Ο Χρήστος Λαμπράκης είναι η επιτομή μιας μακράς εποχής. Της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής Ελλάδας που διήλθε από τη δοκιμασία της δικτατορίας για να εισέλθει στην αυτοτροφοδοτούμενη και αυτοπαρατεινόμενη περίοδο της Μεταπολίτευσης που είναι ταυτοχρόνως στιγμή και κατάσταση η οποία διαρκεί ήδη πενήντα χρόνια.

Ο Χρήστος Λαμπράκης συγκαθόρισε την εποχή αυτή πολιτικά, εκδοτικά, πολιτιστικά και αισθητικά. Πρωτίστως ως εκδότης που γεννήθηκε και διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία του μέσα στο μαγνητικό πεδίο όλων των διχασμών που προσδιόρισαν τη μοίρα του τόπου τον εικοστό αιώνα.

Είχε την άνεση του φιλελεύθερου αστού που είναι απόλυτα εξοικειωμένος με την ιδέα ότι ζει μέσα στην εθνική Ιστορία και εφάπτεται με όλους τους πρωταγωνιστές της. Θεωρούσε ότι έχει προνομιακή σχέση με αυτό που ορίζεται συμβατικά ως «μεγάλη δημοκρατική παράταξη» και είναι το κάπως ασαφές αλλά υπαρκτό κληροδότημα του βενιζελισμού.

Συνεπώς η καμπύλη και η ηγεσία της παράταξης αυτής συνιστούσε μόνιμο ενδιαφέρον του. Στην πορεία όμως της Μεταπολίτευσης αυτό επεκτάθηκε στα κόμματα όλου του λεγόμενου συνταγματικού φάσματος. Η πολιτική ήταν όμως το ένα από τα πολλά σύμπαντα του Χρήστου Λαμπράκη.

Ακόμη και γι’ αυτούς που είχαν στενή επαφή μαζί του δεν ήταν προφανές αν η προτεραιότητά του ήταν το σύμπαν της πολιτικής ή το σύμπαν της μουσικής και του πολιτισμού. Η αγαπημένη του λέξη ήταν η πειθαρχία (discipline) με την έννοια της αφιέρωσης σε μια τέχνη όπως η μουσική ή ο χορός ή σε μια επιστήμη.

Η πειθαρχία ήταν στην αντίληψή του συνυφασμένη με την προσήλωση σε έναν στόχο. Όπως η κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής. Η μεταφορά του μοντέλου στη Θεσσαλονίκη αλλά και άλλες πόλεις. Το συγκρότημα, ο ΔΟΛ, ήταν όμως το βασικό όχημα. Ο πολιτικός, αισθητικός και παραγωγικός μηχανισμός.

Ο μοχλός πίεσης πολλαπλής χρήσης. Επρόκειτο όμως για τον δύσκολο συνδυασμό επιχείρησης και θεσμού που λειτουργούσε αφενός ως πολλαπλασιαστής της πολιτικής, αισθητικής και οικονομικής ισχύος, αφετέρου ως διαρκής κίνδυνος υπονόμευσης της μιας διάστασης από την άλλη.

Η διαφυγή του νομίζω ότι ήταν μια συνεχής αλληλουχία νέων ιδεών και πρωτοβουλιών σε όλα τα πεδία ταυτοχρόνως. Το Ίδρυμα Λαμπράκη και η ψηφιοποίηση του αρχείου, η συνεχής επέκταση των υποδομών του Μεγάρου, οι συνεργασίες του «Βήματος» με τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εφημερίδες, η εισαγωγή στο χρηματιστήριο, η αναζήτηση και ανάδειξη νέων προσώπων χωρίς να εγκαταλείπονται οι παραδοσιακές σχέσεις, η παρέμβαση στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα που ήταν σχεδόν πάντα συγκρουσιακά και η στήριξη μιας εθνικής στρατηγικής βασισμένης στη συναίνεση, η Μικρή Επίδαυρος και ο αγροτουρισμός ως παρεμβάσεις μικρής κλίμακας, η διόγκωση της ιδιωτικής τηλεόρασης ως παρέμβαση μεγάλης κλίμακας αλλά και νέες έντυπες πρωτοβουλίες ως ανάχωμα στην ψηφιακή έκρηξη.

Πόσες ιδιότητες συγκροτούσαν την ταυτότητα του Χρήστου Λαμπράκη; Ήταν επιχειρηματίας; Θα τον αδικούσε ο χαρακτηρισμός. Ήταν εκδότης; Κατεξοχήν και κατά κυριολεξία.

Ήταν πολιτιστικός διαχειριστής και παραγωγός; Μακράν ο επιδραστικότερος για δεκαετίες. Ήταν όμως πάνω από όλα αυτά ο κάτοχος ενός μοναδικού ύφους. Λιτού, απαιτητικού, ευθέως αντίθετου προς κάθε εκδοχή νεοπλουτισμού, οικονομικού, πολιτικού και πολιτιστικού.

Ήταν τα τυποποιημένα γεύματα στο ασκητικό διαμέρισμα του Κολωνακίου, ο σκαραβαίος ως μέσο μετακίνησης, η κόκκινη βάρκα στον Πόρο, η γωνία με το αναλόγιο για τις παρτιτούρες, τα σημειώματα τα γραμμένα στη γραφομηχανή σε δημοσιογραφικό χαρτί, η χρήση του πληθυντικού αριθμού και του μικρού ονόματος του συνομιλητή του ως απόσταση και ως εγγύτητα ταυτοχρόνως.

Στην πρόσφατη εντυπωσιακή έκθεση έργων του Δημήτρη Χαντζόπουλου υπήρχε ένα, ας το πω, τρισδιάστατο σκίτσο του Χρήστου Λαμπράκη, μια φιγούρα τελείως χαρακτηριστική αλλά ανοικτή σε ερμηνείες.

Είναι παράδοξο πώς αυτός ο κατεξοχήν άνθρωπος του Τύπου που ζήτησε από τους συνεργάτες του να κάνουν χιλιάδες συνεντεύξεις και να θέσουν αμέτρητες δύσκολες ερωτήσεις σε πάμπολλους αποδέκτες δεν έχει δώσει μια ολιστική συνέντευξη για τον εαυτό του και την εποχή του και για την αυστηρή, ίσως εξοντωτική αξιολόγηση των προσώπων που γνώρισε στις δεκαετίες που διέσχισε.

Αυτό θα ήταν ένα εθνικό ιστορικό ντοκουμέντο. Ίσως τώρα μας βοηθήσει η τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό θα προκαλούσε μεγάλο ενδιαφέρον στον Χρήστο Λαμπράκη ως εκδότη.

Ως οικοδεσπότης δε του Μεγάρου Μουσικής δεν πρόλαβε ή μάλλον δεν θέλησε από διακριτικότητα να παραγγείλει μια όπερα για τη ζωή και την εποχή του. Τώρα όμως ούτε για αυτό υπάρχει κώλυμα.

Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος είναι πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών, πρώην πρόεδρος του ΠαΣοΚ, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ.