Η αφροαμερικανίδα ποιήτρια Μάγια Αγγέλου είχε πει κάποτε πως «οι άνθρωποι μπορεί να μη θυμούνται τι έκανες ή τι τους είπες, αλλά πάντα θα θυμούνται πώς τους έκανες να αισθανθούν». Η μετάφραση στη γλώσσα των επικοινωνιολόγων είναι πως το συναίσθημα που δημιουργεί κάποιος με το μήνυμα που εκπέμπει αποτελεί το πιο χρήσιμο εργαλείο για τη διάχυσή του στις μάζες.

Αυτό το συναίσθημα που μπορεί να συγκινήσει οριζόντια την κοινωνία αναζητούν συχνά οι πολιτικοί. Λύνουν τις γραβάτες που φορούν και εφορμούν στην επικράτεια της «χαλαρότητας» τσαλακώνοντας την εικόνα τους. Πώς; Με ένα προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που «φωνάζει» για την αμεσότητά του, δείχνει πιο νεανικό και όλο πιο συχνά ενισχύεται με δόσεις χιούμορ.

Ο πρώτος διδάξας

Αν και άλλοτε θα ήταν ο τελευταίος στον οποίο θα στοιχημάτιζε κανείς, ο πρώτος πολιτικός που δοκίμαστε τη συνταγή ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αλλά και ο πιο «τολμηρός», τουλάχιστον έως τις 5 Δεκεμβρίου και την ημέρα που για απευθυνθεί στους νέους για το Youth Pass φόρεσε ένα καλοκαιρινό καπέλο παραλίας. Για το βίντεο ειπώθηκαν τότε πολλά, ενώ τα «τρολ» επιδόθηκαν σε μια εκστρατεία αποδόμησης. Ακόμη καλύτερα για τον ίδιο τον πρωθυπουργό: Στο «τέλος της ημέρας» το μήνυμα με το συναίσθημα μετρούσε 2,2 εκατομμύρια προβολές.

Η επικοινωνιακή επιτυχία συνεχίστηκε με ένα βίντεο που αναρτήθηκε στο TikTok τρεις ημέρες πριν από τις εκλογές, στο οποίο πρωταγωνιστούσαν ο Πρωθυπουργός να μιλάει για τον Νίκο Γκάλη και ένα πιάτο με τα πολυσυζητημένα ντολμαδάκια. Το σκορ σε αυτή την περίπτωση έγραψε 2,7 εκατομμύρια προβολές. Οι ειδικοί της διαφήμισης υποκλίθηκαν στο «κόνσεπτ» με ένα βραβείο για την καμπάνια στο TikTok από τα Ermis White της Ενωσης Εταιρειών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδος.

Τον δρόμο του TikTok θα ακολουθούσε ασφαλώς και ο πρωην επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, όταν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του καμπάνιας θυμήθηκε, από τη θέση του εποχούμενου, το σύνθημα «καλύτερα παπάκι παρά με Μητσοτάκη» που πολύ είχε ακουστεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Οταν ακούστηκε και από τα χείλη του πρώην προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 3,8 εκατομμύρια προβολές. Ο διάδοχός του στην ηγεσία του κόμματος ανοίχτηκε όσο περνούσε ο χρόνος σε πιο «απολιτίκ» προσεγγίσεις.

Με ένα βίντεο συστήθηκε στο κοινό ο Στέφανος Κασσελάκης καταθέτοντας την υποψηφιότητά του για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ και με δύο ακόμη, λίγο πριν παρουσιαστεί στον στρατό, εμφανίστηκε να κουρεύεται («σύρριζα», όπως είπε ο ίδιος με νόημα), αλλά και να μιλάει στη μητέρα του με εκείνη, σαν κλασική «ελληνίδα μάνα», να του ζητάει να «πάρει ζακέτα για να μην κρυώσει». Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός της επικοινωνίας για να διαπιστώσει τα κοινά χαρακτηριστικά των χρηστών του TikTok. Πρώτον, είναι νέοι σε ηλικία. Και, δεύτερον, δεν χρησιμοποιούν τα παραδοσιακά μέσα για την ενημέρωσή τους. Και φυσικά δεν θα έκανε λάθος εάν υπέθετε ότι όσο βαδίζουμε προς τις ευρωεκλογές μια παράλληλη προεκλογική μάχη θα διεξάγεται ακριβώς εκεί: στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις προβολές, στα σχόλια και στα likes. Θα μπορούσε να το δει κανείς και σαν ένα «ντιμπέιτ», άτυπο μεν αλλά τόσο απαιτητικό που δεν σηκώνει ερασιτεχνισμούς.

Η εκτίμηση Γεωργιάδη

Πόσο κοστίζει όμως ένα τέτοιο βίντεο; Ως υποτιθέμενος γνώστης της αγοράς, ο Αδωνις Γεωργιάδης δήλωσε πρόσφατα πως ο Στέφανος Κασσελάκης χρησιμοποιεί τρεις κάμερες, σκηνοθέτη, σεναριογράφο και μοντέρ, βγάζοντας μέχρι και κοστολόγιο: «Αυτά τα βίντεο», είπε, «κοστίζουν από 50.000 έως 100.000 ευρώ».

Δεν μπορεί να ξέρει κανείς τι είδους υπερπαραγωγή είχε στο μυαλό του ο «executive producer» υπουργός Υγείας, η πραγματικότητα όμως είναι αρκετά πιο φθηνή. Σύμφωνα με ειδικούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βίντεο σαν αυτά του «κουρέματος» και της «ζακέτας» στοιχίζουν από 250 μέχρι 500 ευρώ. Ο λόγος είναι πως είναι τραβηγμένο με κινητό τηλέφωνο και όχι με κάμερα. Ισως να χρειάστηκε και κάποιο μικρόφωνο.

Οσο για το μοντάζ, μπορεί να γίνει είτε σε υπολογιστή είτε σε κινητό τηλέφωνο εκείνη τη στιγμή, ενώ για τους υπότιτλους δεν χρειάζεται παρά ένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης που κατεβαίνει και αυτό με τη μορφή εφαρμογής στο κινητό. Η τεχνητή νοημοσύνη αναγνωρίζει τη φωνή και βγάζει στην οθόνη τους υπότιτλους. Ισως κάποιες φορές να χρειαστεί κάποια διόρθωση στο κείμενο, η τεχνολογία όμως εξασφαλίζει όλα τα απαραίτητα εργαλεία για να γίνει αυτή η δουλειά γρήγορα και φθηνά.

Αυξημένες απαιτήσεις

Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε ένα μικρό βίντεο για το οποίο δεν χρειάζονται περισσότερα από δυο άτομα για να φτάσει με μια σχετική «καλλιτεχνική αρτιότητα» έως την πλατφόρμα. Οχι όμως σε περίοδο εκλογών.

Σύμφωνα με τους ειδικούς του χώρου, στα προεκλογικά σποτ είναι που θα χρειαστεί κάποιος σεναριογράφο, σκηνοθέτη, διευθυντή φωτογραφίας, ειδικό φωτισμό, καλά μικρόφωνα και παραπάνω κάμερες και χειριστές για αυτές, άρα επιπλέον μεροκάματα. Το μοντάζ σε αυτή την περίπτωση δεν θα γίνει σε κινητό ή σε κάποιο τάμπλετ αλλά σε υπολογιστές που έχουν ειδικά προγράμματα.

Τότε είναι που το κόστος ανεβαίνει σε ποσά που μπορεί να φτάσουν ακόμη και τις 50.000 ευρώ. Πόσα που κάποιοι είναι διατεθειμένοι να δώσουν προκειμένου να φτιάξουν την εικόνα που επιθυμούν και να περάσουν το μήνυμα που θέλουν. Κυρίως όμως να δημιουργηθεί στο κοινό που τους ακολουθεί ένα συναίσθημα, με την ελπίδα πως δεν θα το ξεχάσουν μέχρι να φτάσουν πάνω από την κάλπη.