Μέσα στον Ιούλιο η συζήτηση για την επιλογή υποψήφιου δημάρχου Αθηναίων είχε ενταθεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Διάφορα ονόματα έπεφταν στις συσκέψεις. Του Νίκου Παππά, του πρώην καλαθοσφαιριστή του Παναθηναϊκού, ο οποίος έλαβε τη στήριξη του Αλέξη Τσίπρα, που στο μεταξύ παραιτήθηκε στις 29 Ιουνίου, αλλά όχι της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος στις αρχές Αυγούστου.

Επίσης, «έπαιζαν» τα ονόματα των Κώστα Ζαχαριάδη και Νίκου Φαραντούρη. Μέσα στην αναμπουμπούλα, ο υποψήφιος από τους αποδήμους στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης πρότεινε στην Εφη Αχτσιόγλου, που τότε παρουσιαζόταν ως το μεγάλο φαβορί των εσωκομματικών εκλογών, να τον στηρίξει για τον Δήμο Αθηναίων. Η Αχτσιόγλου αρνήθηκε επειδή, όπως του είπε, είχε κάνει άλλες επιλογές, και το χρίσμα έλαβε ο Ζαχαριάδης.

Μια τυχαία συζήτηση, η οποία λησμονήθηκε αμέσως, σφράγισε τη μοίρα της Αχτσιόγλου, του Κασσελάκη και του ΣΥΡΙΖΑ. Στις 24 Σεπτεμβρίου ο ΣΥΡΙΖΑ εξέλεξε πρόεδρό του το απόλυτο αουτσάιντερ.

Αυτή είναι η μία αφήγηση, ιδιωτική, προερχόμενη από τον ίδιο τον νέο πρόεδρο του κόμματος. Υπάρχει και δεύτερη, δημόσια, πάλι από τον ίδιο, που λέει ότι έστελνε στη μετέπειτα ανθυποψήφιά του διάφορες προτάσεις του προκειμένου να τις ενσωματώσει στο πρόγραμμά της, αλλά εκείνη τον αγνοούσε.

Πώς έφταναν προτάσεις στον Τσίπρα

Ο,τι και αν συνέβη, η πραγματικότητα που περιγράφεται και από άλλα στελέχη της Κουμουνδούρου είναι ότι η Αχτσιόγλου σνόμπαρε το νέο «φρούτο» από την Αμερική. Τότε ο Κασσελάκης ήταν εντελώς άγνωστος στο ευρύ κοινό αλλά και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Τον γνώριζαν ελάχιστοι στον Τομέα Διαφάνειας του κόμματος με τον οποίο ασχολούνταν ο Παύλος Πολάκης και ο Μανώλης Καπνισάκης, ο οποίος ήταν παράλληλα και δικηγόρος της οικογένειας Κασσελάκη.

Μέσω του Καπνισάκη, ο νεαρός ομογενής έστελνε τις προτάσεις του στο κόμμα τουλάχιστον έναν χρόνο νωρίτερα και κάποιες από αυτές κατέληγαν στο γραφείο του Αλέξη Τσίπρα. Μάλιστα, ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τον ενέταξε στην εκλογική επιτροπή για τις βουλευτικές εκλογές μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου. Ο Κασσελάκης μπορεί να ήταν άγνωστος, αλλά δεν έμοιαζε με τους άλλους δύο υποψήφιους από τον απόδημο ελληνισμό, τον Οθωνα Ηλιόπουλο και τη Νατάσσα Ρωμανού, καταξιωμένους επιστήμονες που όμως η πολιτική δεν έτρεχε στις φλέβες τους. Εκείνος έφτιαχνε χαριτωμένα βιντεάκια στο TikTok, έτρεχε σε όλη την Ελλάδα και εμφανιζόταν σε όποιο κανάλι ήταν πρόθυμο να τον φιλοξενήσει.

Στον ΣΥΡΙΖΑ πίστευαν ότι τα έχουν όλα τακτοποιημένα μετά την αποχώρηση του Τσίπρα. Το κόμμα θα περνούσε ήρεμα και βελούδινα, μέσα από μια τυπική εκλογική διαδικασία, στα χέρια της ομάδας Αχτσιόγλου που στηριζόταν και από την «Ομπρέλα». Οι υποψηφιότητες Νίκου Παππά και Στέφανου Τζουμάκα δεν ενόχλησαν κανέναν γιατί δεν ήταν απειλητικές για την ομάδα που ετοιμαζόταν να αναλάβει τα ηνία του κόμματος. Ούτε ο Κασσελάκης ενόχλησε όταν εμφανίστηκε ξαφνικά με το βίντεο «με λένε Στέφανο και έχω να σας πω κάτι». Για την ακρίβεια, του έδωσαν ελάχιστη σημασία ως πολιτικού αντιπάλου.

Η σύγκρουση στην TV  και η αποδοχή στο κόμμα

Τακτικιστικά σκεπτόμενοι, θεώρησαν ότι θα ήταν ένας ακόμα κουβαλητής ψήφων στις κάλπες, με απήχηση σε ένα κοινό που ενδιαφέρει πολύ τον ΣΥΡΙΖΑ. Στις αρχές Ιουλίου, ο Κασσελάκης συγκρούστηκε στον τηλεοπτικό αέρα με τον βουλευτή Επικρατείας της Ελληνικής Λύσης Παύλο Σαράκη, ο οποίος υπερασπιζόταν την «παραδοσιακή οικογένεια» και ζήτησε από τον συνομιλητή του να διατηρήσει τις απόψεις του, αλλά να σεβαστεί και τις δικές του. Η απάντηση του Κασσελάκη «δεν είναι άλλη άποψη, είναι η ζωή μου» έγινε viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδίως σε αυτά που κινούνται στον περιβάλλοντα χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Ενας φέρελπις πολιτικός που δηλώνει δημόσια ότι είναι γκέι και εμφανίζεται με τον σύντροφό του δεν είναι κάτι συνηθισμένο στην ελληνική πολιτική ζωή. Ο Κασσελάκης αντί να κατακρημνιστεί έγινε αποδεκτός για το θάρρος του.

Με αυτή την επικοινωνιακή προίκα και με την ευκολία να χειρίζεται τα social media – σαν influencer τον κατηγόρησαν αργότερα – όταν έθεσε υποψηφιότητα για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ οι σύντροφοί του τον υποδέχθηκαν με γαλαντομία και γενναιοδωρία. Του έδωσαν παράταση για να συγκεντρώσει τις 30 υπογραφές που χρειαζόταν και δεν είχε στη λήξη της προθεσμίας. Οταν αποκαλύφθηκε ότι ορισμένοι από τους υπογράφοντες δεν ήταν μέλη της Κεντρικής Επιτροπής το αποσιώπησαν.

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεσμεύτηκε ότι αν δεν κατάφερνε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες υπογραφές θα συνυπέγραφαν εκείνος και η Αχτσιόγλου προκειμένου να είναι υποψήφιος. Παρότι, δηλαδή, η υποψηφιότητα Κασσελάκη είχε τα προβλήματά της και πολλοί διερωτώνταν αν είναι μέλος του κόμματος, η νομενκλατούρα τον αποδέχθηκε, τον στήριξε, ενστερνίστηκε το διαφορετικό και συμμετείχε σε μια διαδικασία που όταν ολοκληρώθηκε εμβρόντητη αποκήρυξε το αποτέλεσμά της.

Η διαδικασία καθαυτή ήταν παράδοξη για κόμμα της Αριστεράς. Δεν κατατέθηκαν πλατφόρμες, δεν συγκρούστηκαν ιδέες και προτάσεις όχι για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τα μεγάλα θέματα που απασχολούν τη χώρα, από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό μέχρι το κράτος, τη Δικαιοσύνη, το δημογραφικό, την κλιματική αλλαγή.

Ο Τσακαλώτος και η Αχτσιόγλου μίκρυναν από μόνη τους την αντιπαράθεση, απέφυγαν να θέσουν τα μεγάλα διακυβεύματα. Αυτοεγκλωβίστηκαν σε μια άχαρη συζήτηση για διαχειριστικά θέματα του κόμματός τους και σε life style εμφανίσεις της Εφης, η οποία άτεχνα και χωρίς να το νιώθει επιχείρησε να αποβάλει το τεχνοκρατικό της δέρμα. Επίμονα προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις και από την κληρονομιά Τσίπρα και ας ήταν η πιο νεαρή και η πιο ευνοημένη υπουργός του.

Στο περιβάλλον που δημιούργησαν, όταν επέκριναν τον Κασσελάκη ότι δεν έχει θέσεις πολλοί αναρωτιούνταν ποιες είναι οι δικές τους όταν τον κατηγορούσαν για τα βίντεο στο TikTok ή για την υπερέκθεση με τον Τάιλερ στα πρωινάδικα, έβλεπαν την Αχτσιόγλου να ενδίδει με τον τρόπο της στην ελαφριά προσέγγιση της ζωής, όταν η κουβέντα ερχόταν στον Τσίπρα η μία τον ξεπετούσε με τυπικούρες και ο άλλος τον αγκάλιαζε ως αυθεντικός κληρονόμος του, σε ένα ακροατήριο που παρά την ήττα παραμένει τσιπρικό. Ο Κασσελάκης ήταν αυτός που ήταν, η άλλη πλευρά τι ακριβώς αντιπροσώπευε, πέρα από το αίσθημα ιδιοκτησίας του κόμματος από την παλαιά φρουρά;

Οι δύο κόσμοι  και οι συνθήκες Βυζαντίου

Αυτά δεν ήταν λάθη τακτικής. Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ από το 2014 που ενσωματώθηκαν πασοκογενείς και κάθε καρυδιάς καρύδι, συγκρούονταν αθέατα αλλά με ένταση δύο διαφορετικοί κόσμοι. Το ουσιαστικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ανθρωπογεωγραφία του, από αυτήν πηγάζουν πολλά κακά. Στη μια πλευρά βρίσκεται ο λαϊκιστικός, αναχρονιστικός ΣΥΡΙΖΑ, που συνδέει την πολιτική με την εξουσία, και στην άλλη πλευρά ο προοδευτικός, μετριοπαθής, ευρωπαϊστής ΣΥΡΙΖΑ που πιστεύει ότι στην πολιτική κυριαρχούν οι ιδέες και οι αξίες. Η αντιπαράθεση αυτών των δύο κόσμων δημιούργησε συνθήκες Βυζαντίου μέσα στο κόμμα, ο Τσίπρας, παρότι αντιλαμβανόταν το πρόβλημα, δεν θέλησε να το διαχειριστεί. Η βάση, επίσης, ζούσε καταστάσεις που σε πολλούς δημιούργησαν αίσθημα αποστροφής για το κατεστημένο της Κουμουνδούρου.

Τόσο πολύ είχαν μπουχτίσει τα μέλη από τα μικροτσιφλίκια, μεταξύ των οποίων ο έλεγχος των κομματικών υπαλλήλων και των δύο μέσων ενημέρωσης, που πολλοί από τους παραδοσιακούς αριστερούς και σοβαρούς Συριζαίους ψήφισαν τον νέο και άγνωστο Κασσελάκη για να καθαρίσει το κόμμα, παρότι έβλεπαν ότι γύρω του μαζεύτηκε ό,τι πιο καθυστερημένο είχε ο ΣΥΡΙΖΑ.

Πρόκειται για μια παταγώδη και τριπλή ήττα των στελεχών της σημερινής εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Πρώτον, δεν κατάφεραν να πείσουν ότι οι ιδέες τους είναι πλειοψηφικές. Δεύτερον, επιτρέπουν στον νέο πρόεδρο να τους εκπαραθυρώνει έναν-έναν με ελάχιστες αντιδράσεις που περιορίζονται στη θρησκευτική προσήλωση στο καταστατικό ή σε αναθέματα για τα παράκεντρα γύρω από τον Τσίπρα ή σε θεωρίες συνωμοσίας για ανάμειξη του σκοτεινού Διαδικτύου και ερεβωδών εξωθεσμικών συμφερόντων. Αν αποχωρούσαν ως ομάδα θα είχαν την ευκαιρία μιας πολιτικής αντίδρασης με κάποια βαρύτητα. Επιπλέον, τα πρόσωπα που διαγράφονται, ασχέτως των εσωκομματικών περγαμηνών τους, δεν είναι ιδιαίτερα αγαπητά στην ελληνική κοινωνία.

Τρίτον, άνοιξαν τον δρόμο στον αναχρονιστικό ΣΥΡΙΖΑ να καταλάβει την ηγεσία. Δεν υπάρχει προηγούμενο να ελέγχει ο λαϊκισμός ένα κόμμα που κυβέρνησε και τώρα βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στο ΠΑΣΟΚ, το 1996, την αντίστοιχη μάχη την κέρδισε ο εκσυγχρονισμός του Κώστα Σημίτη, μια στιβαρή πολιτική πρόταση που κινητοποίησε την κοινωνία και έδωσε επιπλέον τέσσερα χρόνια ζωής στο παραπαίον κόμμα του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, όπως δείχνουν οι πρώτες τριάντα μέρες της ηγεσίας του, είναι μια αχαρτογράφητη οντότητα που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει αν θα επιβιώσει και πώς θα πορευτεί. Αντί να ανοίξει το κόμμα στην κοινωνία, το παρακολουθεί να φυλλορροεί και ο ίδιος υποτιμάται και τρολάρεται. Το γεγονός ότι στοιχήθηκαν πίσω του διάφοροι μηχανισμοί δεν τον καθιστά ισχυρό, αλλά δέσμιό τους, εκτός αν συγκρουστεί και με αυτούς, οπότε τι θα απομείνει από τον ΣΥΡΙΖΑ;

Το vanity fair  της αριστεροσύνης

Είναι να απορεί κάποιος γιατί διαμαρτύρονται με «ψεκασμένα» επιχειρήματα οι Ν. Φίλης και Π. Σκουρλέτης, ο Ν. Βίτσας που ανακοίνωσε νέο κόμμα με την επωνυμία «Ανανεωτική και Οικολογική Αριστερά», ο Στ. Τζουμάκας που δήλωσε ότι «δεν ήρθε, τον φέρανε».

Οταν τράβηξαν τόσο το σχοινί δεν περίμεναν ότι μπορεί να σπάσει; Και αν το επιδίωκαν γιατί δεν κλείνουν απλώς την πόρτα πίσω τους, αλλά θέλουν να πάρουν το αίμα τους πίσω στα κομματικά όργανα; Τι ελπίζει να γεφυρώσει η ομάδα της Αχτσιόγλου όταν το χάσμα που άνοιξε είναι μεγαλύτερο από το Γκραν Κάνιον, χώρια που και η δική τους θέση είναι σαθρή;

Αντί να «σκοτώνονται» θα ήταν πιο ευχάριστο να ανατρέξουν στην Εμμανουέλα Γρουμπουλάκη, ηρωίδα του κάποτε αγαπημένου τους Λάκη Λαζόπουλου, που έλεγε ότι ο Σημίτης είναι ένας δεξιός με αριστερό παρελθόν και ζητούσε από τη φίλη της να της βρει έναν αριστερό σε τιμή ευκαιρίας. Ο Κασσελάκης είναι ένας δεξιός με αριστερό παρόν και το vanity fair της αριστεροσύνης έχει ανοίξει για τα καλά στον ΣΥΡΙΖΑ, με τον Τσίπρα να παρακολουθεί από απόσταση.