά αγάλματα από το αέτωμα του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, προκάλεσε αίσθηση, με κάποιους κυματισμούς να φτάνουν έως και την Αθήνα.

Το ΒΗΜΑ-Science αναζήτησε τον κ. Βέρι ύστερα από δημοσιεύματα που τον έκαναν σχεδόν συνεργό τάχα στις δολοπλοκίες του Βρετανικού Μουσείου. Εκείνος επέμενε πως αυτή την εποχή είχε πολλή δουλειά, επιμείναμε και εμείς, και τελικά συμφώνησε να απαντήσει στα ερωτήματά μας με πρώτο το γιατί δημοσιεύτηκε τώρα στο περιοδικό «Antiquity» η εργασία του για τα χρώματα των κλεμμένων από την Ελλάδα αγαλμάτων του Βρετανικού Μουσείου, αφού χρονολογείται από το 2014-2019.

«Η εργασία αυτή έχει αρχίσει ακόμη πιο πριν, από το 2008. Και συνεχίζεται ακόμη! Οταν κοιτάζω αρχαιότητες, ψάχνω για στοιχεία που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην περαιτέρω ερμηνεία τους. Για παράδειγμα, στοιχεία που βρήκαμε στον Παρθενώνα. Ο Παρθενώνας είναι ένα διαγενεακό έργο και η γοητεία του δεν θα πάψει ποτέ να μας τραβάει προς αυτό. Είναι τιμή και προνόμιο η ευκαιρία να προσθέσεις ένα κομμάτι στο παζλ. Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να επεξεργαστούμε το αποτέλεσμα και να επιχειρήσουμε μια πρώτη ερμηνεία που πήγε πέρα από την απλή αναφορά της παρουσίας χρωστικής. Επιπλέον, η κριτική και οι διορθώσεις, η διαδικασία των ακαδημαϊκών δημοσιεύσεων γενικότερα μπορεί να πάρουν χρόνο. Στην πραγματικότητα η εργασία υποβλήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2021, έγινε δεκτή τον Νοέμβριο 2022 και τελικά δημοσιεύτηκε στις 11 Οκτωβρίου του 2023».

Αγαλμάτων χρώμα

Ο ιταλικής καταγωγής επιστήμονας δηλώνει «πολύ παθιασμένος με το αρχαίο χρώμα, γι’ αυτό και συνεχίζω να εργάζομαι σε αυτόν τον χώρο. Αυτή τη στιγμή δουλεύω με τις συλλογές στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο. Είχα επίσης το προνόμιο να συμμετέχω σε έργα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των Μουσείων Βόλου και Βεργίνας».

Στην εργασία που δημοσιεύτηκε στο «Antiquity» γράφτηκε ότι «τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης ανοίγουν νέες ερμηνείες για τον ρόλο και τη σημασία του Παρθενώνα στην ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής ιστορίας της τέχνης. Χάρη στη «νέα τους εμφάνιση» (δηλαδή την έγχρωμη) μπορούμε να επανεξετάσουμε την τρέχουσα κατανόηση των Γλυπτών. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο Παρθενώνας ήταν εν μέρει ή πλήρως η έμπνευση για ένα ευρύτερο ενδιαφέρον για τη χρήση της πλούσιας και κομψής πολύχρωμης γλυπτικής».

Τότε όμως γεννάται το ερώτημα: Γιατί δεν υπήρξε συνέχεια από άλλους καλλιτέχνες αν επρόκειτο στ’ αλήθεια για μια νέα τάση; Απαντώντας σε αυτό ο κ. Βέρι υποστηρίζει πως «ο Παρθενώνας και η γλυπτική του ήταν έμπνευση για τους μεταγενέστερους καλλιτέχνες. Βλέπουμε πλούσια και περίτεχνη πολυχρωμία στις μεταγενέστερες κλασικές και ελληνιστικές περιόδους. Υπάρχουν υπέροχα παραδείγματα σε πολλά μουσεία της Ελλάδας. Για παράδειγμα, μπορώ να σκεφτώ κάτι που κόβει την ανάσα, τις όμορφα ζωγραφισμένες «πλαστικές» ληκύθους στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και σε άλλα μουσεία».

Αποκαλυπτική τεχνική

Επειδή σε εκείνον αποδίδεται η ιδέα να χρησιμοποιήσει την τεχνική VIL (Visible-induced Infrared Luminence) για να εκμαιεύσει την ένδειξη παρουσίας του «αιγυπτιακού μπλε» χρώματος, τον ρωτήσαμε για το πώς περίπου γίνεται αυτό: «Η απεικόνιση VIL λειτουργεί ρίχνοντας ένα πράσινο ή κόκκινο φως στο αιγυπτιακό μπλε. Η μπλε χρωστική ουσία απορροφά το φως και το εκπέμπει ξανά ως υπέρυθρη ακτινοβολία, η οποία είναι αόρατη με γυμνό μάτι, αλλά μπορεί να καταγραφεί από μια ψηφιακή κάμερα. Η εκπομπή από το αιγυπτιακό μπλε είναι αρκετά ισχυρή για να αποκαλυφθούν σωματίδια τόσο μικρά που διαφορετικά δεν φαίνονται. Οι ιδιότητες φωταύγειας του αιγυπτιακού μπλε είναι γνωστές τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990. Ανέπτυξα τον τρόπο λήψης εικόνων αυτής της φωταύγειας για να χαρτογραφήσω πώς κατανέμεται η χρωστική σε μια επιφάνεια. Η χρήση αυτής της απεικόνισης είναι σημαντική γιατί μπορεί να αποκαλύψει διαφορετικά αόρατα σχέδια σε αρχαία γλυπτά και πίνακες, που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε καλύτερα πώς οι αρχαίοι ζωγράφοι δημιούργησαν τα αριστουργήματά τους».

Το αιγυπτιακό μπλε

Λογικό είναι επομένως να ρωτήσει κάποιος «και γιατί χρησιμοποιούσαν τόσο συχνά το αιγυπτιακό μπλε για τα πάντα;». Οπως εξηγεί: «Το αιγυπτιακό μπλε είναι ένα πολύ ευέλικτο χρώμα. Θα μπορούσε να εξυπηρετήσει μια ποικιλία λειτουργιών, ακόμη και όταν το μπλε δεν είναι άμεσα ορατό. Για παράδειγμα, σίγουρα χρησιμοποιήθηκε για τη ζωγραφική μπλε αντικειμένων, όπως η θάλασσα, αλλά και αναμειγνύεται με άλλα χρώματα για να δημιουργήσει μια ποικιλία αποχρώσεων, από μοβ έως πράσινο. Ακόμη και για να κάνει νατουραλιστικούς τόνους δέρματος, όπου λίγο γαλάζιο κρίθηκε απαραίτητο για να επιτευχθεί ένα πειστικό χρώμα δέρματος όσων εκπροσωπούνται. Ωστόσο, η αντίληψή μας για τη «δημοφιλία» της χρήσης του αιγυπτιακού μπλε μπορεί τουλάχιστον εν μέρει να παραμορφώνεται από το γεγονός ότι μπορούμε να το εντοπίσουμε τόσο εύκολα με την απεικόνιση VIL. Αλλες χρωστικές ουσίες δεν εντοπίζονται τόσο εύκολα και νομίζω ότι αν μπορούσαμε να τις εντοπίσουμε, πιθανότατα θα τις βρίσκαμε πιο συχνά από ό,τι τώρα. Λέγοντάς μας διαφορετικές ιστορίες».

Και η τελευταία ερώτηση είχε να κάνει με το πόσο καλά γνωρίζουμε τελικά τον τρόπο εφαρμογής του χρώματος στην αρχαιότητα. Η απάντηση ήταν η εξής: «Σχεδόν τίποτα δεν είναι γνωστό για το συνδετικό υλικό, το υλικό που χρησιμοποιείται για να διατηρεί τα σωματίδια χρωστικής μαζί. Επομένως, είναι δύσκολο να πούμε πώς οι ζωγράφοι θα χρησιμοποιούσαν τις διαφορετικές επιφάνειες. Δεδομένης της εξαιρετικής προσοχής για όλες τις λεπτομέρειες, μπορούμε να υποθέσουμε ότι χρησιμοποίησαν όλες τις διαφορετικές επιφάνειες στο μέγιστο αποτέλεσμα. Δεν γνωρίζουμε αν όλες οι επιφάνειες ήταν βαμμένες, επομένως πρέπει να διατηρήσουμε τις επιλογές μας ανοιχτές μέχρι να γίνουν διαθέσιμα νέα στοιχεία».

Επιβεβαίωση ελληνικών ερευνών

Η μελέτη του Βέρι στην πραγματικότητα επιβεβαίωσε αυτά που έχουν δείξει και οι πολυετείς έρευνες της Ελένης Αγγελακοπούλου, οι οποίες συνεχίζονται. «Η έρευνα για την πολυχρωμία του Παρθενώνα και των υπόλοιπων μνημείων της Ακρόπολης συνεχίζεται. Προς το παρόν έχει ολοκληρωθεί η μελέτη των δυτικών γείσων (σ.σ.: δημοσίευση που είχε παρουσιάσει το ΒΗΜΑ-Science πριν από έναν χρόνο), ενώ η μελέτη στις δυτικές μετώπες είναι προς δημοσίευση. Στο άμεσο μέλλον θα ολοκληρωθεί η μελέτη της πολυχρωμίας των δυτικών τριγλύφων καθώς και η χρονολόγηση του κεριού μέλισσας» είπε μιλώντας στο ΒΗΜΑ-Science η κυρία Ελένη Αγγελακοπούλου.

Η χρήσιμη «σκουριά»

Εχοντας αναρριχηθεί μέχρι τα απώτατα σημεία του Παρθενώνα και της υπόλοιπης Ακρόπολης, γιατί είναι επιβλέπουσα στις εργασίες συντήρησης αλλά και από προσωπικό ενδιαφέρον, λέει με σιγουριά ότι «στην περίπτωση των μνημείων αυτών, σε πολλά σημεία τα αρχαία χρωματικά στρώματα σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση κάτω από κρούστες πατίνας και επικαθίσεων. Φαίνεται δηλαδή ότι έμμεσα προστάτευσαν και διατήρησαν τα χρώματα της κλασικής εποχής. Η συγκεκριμένη παρατήρηση όμως δείχνει και το πόσο φειδωλοί θα πρέπει να είμαστε σήμερα όσον αφορά την εφαρμογή επεμβάσεων καθαρισμού σε μνημεία και σε γλυπτά. Ειδικά στην περίπτωση των όσων συνήθως εκτίθενται σε εξωτερικό περιβάλλον, ο καθαρισμός των επιφανειών τους θέλει σκέψη διότι οι περιβαλλοντικές επιδράσεις θα συνεχίζουν να δρουν και μετά τον καθαρισμό, δημιουργώντας εκ νέου κρούστες, επικαθίσεις και πατίνες».

Αντίθετα δηλαδή με ό,τι έκαναν στο Βρετανικό Μουσείο. Οπως λέει: «Είναι απαραίτητο να έχουμε πάντα κατά νου να κρατήσουμε ανέπαφες όσο περισσότερες αρχικές επιφάνειες μπορούμε, διότι η επιστήμη και οι τεχνικές διάγνωσης-ταυτοποίησης αναπτύσσονται πλέον με ραγδαίους ρυθμούς. Επομένως κάτι που δεν μπορούμε να το διαγνώσουμε σήμερα είναι πολύ πιθανόν να μπορούμε να το διαγνώσουμε με τις τεχνολογίες του αύριο».

Σύγχρονη τεχνολογία

Με τις σημερινές τεχνολογίες πάντως απαιτείται ένα απειροελάχιστο δείγμα για να μας δώσει πληροφορίες για τη σύνθεση του υλικού. Ενδεικτικά στη φασματοσκοπία Ράμαν ένας κόκκος υλικού με διάμετρο λίγων μικρομέτρων, χιλιοστών του χιλιοστού δηλαδή, είναι αρκετός για να αποκαλύψει τη μοριακή δομή, άρα την ταυτότητα του υλικού. Τόσο μικρά δείγματα (για να μη σκεφτεί κάποιος ότι «γδέρνονται» γενναία οι επιφάνειες των μνημείων για να προκύψουν αυτά) έχουν χρησιμοποιηθεί έως τώρα για τη μελέτη της πολυχρωμίας του Παρθενώνα, παρέχοντας πληροφορίες για τις χρωστικές και τη συνδετική ύλη (από κερί μέλισσας) που έχουν χρησιμοποιηθεί από τους αρχαίους ζωγράφους. Ειδικά, η ταυτοποίηση του κεριού μέλισσας επιβεβαίωσε την εγκαυστική τεχνική ζωγραφικής των αρχαίων Ελλήνων, που αναφερόταν σε διάφορες αρχαίες πηγές.

Ομως το κερί, που νομίζουμε πως είναι υλικό από τα πιο εύκολα να εξαφανιστούν, όπως λέει, «είχε παραμείνει σε σημεία, οπότε στην έρευνα αυτή προχωρήσαμε και στη χρονολόγηση του κεριού μέλισσας. Κάτι που φαινόταν δύσκολο να γίνει στο παρελθόν, αλλά συνεργαστήκαμε με το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, γιατί διαθέτουν καινοτόμο τεχνογνωσία στην χρονολόγηση με άνθρακα-14 και επιταχυνόμενη φασματομετρία μάζας για τη χρονολόγηση αρχαίου κεριού. Λίγα χιλιοστά του γραμμαρίου από ένα χρωματικό στρώμα ήταν αρκετά για τη χρονολόγηση. Τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένονται άμεσα».

Αναγκαία η διεπιστημονική έρευνα και τα πρωτόκολλα εργασίας

Καινούργιο κρασί από παλιά βαρέλια φαίνεται πως μπορεί να προκύψει για την Ελλάδα όταν άνθρωποι από διάφορες ειδικότητες, συνδεδεμένες με τις θετικές επιστήμες, ασχολούνται με τα ευρήματα των ανασκαφών, αρκεί να τους δίδεται η δυνατότητα να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα αρχαία αντικείμενα που αποτελούν το αντικείμενο των ερευνών τους, συχνά δε και το πάθος τους.

«Για να αποδώσει η συγκεκριμένη έρευνα απαιτείται πολυποίκιλη υποστήριξη. Σίγουρα οικονομική και υλικοτεχνική αλλά και υποστήριξη στην προώθηση και προβολή των αποτελεσμάτων» λέει η κυρία Αγγελακοπούλου και προσθέτει: «Επιπλέον, δεδομένου ότι η πολυχρωμία κατά την αρχαιότητα διέπονταν από ίδιες αρχές και τεχνικές θα ήταν χρήσιμο να μελετηθούν όσες περισσότερες μελέτες περιπτώσεων μπορούμε, συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική με τη γλυπτική πολυχρωμία. Κάτι τέτοιο απαιτεί γενικότερο άνοιγμα των αρχαιολογικών χώρων, των μουσείων και των συλλογών τους σε εξειδικευμένους, διεθνούς κύρους ερευνητές, πιθανά και εκτός του εκάστοτε φορέα, δημιουργώντας διεπιστημονικές ομάδες ευρέος φάσματος. Κατά αυτόν τον τρόπο πιστεύω ότι θα μπορέσουμε κάποια στιγμή να έχουμε μια καλύτερη εικόνα για το πώς τελικά ζωγράφιζαν οι Αρχαίοι Ελληνες τους ναούς και τα γλυπτά τους».

Θα ήταν λοιπόν ωφέλιμο να δώσουμε τη δυνατότητα στους επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων να κάνουν όσο γίνεται πιο απρόσκοπτα αυτά που ξέρουν και θέλουν. Να θεσπιστούν αυστηρά πρωτόκολλα για το τι κάνουμε όταν προκύπτει από την ανασκαφή ένα νέο εύρημα. Τι δεν πειράζουμε, τι δεν ξύνουμε, τι δεν πλένουμε και σε ποιον πρέπει να πάει πρώτα. Ακόμη και οι κόκκοι χώματος οι κολλημένοι επάνω τους δίνουν πολύτιμα στοιχεία. Οσο για τα μουσεία, καλό θα ήταν να πάψουν να προσπαθούν με μυστικοπάθεια και μόνον με τους δικούς τους ανθρώπους να επεξεργαστούν τα ευρήματα που κατέχουν. Να μη λένε οι διευθυντές τους «α, ναι εμείς αυτά τα ξέραμε από τότε και τώρα θα κάνουμε κι άλλα… μεγαλόπνοα» όταν το «τότε» ήταν πριν καν εφαρμοστεί μια μεταγενέστερη μέθοδος. Είναι βέβαιον ότι είναι προς το συμφέρον της χώρας να ανοίξουν οι πόρτες σε όλους τους ερευνητές.