Η κυβέρνηση και το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου οργανώνονται για μια επικοινωνιακή και πολιτική αντεπίθεση κατά το διάστημα των επόμενων εβδομάδων. Η προσπάθεια γίνεται έχοντας κατά νου και τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, τα οποία φανερώνουν έναν συνδυασμό ανησυχητικών για την κυβέρνηση παραμέτρων.

Το προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να διατηρείται, όμως την ίδια στιγμή δείχνει να παγιώνεται ένα κλίμα επιφυλακτικότητας και δυσπιστίας των πολιτών, σε συνδυασμό με μια υποχώρηση των ποσοστών της ΝΔ. Τα «χαμένα» αυτά ποσοστά, τα οποία σε κάποιες μετρήσεις φτάνουν και στο 10% του δείγματος (δίχως αναγωγές) σε σχέση με την άνοιξη του 2020, φαίνεται πως είναι δυσαρεστημένοι πολίτες, οι οποίοι ωστόσο δεν έχουν προστρέξει σε κάποιο άλλο κόμμα. Το στοιχείο αυτό πάντως αξιολογείται από το Μέγαρο Μαξίμου και ως συνέπεια της δημοσκοπικής ανάκαμψης την οποία παρουσιάζει το ΚΙΝΑΛ, εν αναμονή της ανάδειξης της νέας ηγεσίας του.

Με αυτό το σκεπτικό, η κυβερνητική απόπειρα ανασύνταξης οργανώνεται προφανώς με το βλέμμα στις εκλογές, καθώς ο συνδυασμός της καθήλωσης του ΣΥΡΙΖΑ και της πιθανολογούμενης ενίσχυσης των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ ενδέχεται να διαμορφώσει νέα δεδομένα και να επιβάλει μια διαφορετική στρατηγική, δεδομένης της πρώτης αναμέτρησης με το σύστημα της απλής αναλογικής. Κατά τα όσα αναφέρουν κάποια κυβερνητικά στελέχη, το ενδεχόμενο να προκύπτει μετεκλογικά ένα αριθμητικό σενάριο κυβέρνησης ΝΔ-ΚΙΝΑΛ θα μπορούσε να περιπλέξει σε κάποιον βαθμό τον σχεδιασμό για άμεση προσφυγή σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και διεκδίκηση της αυτοδυναμίας.