Περίσσεψαν οι εντάσεις όλες τις προηγούμενες μέρες εν όψει του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ. Η μεγάλη έκπληξη και η πρωτιά με σημαντική διαφορά του άγνωστου μέχρι πρότινος και «ξένου» προς τον ΣΥΡΙΖΑ Στέφανου Κασσελάκη στον πρώτο γύρο της εκλογικής διαδικασίας σόκαρε την παλαιά φρουρά του κόμματος, που παρά την εκ των υστέρων θεοποίησή του αντιπολιτευόταν τον Αλέξη Τσίπρα και θεωρούσε σχεδόν βεβαία την κατάκτηση της ηγεσίας διά της Εφης Αχτσιόγλου.

Μετά την πρώτη έκπληξη βγήκαν στην κυριολεξία τα μαχαίρια. Ενεργοποιήθηκε ο υπόγειος κύκλος του Διαδικτύου και τα πυρά διαδέχονταν το ένα το άλλο, χωρίς σταματημό.

Η στάση των παλαιών και το αγεφύρωτο χάσμα

Η παλαιά φρουρά αντιμετώπιζε τον κ. Κασσελάκη ως «εισβολέα» και «φυτευτό» αλλότριων, εγχώριων και ξένων κατά προτίμηση, δυνάμεων, ως άλλο ξένο σώμα που δεν είχε κομματική παρουσία και αγωνιστική δράση και επιπλέον ότι δεν είχε σχέδιο και απόψεις, παρά μόνο επικοινωνιακή υπεροχή ως γνήσιο τέκνο της «μεταπολιτικής».

Στον αντίποδα ο κύκλος που υπερασπιζόταν τον κ. Κασσελάκη κατηγορούσε την κυρία Αχτσιόγλου ως εκλεκτή της διαπλοκής, ότι έτυχε προνομιακής μεταχείρισης από τα εχθρικά προς την Αριστερά μέσα ενημέρωσης και ακόμη ότι εξώθησε τον κ. Τσίπρα σε παραίτηση μετά τη διπλή ήττα του Μαΐου και του Ιουνίου.

Ο κ. Τσίπρας αναγκάσθηκε να διαψεύσει διά αντιπροσώπου τη σχετική φημολογία, αλλά το κλίμα εχθροπάθειας και τοξικότητας παρέμεινε κυρίαρχο την βδομάδα που πέρασε. Αντηλλάγησαν εκατέρωθεν βαριές κατηγορίες, στην εσωκομματική σύγκρουση ενεπλάκησαν τα κομματικά μέσα ενημέρωσης, δημοσιογράφοι και αναλυτές της «Αυγής» και του «Κόκκινου» επιτίθονταν με σφοδρότητα και ειρωνείες σε βάρος του «εισβολέα», φανερώνοντας χαοτικές διαφορές και χάσμα αγεφύρωτο. Η όλη προεδρική εκλογή έφθασε κάποια στιγμή στα όρια της γελοιοποίησης, ιδιαιτέρως μετά τις μπερδεμένες και απαράσκευες δηλώσεις Κασσελάκη για τα Κατεχόμενα της Κύπρου.

Ενα από τα παλαιότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σχολίαζε με θλίψη την περασμένη Τετάρτη ότι «τούτες τις μέρες ξύπνησαν οι πιο σκοτεινές μέρες της Αριστεράς, εκείνες της διάσπασης του ’68 και αυτές ακόμη της Τασκένδης του 1956» όταν η αυτοεξόριστη – κυνηγημένη κατά βάση – μετεμφυλιακή ηγεσία του ΚΚΕ βρέθηκε αντιμέτωπη με την αποσταλινοποίηση.

Το ενδεχόμενο της διάσπασης φάνταζε εξαιρετικά πιθανό τις προηγούμενες μέρες και η ανησυχία ήταν διάχυτη και στα μέλη της εφορευτικής επιτροπής. Στέλεχός της δεν έκρυβε την ανησυχία του για όσα μπορούν να λάβουν χώρα στην Κουμουνδούρου το βράδυ της Κυριακής με την έκδοση του εκλογικού αποτελέσματος. Το ίδιο στέλεχος ανησυχούσε ακόμη και για την αμφισβήτηση της εκλογικής διαδικασίας και για αυτό έσπευδε να σημειώσει ότι τα μέλη της διαθέτουν την τεχνογνωσία και τις εμπειρίες προκειμένου να ασφαλίσουν την εκλογική διαδικασία από ενδεχόμενη αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων το βράδυ της Κυριακής.

Αρνούνται να δουν την αλλαγή

Ολη η εσωκομματική ένταση ωστόσο πηγάζει κατά βάση από την αδυναμία της παλαιάς φρουράς του κόμματος να αντιληφθεί ή καλύτερα να αποδεχθεί τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ από το 2009 και εντεύθεν. Το κόμμα της Αριστεράς των δρόμων, αυτή η συνομοσπονδία κοινωνικών κινημάτων, αριστερών συνιστωσών, εξωκοινοβουλευτικών, αριστερίστικων κατά βάση, ομάδων και οικολογικών σχημάτων που εμπνεύστηκε ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, ενίσχυσε ο Αλέκος Αλαβάνος και ανέλαβε το 2008 ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει καμία σχέση με το ηττημένο κόμμα εξουσίας που ανεδείχθη ως δύναμη αντισυστημική στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, κέρδισε εκλογές, έγινε πλειοψηφούσα δύναμη το 2015, κατέκτησε την εξουσία, κυβέρνησε αρχικώς με αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, για να συμβιβαστεί στη συνέχεια υπό το βάρος της απειλής εξόδου της χώρας από το ευρώ και να εξελιχθεί από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 και εντεύθεν σε απολύτως συστημική δύναμη, που διαχειρίστηκε τη μεγάλη κρίση συνεργαζόμενη με τους «εχθρούς» του λαού, με τους ξένους δυνάστες της τρόικας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Οσοι έχουν παρακολουθήσει από κοντά τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν ότι η πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, όπως και η πολιτική των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που επέτρεψε το τέλος των μνημονίων και καθοδηγεί ακόμη και σήμερα τη διεκδίκηση ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας σχεδιάστηκαν στα χρόνια του Αλέξη Τσίπρα.

Από το κόμμα του 2008 στο σημερινό

Με άλλα λόγια, το κόμμα του 2008 ουδεμία σχέση έχει με το σημερινό. Και η εκλογική του βάση επίσης είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη του μικρού περιθωριακού κόμματος. Στα δεκαπέντε χρόνια που μεσολάβησαν από το 2008 και εντεύθεν η εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε πολλές φορές.

Διευρύνθηκε αρχικώς η επιρροή του στα χρόνια των μνημονίων και των μεγάλων συγκρούσεων, εμπλουτίστηκε αργότερα υπό το βάρος της γενικευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας που προκάλεσαν τα οδυνηρά μέτρα της εσωτερικής υποτίμησης και το 2015 κέρδισε απογοητευμένους ψηφοφόρους από όλα τα καταρρέοντα κόμματα και από όλα τα στρώματα, των πλουσίων συμπεριλαμβανομένων που τότε δελεάστηκαν από τις υποσχέσεις του κ. Τσίπρα για μείωση του ΕΝΦΙΑ. Εφθασε τον Ιανουάριο του 2015 να κερδίσει με 36% και με 35% τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, μετά την αποχώρηση του Αριστερού Ρεύματος του Παναγιώτη Λαφαζάνη και άλλων αντιμνημονιακών βουλευτών και στελεχών. Αλλά και στις εκλογές του 2019 όταν ηττήθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη διατήρησε δυνάμεις κερδίζοντας το 31,5% των ψήφων. Τέσσερα χρόνια αργότερα ηττήθηκε διπλά και βρέθηκε κάτω από το 18%, χάνοντας κοντά ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους. Ολα τα παραπάνω βεβαιώνουν ότι η εκλογική βάση του κόμματος πήγε και ήρθε πολλές φορές στην παρελθούσα δεκαπενταετία. Κάτι που η ηγεσία του δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει, ούτε να κατανοήσει την έντονη κινητικότητα του εκλογικού σώματος, που αντιδρούσε δυναμικά στη διαρκή μεταβολή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών.

Κάπως έτσι φθάσαμε στη σημερινή διεκδίκηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ από έναν άγνωστο, από έναν «ξενιστή καινών δαιμονίων» που καταφανώς έχει το χάρισμα της επικοινωνίας και των νέων τεχνικών της, εκθειάζει τις ευκαιρίες της Αμερικής, μιλάει ανοιχτά για τον ρόλο του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, αλλά και για τον νέο ρόλο του κράτους, μη διστάζοντας να δηλώνει με περισσό θράσος ότι είναι καλύτερος του Μητσοτάκη και πως μπορεί να αναμετρηθεί μαζί του χωρίς κανέναν φόβο και καμία επιφύλαξη. Και παρότι απαράσκευος να υποσχεθεί στο πλήθος των ψηφοφόρων που πέρασαν κατά καιρούς από τις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι μπορεί να τον νικήσει και να καταστήσει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑ κυβερνώσα παράταξη.

«Ο κόσμος αλλάζει και οι καιροί επίσης»

Ο τρόπος, η αμεσότητα της επαφής, αλλά και η αύρα του νέου, του καινούργιου που τον συνοδεύει συγκινούν και κινητοποιούν τους κατά καιρούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και βεβαίως αναγεννούν τις ελπίδες επανόδου στην εξουσία. Κακά τα ψέματα, η απογοητευμένη εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ, παλαιά και νέα, ακουμπά στον «ξένο», γοητεύεται από την ορμή και το νεανικό του θράσος και σπεύδει να τον υποστηρίξει, παρότι αντιλαμβάνεται τα εμφανή ελλείμματα και τα πολιτικά ολισθήματα, προσπερνώντας τους «αγωνιστές» που μιλάνε γλώσσα περίπλοκη και ακαταλαβίστικη. Οπως λέει και ένας παλαιός αριστερός ο «κόσμος αλλάζει και οι καιροί επίσης, αυτός ο νέος μιλάει στον κόσμο και φαίνεται πως έφθασε η στιγμή να παραμερίσουν και οι Ηρακλείς του παλαιού μικρού αριστερού κόμματος, οι υπερασπιστές της ιδεολογικής καθαρότητας και μαζί τους οι παρηκμασμένοι γέροντες των ατέρμονων διαδικασιών και οι νεογέροντες της ξύλινης κομματικής γλώσσας». Και συμπλήρωσε με νόημα ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα τελείωσε, εξήντλησε τον όποιο ιστορικό του ρόλο και οι νέοι καιροί, όπως και οι ανάγκες, οι προσμονές και οι απαιτήσεις των πολιτών έχουν αλλάξει».

Οι προγνώσεις έφεραν τον κ. Κασσελάκη ως πιθανότερο νικητή στον δεύτερο γύρο, αν και τα ολισθήματα των τελευταίων ημερών θόλωσαν την εικόνα του. Κανείς εν τέλει δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το αποτέλεσμα της Κυριακής. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι συγκρουόμενοι με σφοδρότητα όλες τις προηγούμενες μέρες θα αντέξουν την ηγεσία της μιας ή του άλλου ή θα αποχωρήσουν θορυβωδώς συγκροτώντας είτε τον ΣΥΡΙΖΑ εσωτερικού είτε τον ΣΥΡΙΖΑ εξωτερικού, κατά τα πρότυπα της διάσπασης του ΚΚΕ το 1968…