Την περασμένη Πέμπτη γιορτάστηκε η μεγάλη γιορτή ολόκληρου  του χριστιανισμού, η Κοίμηση της Θεοτόκου. Αυτή η γιορτή πάντα μάς αναγκάζει να επανεξετάσουμε τις σχέσεις της Εκκλησίας με τη νεωτερικότητα, τη σχέση της πίστης στην αυθεντία του Θεού με τη σχέση της «πίστης» στον αυτόνομο άνθρωπο. Ο βίος δύο παπών που έδρασαν στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 και ενός επαναστάτη της δεκαετίας του 1960 γεννά περαιτέρω σκέψεις για αυτήν τη σχέση.

Αυτές τις δεκαετίες στις καρδιές των δυτικών νέων και στους τοίχους των δωματίων όλων όσοι ήθελαν έναν δικαιότερο κόσμο, απαλλαγμένο από ανισότητες, περίοπτη θέση κατείχε το πορτρέτο του Τσε. Σε πολλές περιπτώσεις η λατρεία του συνεχίζεται και σήμερα. Αυτός όντως ήταν ένας ανιδιοτελής αγωνιστής που δεν βολεύτηκε με την εξουσία που του έδινε ο εξουσιομανής Φιντέλ που από επαναστάτης ραγδαία εξελίχθηκε σε δικτάτορα. Αυτή την ανιδιοτέλεια την πιστώνουν σχεδόν όλοι στον Τσε. Οι μονομερείς αναγνώσεις φανατικών της άλλης πλευράς που βλέπουν σε αυτόν έναν σταλινικό είναι του ίδιου ρηχού επιπέδου με αυτές που επίσης διαβάζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως σταλινικό κόμμα. Η ιδέα του Τσε συνεισέφερε πάρα πολλά στις μεγάλες προσδοκίες μιας περισσότερο δίκαιης κοινωνίας. Τα αποτελέσματα όμως αυτής της ιδέας ήταν τραγικά για την πρόοδο και τη δημοκρατία. Η αντίληψή του υπέρ των επαναστατικών πρωτοποριών αντί του πρωτείου της δημοκρατίας οδήγησε είτε στην άνοδο στην εξουσία κομμουνιστικών δικτατοριών είτε στη σκλήρυνση των δεξιών στρατοκρατικών καθεστώτων σε Λατινική Αμερική και Αφρική.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω