Οταν στα μέσα του περασμένου Ιανουαρίου ξεκίνησε η δίκη των δώδεκα καταδικασμένων πλέον δολοφόνων του νεαρού Αλκη Καμπανού, σε μια πλευρά της Θεσσαλονίκης υπήρχε μια διάχυτη αμφιβολία ακόμα και για την ολοκλήρωσή της. Υπήρχε πολύς κόσμος που πίστευε πως στο τέλος οι δώδεκα κατηγορούμενοι με κάποιον τρόπο θα τη γλιτώσουν: η σιωπή τους και η σκληρή στάση τους απέναντι στους ανακριτές μαρτυρούσαν πως ήταν προετοιμασμένοι για όλα.

Επειτα από 48 συνεδριάσεις του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης προέκυψε η καταδίκη όλων των κατηγορουμένων. Επί της ουσίας η έδρα αποδέχθηκε την πρόταση της εισαγγελέως κυρίας Κυριακής Κλιάμπα και έκρινε ενόχους όλους τους κατηγορουμένους επιβάλλοντας ποινές ανάλογες με τον βαθμό συμμετοχή τους το τραγικό εκείνο βράδυ του Φεβρουαρίου του 2022, όταν ο Αλκης έχασε τη ζωή του. Το δικαστήριο μετέτρεψε τη βασική κατηγορία σε «ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο».

Χειροκροτήματα και έκτροπα

Επτά από τους κατηγορουμένους καταδικάστηκαν ως ένοχοι για ανθρωποκτονία και οι υπόλοιποι πέντε ως ένοχοι για συνέργεια. Η απόφαση έγινε δεκτή με χειροκροτήματα αλλά και με αποδοκιμασίες των καταδικασθέντων και των δικηγόρων τους. Ευτυχώς μετά το κάλεσμα των οργανωμένων οπαδών του Αρη να δώσουν το «παρών» στο δικαστήριο «όσοι θέλουν να αποδοθεί δικαιοσύνη» η Αστυνομία Θεσσαλονίκης είχε πάρει τα κατάλληλα μέτρα – παρόλο που ακρότητες δεν έλειψαν: μετά το τέλος της διαδικασίας υπήρξε και επίθεση στη μητέρα ενός από τους κατηγορουμένους, ευτυχώς απλά φραστική. Μετά την ανακοίνωση της ενοχής το δικαστήριο διεκόπη. Αλλά μόνο προσωρινά. Το πρώτο μέρος της πολύκροτης δίκης ολοκληρώθηκε με μια απόφαση που δημιουργεί μια αίσθηση δικαιοσύνης: τουλάχιστον δεν τη γλίτωσε κανείς, και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι στο όνομα της οπαδικής κυριαρχίας σε μια πόλη έχει το δικαίωμα να κυκλοφορεί βραδιάτικα ως μέλος αγέλης και να μαχαιρώνει κόσμο.

«Βγήκαν για να σκοτώσουν»

Η δίκη είχε πολύ σκληρές στιγμές. Ξεχώρισε η κατάθεση του πατέρα του Αλκη Καμπανού που δήλωσε πως έχει τη βεβαιότητα ότι οι κατηγορούμενοι βγήκαν εκείνο το βράδυ για να σκοτώσουν και περιέγραψε τον γιο του ως απλό φίλαθλο του Αρη «που είναι ζήτημα να είχε πάει πέντε φορές στο γήπεδο». Συνταρακτική και η τοποθέτηση της μητέρας του θύματος, που είπε πως καμία από τις μητέρες των κατηγορουμένων δεν τόλμησε να την κοιτάξει στα μάτια. Η ίδια στις 9 Ιουνίου και μετά την αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας είχε ευχαριστήσει τον Θεό γιατί υπάρχουν και φωτισμένοι δικαστές.

Σε μια τέτοια δίκη φυσικά υπήρξαν και ανατριχιαστικές τοποθετήσεις από την πλευρά των οικογενειών των κατηγορουμένων, που έζησαν κι αυτές μια τραγωδία. «Σκέφτηκα να πάω στο μνήμα του Αλκη – αλλά δεν είμαι αντάξια να πάω» είπε η μητέρα του δέκατου κατηγορουμένου, που κατά το κατηγορητήριο βαρυνόταν με την υποψία πως είναι αυτός που κρατούσε το φονικό όπλο – ένα δρεπάνι. Η κατάθεσή της υπήρξε ανατριχιαστική. Οταν η εισαγγελέας της έδρας την άκουσε να λέει ότι «έχασε κι αυτή το δικό της παιδί» τη ρώτησε αν μπορεί να δείξει ποιος μεταξύ των κατηγορουμένων είναι ο γιος της. Τον έδειξε. Θέλοντας να κάνει σαφές ότι σε αντίθεση με τον Αλκη, ο δικός της γιος ζει, η εισαγγελέας είπε «δεν έχω άλλη ερώτηση». Η μάνα έσπασε. «Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης, εγώ τον βλέπω, τον ακουμπάω, περιμένω κάθε μέρα να τον δω. Οσο είναι το παιδί στη φυλακή, είμαι κι εγώ εκεί» ανταπάντησε σχεδόν ντροπιασμένη, προσθέτοντας πως για τους γονείς του Αλκη αυτό δυστυχώς δεν ισχύει.

Οι αντιφάσεις στις καταθέσεις

Οι δώδεκα κατηγορούμενοι υπέπεσαν σε αντιφάσεις στις καταθέσεις τους. Στην αρχή της διαδικασίας έμοιαζαν να έχουν αποφασίσει να επαναλαμβάνουν περίπου τις ίδιες φράσεις: όλοι δέχθηκαν ότι ήταν παρόντες τη βραδιά του εγκλήματος και όλοι αρνήθηκαν την αυτουργία. Στην πορεία κάποιοι έσπασαν και κάποιοι φωτογράφισαν ως αποκλειστικά υπεύθυνους για ό,τι συνέβη κάποιους από τους παρόντες, μιλώντας ωστόσο με μισόλογα. Από μια μεριά οργανωμένων του ΠΑΟΚ υπήρξαν και κινήσεις υποστήριξης – υπάρχει καταγγελία ότι συγκεντρώθηκαν ακόμα και χρήματα για να πληρωθούν δικηγόροι, κυκλοφόρησαν και μπλουζάκια με μηνύματα συμπαράστασης, ενώ στην Τούμπα δεν έλειψαν και τα σχετικά πανό.

Θα λειτουργήσει η καταδίκη παραδειγματικά; Δεν προκύπτει. Μετά τη δολοφονία του Καμπανού είχαμε πάνω από δέκα ανάλογες ιστορίες οπαδικής βίας: ευτυχώς δεν υπήρξε νεκρός. «Λυπάμαι πραγματικά, έχουμε μπροστά μας δώδεκα νέα παιδιά που ήταν στο χέρι τους να ακολουθήσουν έναν καλύτερο δρόμο στη ζωή τους και όχι το σκοτάδι. Προτίμησαν να πάρουν μέρος σε έναν «ανορθόδοξο πόλεμο». Η νίκη τους οδηγεί στην καταδίκη τους» ήταν ο επίλογος της εισαγγελέως μετά την τριήμερη αγόρευσή της. Οι δολοφόνοι του Αλκη καταδικάστηκαν τουλάχιστον πρωτόδικα. Αλλά αυτός ο ανόητος ακήρυκτος πόλεμος μαίνεται…