Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 30ής Σεπτεμβρίου στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας προκάλεσε γενικό μούδιασμα σε όλους τους εμπλεκόμενους παίκτες γύρω από την επίλυση του ονοματολογικού. Μπορεί οι δημόσιες δηλώσεις να εμπεριείχαν μικρές διαφοροποιήσεις, αλλά η αίσθηση που προκάλεσε η έκβαση της ψηφοφορίας δεν είχε καμία σχέση με ενθουσιασμό. Η μεγάλη αποχή απέτρεψε κάτι τέτοιο και δεύτερες σκέψεις μπήκαν στο μυαλό πολλών. Πλέον, η κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ βρίσκεται σε στενωπό. Η συγκέντρωση του «μαγικού αριθμού» των 80 βουλευτών που θα επιτρέψει την ψήφιση των συνταγματικών αλλαγών που προβλέπει η συμφωνία των Πρεσπών αποδεικνύεται δύσκολο εγχείρημα, η επιτυχία του οποίου θα κριθεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα. Η προοπτική πρόωρων εκλογών είναι ορατή και εφόσον αυτές πραγματοποιηθούν, η διαδικασία ολοκλήρωσης της συμφωνίας για το ονοματολογικό θα καθυστερήσει. Ο Μάρτιος του 2019 φαντάζει πια ως ο καταληκτικός ορίζοντας των εξελίξεων, αν και οι προβλέψεις σε τόσο δυναμικές καταστάσεις είναι παρακινδυνευμένες.
Το 1939, σε μια ραδιοφωνική συνέντευξή του, ο Γουίνστον Τσόρτσιλ είχε πει, αναφερόμενος στη δράση της Ρωσίας: «Είναι ένας γρίφος, τυλιγμένος σε ένα μυστήριο, μέσα σε ένα αίνιγμα». Η περίφημη ατάκα του ιστορικού βρετανού πολιτικού θα μπορούσε να περιγράψει με αρκετή ακρίβεια πώς θα κινηθούν από εδώ και στο εξής οι εξελίξεις στην πΓΔΜ. Αυτή τη στιγμή τα δεδομένα που υπάρχουν είναι συγκεκριμένα. Ο πρωθυπουργός Ζάεφ και οι τρεις κορυφαίοι συνεργάτες του, δηλαδή ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης με αρμοδιότητα τα ευρωπαϊκά θέματα Μπουγιάρ Οσμάνι, η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Αμυνας Ραντμίλα Σεκερίνσκα και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ επιδιώκουν να εξαντλήσουν κάθε δυνατότητα που υφίσταται ώστε μέχρι τις 10 Οκτωβρίου να βρεθούν οι βουλευτές που θα συμπληρώσουν τους 69 που τον περασμένο Ιούνιο ενέκριναν τη συμφωνία των Πρεσπών προκειμένου να υπάρξει η αυξημένη πλειοψηφία των 2/3 των εδρών (80 από τους 120 βουλευτές). Αν αυτό συμβεί, το Κοινοβούλιο θα ξεκινήσει τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης.

Αναζητώντας πρόθυμους βουλευτές

Υπάρχουν πρόθυμοι βουλευτές να αποσκιρτήσουν από τον κεντροδεξιό συνασπισμό του οποίου ηγείται το VMRO-DPMNE; Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «γλείφει τις πληγές του» από την περίοδο διακυβέρνησης του Νίκολα Γκρούεφσκι (μόλις την Παρασκευή, δικαστήριο της πΓΔΜ επικύρωσε την ποινή φυλάκισης δύο ετών για μία από τις υποθέσεις διαφθοράς στις οποίες εμπλέκεται), αλλά ο πρόεδρός του, ο Χρίστιαν Μισκόφσκι, θεωρεί εαυτόν δικαιωμένο από την έκβαση του δημοψηφίσματος και θέτει μαξιμαλιστικούς όρους για να εισέλθει σε διάλογο με την κυβέρνηση. Ενας εξ αυτών είναι το αίτημα σύστασης επιτροπής από το Κοινοβούλιο για να διερευνήσει την περίπτωση νοθείας στο δημοψήφισμα. Ωστόσο, ακόμα και εντός του VMRO-DPMNE, η διάθεση για κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ θερμή, εξ ου και υπέγραψαν το αίτημα μόλις 30 από τους συνολικά 48 βουλευτές του κεντροδεξιού συνασπισμού.
Με το κλίμα μεταξύ των κ.κ. Ζάεφ και Μισκόφσκι να μην είναι το καλύτερο, οι επαφές διεξάγονται προς το παρόν σε χαμηλότερο επίπεδο και βολιδοσκοπούνται βουλευτές του κεντροδεξιού συνασπισμού κατά μόνας. Αλλωστε το VMRO-DPMNE διατυπώνει διαφορετική άποψη από την κυβέρνηση σχετικά με το χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει από την προκήρυξη των εκλογών μέχρι την πραγματοποίησή τους. Ο κ. Ζάεφ επικαλείται όσα αναφέρει το άρθρο 63 του Συντάγματος της πΓΔΜ. Σύμφωνα με αυτό, «οι εκλογές για τους αντιπροσώπους στην Εθνοσυνέλευση πραγματοποιούνται εντός των τελευταίων 90 ημερών της θητείας της τρέχουσας Εθνοσυνέλευσης ή εντός 60 ημερών από την ημέρα της διαλύσεώς της». Με βάση αυτή την πρόβλεψη, και εφόσον η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι το περιθώριο αναζήτησης αυξημένης πλειοψηφίας για συνταγματική αναθεώρηση εκτείνεται μέχρι τις 10 Οκτωβρίου, οι εκλογές μπορούν να πραγματοποιηθούν μέχρι περίπου τις 10 Δεκεμβρίου. Για τον λόγο αυτόν έχουν αρχίσει να ακούγονται δύο πιθανές ημερομηνίες για εκλογές: η 25η Νοεμβρίου και η 2α Δεκεμβρίου.
Ο κ. Μισκόφσκι διαφωνεί. Αιφνιδίως, ο πρόεδρος του VMRO-DPMNE θυμήθηκε τις προβλέψεις της συμφωνίας του Πρζινό που υπεγράφη στις 2 Ιουνίου 2015 μεταξύ των πολιτικών κομμάτων της γειτονικής χώρας (υπό την ισχυρή παρότρυνση της ΕΕ) για να υπερκεραστεί η πολιτική κρίση που είχε προκληθεί από το σκάνδαλο των υποκλοπών. Στο συνημμένο πρωτόκολλο της συμφωνίας προβλέπεται (άρθρο 5) ότι η εκλεγμένη κυβέρνηση (σ.σ.: εννοείτο τότε η κυβέρνηση Γκρούεφσκι) θα έπρεπε να έχει παραιτηθεί 100 ημέρες πριν από τις προγραμματισμένες για τις 24 Απριλίου 2016 εκλογές. Ωστόσο, ο όρος αυτός δεν καλύπτει τις πρόωρες εκλογές.
Υπάρχουν ορισμένοι βουλευτές που σύμφωνα με πηγές από τα Σκόπια θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη συνταγματική αναθεώρηση, καθώς δεν ανήκουν στο VMRO-DPMNE αλλά σε συνεργαζόμενα με αυτό μικρότερα κόμματα. Ανάμεσα σε αυτούς είναι ο Ζεκίρ Ραμτσίλοβικ (του κόμματος Ενωση για την Πολιτιστική Ενότητα των Βοσνίων), οι Στόγιαν Μιλάνοφ και Βλαντάνκα Αβίροβικ (του Σοσιαλιστικού Κόμματος της «Μακεδονίας»), ο Πάντσο Μίνοφ (του Κόμματος Δικαιοσύνης και Πολιτικής Επιλογής, γνωστότερου ως GROM). Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι παρά το «σιωπηλό μποϊκοτάζ» που επέβαλε το VMRO-DPMNE, τρεις βουλευτές αποφάσισαν να προσέλθουν στις κάλπες. Επρόκειτο για τους Ντανιέλα Ρανγκέλοβα, Κρίστο Γιοβανόφσκι και Ντάρκο Ντάνεφ. Κατόπιν πιέσεων, οι δύο πρώτοι δήλωσαν μετά το δημοψήφισμα ότι ψήφισαν μεν, αλλά δεν σκοπεύουν να υποστηρίξουν μια συνταγματική αναθεώρηση. Υπάρχουν επίσης τέσσερις ανεξάρτητοι βουλευτές στη Βουλή της πΓΔΜ που λογικά θα προσεγγιστούν από την κυβέρνηση.

Οι εκλογές και οι συμμαχίες

Αν η προσπάθεια εξεύρεσης του απαιτούμενου αριθμού βουλευτών δεν τελεσφορήσει, οι πρόωρες εκλογές μεταβάλλονται σε μονόδρομο. Η έκβασή τους όμως δεν είναι προδιαγεγραμμένη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το κυβερνών κόμμα SDSM του Ζόραν Ζάεφ δεν πρόκειται να κερδίσει με τόσο μεγάλη διαφορά που να του διασφαλίζει πολιτική ηγεμονία. Σε αυτό δεν βοηθά άλλωστε το αναλογικό εκλογικό σύστημα. Μια ιδέα που προς το παρόν συζητείται στο παρασκήνιο είναι να κατέλθουν μαζί στις εκλογές, με ενιαία λίστα, το SDSM και τα υπόλοιπα αλβανικά κόμματα (το DUI, το BESA, το DPA και η Συμμαχία για τους Αλβανούς) σε ένα είδος «ευρωπαϊκού μετώπου». Με τον τρόπο αυτόν θα μπορέσουν να εκμεταλλευθούν το συνολικό τους ποσοστό και να κυριαρχήσουν στις 6 εκλογικές περιφέρειες της χώρας (κάθε μία εκ των οποίων εκλέγει 20 βουλευτές). Η επιλογή αυτή έχει και μειονεκτήματα. Θα μπορούσε π.χ. να απονευρώσει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα αλβανικά κόμματα και να ενθαρρύνει την αποχή. Υπάρχουν παράλληλα οι ενδοαλβανικοί ανταγωνισμοί, καθώς τα μικρότερα αλβανικά κόμματα εκφράζουν ενστάσεις για την πολιτική στάση του Αλί Αχμέτι, ηγέτη του DUI, ο οποίος στο παρελθόν συνεργάστηκε με τον Γκρούεφσκι προτού… αλλαξοπιστήσει.

Η συνταγματική αναθεώρηση

Είναι επίσης σαφές ότι ακόμα και αν υπάρξει η αυξημένη πλειοψηφία των 80 βουλευτών, η διαδικασία της αναθεώρησης θα είναι μακρά και περίπλοκη. Η κοινοβουλευτική διαδικασία αποτελείται από τρεις ψηφοφορίες, που απαιτούν 80, 61 και 80 έδρες αντιστοίχως. Με βάση τα προβλεπόμενα, μετά την πρώτη ψηφοφορία για την αναγκαιότητα συνταγματικής αναθεώρησης ακολουθούν 10 ημέρες συζήτησης στην Ολομέλεια και άλλες 10 ημέρες συζήτησης στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση πρέπει να υποβάλει στην Ολομέλεια τις προτεινόμενες τροποποιήσεις. Το χρονικό διάστημα για αυτό δεν προβλέπεται, αλλά εικάζεται βασίμως ότι η κυβέρνηση Ζάεφ έχει ετοιμάσει τα σχέδια για τις αλλαγές του Προοιμίου και των άρθρων 3 και 49 που προβλέπει η συμφωνία των Πρεσπών και δεν αποκλείεται να τα φέρει μαζί σε μια τροποποίηση.
Κάθε τροποποίηση συζητείται επί τρεις ημέρες στην Ολομέλεια και άλλες τρεις ημέρες στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Εφόσον η διαδικασία κυλήσει ομαλά (κάτι που δεν είναι δεδομένο, καθώς είναι πιθανόν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης να κωλυσιεργήσουν με τροποποιήσεις επί των τροποποιήσεων), οι αναθεωρητέες διατάξεις εγκρίνονται με 61 έδρες και μετά πρέπει να υποβληθούν σε… διαβούλευση. Η Βουλή θα αποφασίσει για το χρονικό διάστημα της διαβούλευσης. Τέλος, οι αλλαγές εγκρίνονται με πλειοψηφία 80 βουλευτών. Παλαιότερα, ο Μπουγιάρ Οσμάνι είχε δηλώσει ότι όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί σε περίπου 100 ημέρες. Αυτό σημαίνει ότι αν η Βουλή της πΓΔΜ ξεκινήσει, ιδεατά, μια συνταγματική αναθεώρηση στις αρχές Δεκεμβρίου, δεν πρόκειται αυτή να τελειώσει πριν από τα τέλη Φεβρουαρίου του 2019. Με βάση αυτό το σενάριο, το ελληνικό Κοινοβούλιο δεν πρόκειται να ασχοληθεί με τη συμφωνία των Πρεσπών και το πρωτόκολλο ένταξης της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ πριν από τον Μάρτιο του 2019.

Πώς επηρεάζονται οι εξελίξεις στην Αθήνα

Στην Αθήνα, το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό της συμμετοχής, που δεν ξεπέρασε καν το 37%, δεν είχε προβλεφθεί. Οπως ο ίδιος ο Νίκος Κοτζιάς παραδέχθηκε δημοσίως, οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης Ζάεφ ήταν ότι η συμμετοχή θα κυμαινόταν μεταξύ 40%-45%, ενώ η ελληνική πλευρά εκτιμούσε ότι η συμμετοχή θα κινούνταν μεταξύ 40%-42%. Και οι δύο εκτιμήσεις έπεσαν έξω, καθώς φαίνεται ότι το «σιωπηλό μποϊκοτάζ» που προώθησε το VMRO-DPMNE σε συνδυασμό με το χάος των εκλογικών καταλόγων στην πΓΔΜ λειτούργησαν αντίθετα. Το ποσοστό του «Ναι» σε όσους πήγαν να ψηφίσουν ήταν συντριπτικό, καθώς ξεπέρασε το 91%. Σχεδόν 610.000 από τους περίπου 667.000 που ψήφισαν τάχθηκαν υπέρ της αλλαγής της συνταγματικής ονομασίας, όταν στις βουλευτικές εκλογές του 2016 το SDSM του κ. Ζάεφ είχε κερδίσει σχεδόν 437.000 ψήφους.
Στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, όμως, το αποτέλεσμα προκάλεσε αντικρουόμενες αντιδράσεις. Ο μεν υπουργός Εθνικής Αμυνας και πρόεδρος των ΑΝΕΛ Πάνος Καμμένος, μόνιμα βιαστικός, χαρακτήρισε άκυρη τη συμφωνία των Πρεσπών γράφοντας στο Twitter εντός ολίγων λεπτών από το κλείσιμο των καλπών. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κινήθηκε στη γραμμή που ακολούθησε μετά το δημοψήφισμα ο δυτικός παράγοντας, τασσόμενος ουσιαστικά υπέρ της πρωτοβουλίας Ζάεφ να επιδιώξει να φέρει τη συμφωνία στη Βουλή ανεξαρτήτως της απόλυτης νομιμότητας της διαδικασίας.
Ο κ. Κοτζιάς, που σαφώς θεωρεί την επιτυχία της συμφωνίας των Πρεσπών προσωπικό στοίχημα, κινήθηκε στη γραμμή ότι το δημοψήφισμα δεν συνιστά νομικό όρο υλοποίησής της. Ανεξαρτήτως των διαφορετικών γραμμών, το αφήγημα της κυβέρνησης δέχθηκε πλήγμα, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση επανέφερε το αίτημά της για εκλογές. Παράλληλα, η δημοσιοποίηση των πρακτικών δύο Συμβουλίων Πολιτικών Αρχηγών στην πΓΔΜ από την εφημερίδα «Καθημερινή» επιβεβαίωσε δύο πράγματα που είχαν καταγραφεί από το ρεπορτάζ επί των συνομιλιών: πρώτον, ότι στο ξεκίνημα της διαδικασίας η Αθήνα δεν είχε καθαρά θέσει ζήτημα αλλαγής του Συντάγματος και, δεύτερον, ότι η ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας Ι» είχε όντως πέσει στο τραπέζι από τη συνάντηση των Νίκου Κοτζιά – Νίκολα Ντιμιτρόφ – Μάθιου Νίμιτς στο Σούνιο τον περασμένο Μάιο και η Αθήνα δεν την είχε απορρίψει, αλλά αντίθετα την είχε αποδεχθεί ως βάση συζήτησης.

Η απογοήτευση σε ΕΕ, ΗΠΑ και ο ρόλος της Ρωσίας

Στις Βρυξέλλες, στην έδρα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αλλά επίσης στην Ουάσιγκτον και στο Βερολίνο, όσα έλαβαν χώρα στις 30 Σεπτεμβρίου στην πΓΔΜ δεν υπηρέτησαν το προβαλλόμενο αφήγημα. Παρά την παρέλαση δυτικών αξιωματούχων, το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής απογοήτευσε τη Δύση. Φυσικά, η κυβέρνηση Ζάεφ θα στηριχθεί στη βάση του υψηλού ποσοστού του «Ναι» που ξεπέρασε το 91% σε όσους ψήφισαν. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, καθώς η ευρωατλαντική προοπτική της πΓΔΜ πρέπει να διαφυλαχθεί και να προωθηθεί. Είναι σαφές όμως ότι οι επισπεύδοντες δεν υπολόγισαν τις τοπικές πολιτικές ευαισθησίες των Βαλκανίων.
Η πΓΔΜ εντάσσεται σε μια γεωπολιτική σκακιέρα στην οποία τα πιόνια κινούν τόσο διεθνείς όσο και περιφερειακοί παίκτες. Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι η χώρα πρέπει να γίνει αρχικά μέλος του ΝΑΤΟ, ώστε να πάψει «να χρησιμοποιείται» από τη Μόσχα, την Αγκυρα ή το Πεκίνο ως «αγκάθι» στα πλευρά της Δύσης. Παράλληλα, δεδομένου ότι κυοφορούνται και άλλες μεταβολές στα Βαλκάνια (όπως η πιθανή επίλυση της διαφοράς Σερβίας – Κοσόβου ακόμη και με ανταλλαγή εδαφών, αλλά και η περαιτέρω προσέγγιση της Δύσης με το Βελιγράδι όπως μαρτυρεί η πραγματοποιούμενη από χθες επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτεμπεργκ στη Σερβία), τα ανοιχτά μέτωπα πρέπει να κλείνουν ένα-ένα.
Σε αυτή τη στρατηγική, οι περιφερειακοί δρώντες που ακολουθούν τη δυτική στρατηγική είναι η Ελλάδα και η Βουλγαρία, ενώ προς το παρόν η Σερβία διάκειται μάλλον αρνητικά στη συμφωνία των Πρεσπών. Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένες πληροφορίες, στην πρόσφατη Σύνοδο των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ έγινε γενική συζήτηση για πιθανές εναλλακτικές λύσεις αν δεν προχωρήσει η συμφωνία των Πρεσπών. Προς το παρόν, η Συμμαχία κινείται βάσει του Σχεδίου Α’ (που προέβλεπε υπογραφή του Πρωτοκόλλου Ενταξης ακόμη και εντός του Ιανουαρίου), αλλά στο παρασκήνιο θα ξεκινήσουν συζητήσεις. Η Αθήνα και η Σόφια ενδέχεται να έχουν κεντρικό ρόλο σε αυτές.
Από την άλλη πλευρά, η Μόσχα έκανε σαφείς τις προθέσεις της να προκαλέσει προβλήματα στη διαδικασία. Οι δηλώσεις της εκπροσώπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα ότι το ΝΑΤΟ θέλει να σύρει «με το ζόρι» την πΓΔΜ στη Συμμαχία, αλλά και η ανακοίνωση της περασμένης Δευτέρας ότι η Ρωσία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις με βάση και την παράγραφο 3 του Ψηφίσματος 845/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών προκάλεσαν ανησυχία ότι η Μόσχα σχεδιάζει να μπλοκάρει τη συμφωνία των Πρεσπών.
Φυσικά, η Ρωσία δεν μπορεί να εμποδίσει την κύρωση μιας συμφωνίας μεταξύ δύο κυρίαρχων κρατών. Εφόσον αυτή πραγματοποιηθεί, το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πρέπει να επανέλθει με νέα απόφασή του, που όμως θα αντικαθιστά το Ψήφισμα 817/1993 που προβλέπει την προσωρινή ονομασία πΓΔΜ για τη γειτονική χώρα. Η νέα απόφαση θα επικυρώνει ουσιαστικά το νέο όνομα (Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας) και την επίλυση της διαφοράς ώστε να αφαιρεθεί το ζήτημα (item) από την ατζέντα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ωστόσο, αν και νομικοί κύκλοι θεωρούν δύσκολο να εμποδίσει η Μόσχα την υιοθέτηση ενός τέτοιου ψηφίσματος, πιθανές βιαστικές κινήσεις από τρίτους παίκτες (π.χ. τις Ηνωμένες Πολιτείες ή τον ΟΗΕ) θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τη ρωσική πλευρά για να επικαλεστεί, για παράδειγμα, μια συνεχιζόμενη απειλή για την περιφερειακή ασφάλεια και να προβάλλει αντιρρήσεις.